ΠΡΟΣΩΠΑ

Τζίνα Χάσπελ: Η πρώτη γυναίκα επικεφαλής της CIA

Τζίνα Χάσπελ: Η πρώτη γυναίκα επικεφαλής της CIA
Wikipedia

Η Τζίνα Χάσπελ θα αντικαταστήσει τον Μάικ Πομπέο και θα είναι η πρώτη γυναίκα επικεφαλής της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (CIA).

«Η Τζίνα Χάσπελ, η αναπληρώτρια διευθύντρια της CIA, επελέγη να αντικαταστήσει τον διευθυντή Πομπέο και θα είναι η πρώτη διευθύντρια της CIA, ένα ιστορικό ορόσημο. Ο Μάικ και η Τζίνα έχουν συνεργαστεί για πάνω από έναν χρόνο και έχουν αναπτύξει βαθύ, αμοιβαίο σεβασμό», ανέφερε ο Τραμπ σε δήλωσή του προς την Washington Post.

Σύμφωνα με την αμερικανική εφημερίδα, η ίδια η Χάσπελ σε ανακοίνωσή της δήλωσε ενθουσιασμένη με την προαγωγή της.

«Ύστερα από 30 χρόνια ως αξιωματούχος στη CIA, ήταν τιμή μου που υπηρέτησα ως αναπληρώτρια διευθύντρια δίπλα στον Μάικ Πομπέο τον περασμένο χρόνο», ανέφερε η Χάσπελ.

«Είμαι ευγνώμων στον πρόεδρο Τραμπ για την ευκαιρία», δήλωσε η ίδια, και εξέφρασε την ελπίδα να φανεί αντάξια «της εμπιστοσύνης του σε εμένα, να με επιλέξει για τη θέση της επόμενης διευθύντριας της CIA».

Μια έμπειρη κατάσκοπος

Κατάσκοπος με μεγάλη εμπειρία στις κρυφές επιχειρήσεις, εντάχθηκε στην υπηρεσία το 1985 και υπηρέτησε σε πολλά μέρη του κόσμου, μεταξύ άλλων στο Λονδίνο στα τέλη της δεκαετίας του 2000.

«Η Τζίνα είναι υποδειγματική κατάσκοπος και αφοσιωμένη πατριώτισσα και φέρνει πάνω από 30 χρόνια πείρας στην υπηρεσία. Είναι επίσης μια έμπειρη ηγέτης με φανταστική ικανότητα να πράτει και να εμπνέει αυτούς που την περιβάλλουν», είχε δηλώσει ο Μάικ Πομπέο όταν την είχε διορίσει δεύτερη στην ιεραρχία της CIA, πριν από έναν χρόνο.

Τρεις πρώην διευθυντές της CIA και άλλοι αξιωματούχοι, μεταξύ των οποίων ο Τζέιμς Κλάπερ, πρώην διευθυντής των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών, είχαν υποστηρίξει την Χάσπελ. Αντίθετα δύο δημοκρατικοί γερουσιαστές είχαν εκφράσει επιφυλάξεις για τον διορισμό της σε επιστολή τους προς τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.

«Η διαδρομή της δείχνει πως δεν είναι κατάλληλη γι' αυτή τη θέση», δήλωναν οι γερουσιαστές Ρον Γουάιντεν και Μάρτιν Χάινριτς.

Η Χάσπελ είχε διοριστεί το 2013 επικεφαλής των κρυφών επιχειρήσεων της CIA, αλλά είχε αντικατασταθεί έπειτα από μερικές μόνο εβδομάδες, προφανώς λόγω των πιθανολογούμενων ευθυνών της για τη δημιουργία μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 μυστικών φυλακών στο εξωτερικό στις οποίες χρησιμοποιούνταν ανακριτικές μέθοδοι που προσιδιάζουν σε βασανιστήρια.

Καταστροφή ενοχοποιητικών βίντεο

Σύμφωνα με την Washington Post, η Χάσπελ είχε «διευθύνει μια μυστική φυλακή στην Ταϊλάνδη όπου οι κρατούμενοι υποβάλλονταν σε προσομοιώσεις πνιγμού και άλλες κακομεταχειρίσεις». Η αμερικανική εφημερίδα υποστήριζε πως η Τζίνα Χάσπελ είχε επίσης αναμιχθεί στην καταστροφή, το 2005, ενοχοποιητικών βίντεο γι' αυτές τις τεχνικές «προωθημένης ανάκρισης» που εφαρμόσθηκαν σε πολλούς κρατουμένους στην Ταϊλάνδη.

Οι δικηγόροι αυτών των κρατουμένων που θεωρούνταν μέλη της Αλ-Κάιντα, ήθελαν να πάρουν αυτά τα βίντεο για να τα παρουσιάσουν στα δικαστήρια.

Ανάμεσα στους κρατουμένους που υποβλήθηκαν σε βάναυσες ανακριτικές μεθόδους υπό την καθοδήγηση της Χάσπελ περιλαμβάνονταν δύο Σαουδάραβες: ο Αμπντ αλ-Ράχιμ αλ-Νασίρι, που θεωρείται ο εγκέφαλος της επίθεσης εναντίον του πετρελαιοφόρου Limburg το 2002 και της επίθεσης εναντίον του αμερικανικού πολεμικού πλοίου Cole το 2000, και ο Αμπού Ζουμπάινταχ, που είχε θεωρηθεί το πρώτο σημαντικό μέλος του ισλαμιστικού δικτύου που συνελήφθη από τους Αμερικανούς μετά την 11η Σεπτεμβρίου.

Μια απόρρητη έκθεση γι' αυτό το πρόγραμμα βασανιστηρίων της CIA συντάχθηκε το 2014 από την Επιτροπή της Γερουσίας για τις Υπηρεσίες Πληροφοριών, όμως ο νυν πρόεδρος αυτής της Επιτροπής, ένας ρεπουμπλικανός, επιχειρεί εδώ και μήνες να συγκεντρώσει τα αντίγραφά της, ισχυριζόμενος πως θέλει να αποφύγει διαρροές.

Οι δημοκρατικοί εκφράζουν φόβους ότι ο ρεπουμπλικανός γερουσιαστής θέλει να καταστρέψει όλα τα αντίγραφα της έκθεσης αυτής και ότι η αλήθεια γι' αυτό το πρόγραμμα της CIA δεν θα αποκαλυφθεί ποτέ.

Στην έκθεση αυτή των 6.700 σελίδων αναφέρονται λεπτομερώς οι πολύ αμφιλεγόμενες ανακριτικές μέθοδοι και συνθήκες κράτησης των υπόπτων, με χρήση απαγορευμένων τεχνικών, όπως η προσομοίωση πνιγμού ή η στέρηση ύπνου, για την απόσπαση ομολογιών, αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Μια σύνοψη 528 σελίδων της έκθεσης αυτής είχε δημοσιοποιηθεί τον Δεκέμβριο του 2014, όμως η πλήρης εκδοχή της -η οποία είναι διαβαθμισμένη- περιλαμβάνει λεπτομέρειες για τις μεθόδους, ονόματα προσώπων που συμμετείχαν στα βασανιστήρια και τους τόπους όπου αυτά έλαβαν χώρα.

Ως απερχόμενος πρόεδρος, ο Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος φοβόταν ότι η έκθεση αυτή θα θαφτεί, είχε κρατήσει ένα αντίγραφο για την προεδρική βιβλιοθήκη του στο Σικάγο. Όμως το αντίγραφο θα παραμείνει διαβαθμισμένο μέχρι το 2029.