ΠΡΟΣΩΠΑ

Αμπέμπε Μπικίλα, ο «ξυπόλητος» μαραθωνοδρόμος

Αμπέμπε Μπικίλα, ο «ξυπόλητος» μαραθωνοδρόμος
Getty images/ideal images/Central Press / Stringer

Λίγοι θα μπορούσαν να προβλέψουν αυτά που θα συνέβαιναν, καθώς Ιταλία και Ρώμη ετοιμάζονταν για την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 1960 εν μέσω οικονομικής έκρηξης. Η κληρονομιά που είχε αφήσει η φασιστική κυριαρχία του Μπενίτο Μουσολίνι υπήρχε ακόμη στον ιταλικό αέρα παρά το γεγονός πως είχαν περάσει 17 ολόκληρα χρόνια.

Πλάκες με αρχαίο μωσαϊκό που απεικόνιζαν τους «φασίστες» αθλητές, σλόγκαν και 264 αναφορές στον Μουσολίνι έβρισκε κανείς κατά μήκος της Via dell’Impero, της κύριας οδού που οδηγούσε στον επιβλητικό οβελίσκο του Μουσολίνι μπροστά στο Ολυμπιακό Στάδιο της Ρώμης. Στον οποίο οβελίσκο υπήρχε αναφορά και στην κατάκτηση της πρωτεύουσας της Αβισσινίας, της Αντίς Αμπέμπα, το 1936.

Μέσα σε αυτό το κλίμα έμελλε να λάμψει το αστέρι του Αμπέμπε Μπικίλα. Μικροκαμωμένος, αδύνατος, ξυπόλυτος, ντυμένος με έντονο κόκκινο σορτς και πράσινο γιλέκο με τον αριθμό 11, ο Μπικίλα μπήκε την τελευταία στιγμή στο Μαραθώνιο αντικαθιστώντας τραυματία συναθλητή του. Τη συμμετοχή του κανείς δεν την πήρε στα σοβαρά. «Ποιος είναι αυτός ο Αιθίοπας;», αναρωτιόταν ο σχολιαστής των Αγώνων. Και δεν ήταν ο μόνος...

Το ανεπίσημο, προσωπικό ρεκόρ του Μπικίλα - που ήταν πολύ καλύτερο από το παγκόσμιο ρεκόρ στα 42,2 χιλιόμετρα - απορρίφθηκε από όλους ως αδύνατο. Είχε φτάσει στη Ρώμη με ένα ζευγάρι παπούτσια έναν μήνα πριν τους Αγώνες, ωστόσο αυτά καταστράφηκαν. Κι όταν στράφηκε στην Adidas - που είχε αναλάβει να ντύσει όλους σχεδόν τους αθλητές - δεν υπήρχε ζευγάρι στο νούμερό του! Τελικά, του έδωσαν ένα που, ωστόσο, τον έκανε να νιώθει άβολα. Αποφάσισε να προπονείται ξυπόλυτος, όπως συνέβαινε και στις πεδιάδες της πατρίδας του.

Ο Μαραθώνιος ξεκίνησε αργά το απόγευμα της 10ης Σεπτεμβρίου από το Καπιτώλιο, το πολιτικό κέντρο της Ρώμης. Περνώντας μπροστά από τον οβελίσκο του Μουσολίνι, ο Μπικίλα ακολουθούσε το γκρουπ των προπορευόμενων. «Ο Άγγλος Κίλεϊ, ο Ιρλανδός Μεσίτ, ο Βέλγος Φαν ντερ Μπλίχερ, οι Μαροκινοί Ραντί και Σαουντί και εκείνος ο άγνωστος Αιθίοπας που σας λέγαμε νωρίτερα», ήταν τα λόγια του σχολιαστή. «Λέγεται Αμπέμπε Μπικίλα. Και είναι ξυπόλυτος».

Στο 32ο χιλιόμετρο, οι αθλητές μπήκαν στην Απία Οδό, το δρόμο που συνέδεε την Αρχαία Ρώμη με το Μπρίντιζι, στη νοτιοανατολική ακτή της Ιταλίας. Είχε αρχίσει να βραδιάζει καθώς απέμεναν τα οκτώ τελευταία χιλιόμετρα του Μαραθωνίου. Ο ξυπόλυτος Μπικίλα έμοιαζε να... πετάει πάνω στον αρχαίο ρωμαϊκό δρόμο, με τα ρωμαϊκά μνημεία να είναι φωτισμένα και εκατοντάδες στρατιώτες να τον παρακολουθούν.

Μπαίνοντας ξανά στην πόλη, από την Porta San Sebastiano, ο Μπικίλα άφησε πίσω του και τον Μαροκινό Ραντί Μπεν Αμπντεσελάμ, τερματίζοντας σε 2 ώρες 15 λεπτά και 16 δευτερόλεπτα. Ο Μπικίλα διέλυσε το Ολυμπιακό ρεκόρ προτού στήσει το δικό του χορό κάτω από την Αψίδα του Κωνσταντίνου - εκεί όπου πολλοί από τους αντιπάλους του κατέρρευσαν.

Η σημασία της νίκης του ξυπόλυτου Μπικίλα στη Ρώμη, λιγότερο από 25 χρόνια μετά τον αποικιακό πόλεμο του Μουσολίνι στην Αιθιοπία, είχε πολύπλευρη σημασία. Θα ακολουθούσε η νίκη στο Τόκιο τέσσερα χρόνια αργότερα - με τον Μπικίλα να γίνεται ο πρώτος μαραθωνοδρόμος που διατηρεί τον Ολυμπιακό τίτλο του!

Το 1968, μετά από ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα 76 χιλιόμετρα από την Αντίς Αμπέμπα, ο Μπικίλα έμεινε καθηλωμένος σε αναπηρικό καρότσι. Επιπλοκές που παρουσιάστηκαν τον Οκτώβριο του 1973, οδήγησαν στο θάνατο του Αμπέμπε Μπικίλα, του ανθρώπου που έμεινε στην ιστορία ως ο ξυπόλυτος χρυσός Ολυμπιονίκης του Μαραθωνίου δρόμου.