Καντόρ, Τουόχι, Φάροου: Oι δημοσιογράφοι που ξερίζωσαν τα πλοκάμια κάθε Γουάινστιν
Μια εβδομάδα μόνο ήταν αρκετή για να γονατίσει το Χόλιγουντ και να φέρει το ενοχλητικά νοσηρό δίκτυο σεξουαλικών σκανδάλων, εκβιασμών και τα παιχνίδια ισχυρών αρπακτικών στο φως. Σε εφτά μόλις ημέρες μέσα στον Οκτώβριο του 2017 τρεις δημοσιογράφοι - δύο γυναίκες για τους New York Times και ένας άντρας για τον New Yorker - υπέγραψαν αποκαλυπτικά, εξοιυθενωτικά ακριβή, ρεπορτάζ που κατέστρεψαν έναν από τους πιο ισχυρούς πυλώνες της κουλτούρας βιασμού στη βιομηχανία του θεάματος, τον Χάρβεϊ Γουάινστιν, αλλά και έδωσαν αφορμή για να γιγαντωθεί ένα κίνημα που απαιτεί πλέον να ξεκινήσει η συζήτηση για την εκτίμηση και τη μεταχείριση των γυναικών στον εργασιακό χώρο.
Το σεξ του εκβιασμού έκτοτε μετράει θύματα, θύτες και έχει πυροδοτήσει συζητήσεις για την παθογένεια -όλων.
Στις 5 Οκτωβρίου, οι Τζόντι Καντόρ και Μέγκαν Τουόχι, και οι δύο δημοσιογράφοι της Times, περιέγραψαν με λεπτομέρειες τη στρατηγική σεξουαλικής επίθεσης του μεγαλοπαράγοντα του Χόλιγουντ Γουάινστιν -μια πολιτική που καλλιεργούσε εδώ και τρεις δεκαετίες πληρώνοντας ή απλά απειλώντας τα θύματα του για να εξαγοράσει τη σιωπή τους. Πέντε μέρες αργότερα, η περιοδική έκδοση του New Yorker δημοσίευσε ένα κομμάτι από τον πρώην ανταποκριτή του NBC Ρόναν Φάροου - στη δική του έρευνα ο γιος της Μία Φάροου και ορκισμένος εχθρός του παιδόφιλου όπως ισχυρίζεται πρώην συντρόφου της μητέρας του, Γούντι Άλεν αποκάλυψε 13 ακόμη περιστατικά γυναικών που δέχθηκαν σεξουαλική επίθεση από τον μεγιστάνα του κινηματογράφου. Αν και το NBC αρχικά απέρριψε τις εκρηκτικές αποκαλύψεις του Φάροου ο δημοσιογράφος έφερε τη δική του έρευνα στο φως μέσα από το New Yorker -αυτο ήταν αρκετό.
Και τα δύο ρεπορτάζ ήταν χρονοβόρα, επίπονα, δύσκολα και επικίνδυνα. Οι ιστορίες των τριών δημοσιογράφων δεν αποκάλυψαν μόνο τα εγκλήματα ενός τέρατος που αποκαθηλώνεται από το ίδιο το σύστημα που οικοδόμησε αλλά και μια κουλτούρα βιασμού που φυσικοποιεί το έγκλημα, την απειλή και τη βία εις βάρος θυμάτων που μέχρι σήμερα δεν τολμούσαν να μιλήσουν. Αν το έκαναν το τίμημα ήταν στην καλύτερη περίπτωση να περάσουν από το φως των προβολέων, στη λήθη της ανεργίας.
Η σχεδόν αχαλίνωτη σεξουαλική κακοποίηση που γιγαντώθηκε στο Χόλιγουντ καθιερώθηκε εδώ και χρόνια και τώρα αυτό, ίσως, αλλάζει. Η δυναμική μοιάζει να έχει αντιστραφεί και όλοι όσοι ήταν πνιγμένοι στη σιωπή έχουν ένα βήμα να μιλήσουν μέσα από τις διόδους επικοινωνίας που δημοσιογράφοι της έρευνας όπως οι Καντόρ, Tουόχι και Φάροου ανοίγουν με επιμέλεια και κύρος. Το κίνημα έχει πυροδοτηθεί για τα καλά και μετά τον Γουάινστιν οι Κέβιν Σπέισι, Μπρετ Ράτνερ, Τέρι Ρίτσαρντσον, Μάτ Λάουερ, Τσαρλι Ρόουζ, Μπιλ Ο Ράιλι και αναρίθμητοι άλλοι πληρώνουν το τίμημα των παράλογων ορμών τους.
"Ήταν πάντα πολύ προφανές για μένα ότι επροκειτο για μια υπόθεση πολύ μεγαλύτερη από οποιονδήποτε Γουάινστιν, πολύ μεγαλύτερη και από το ίδιο το Χόλιγουντ" σχολίασε ο Φάροου. "Είμαστε τυχεροί που ζούμε στιγμές όπου γενναίοι άνθρωποι βγαίνουν μπροστά και είμαστε έτοιμοι να τους ακούσουμε" προσθέτει. Ίσως είναι πιο αισιόδοξος από όσο θα του επέτρεπε το οικογενειακό του παρελθόν.
Πριν από τον Γουάινστιν έχουν υπάρξει και άλλες καταγγελίες από γυναίκες εις βάρος ισχυρών αντρών - Μπιλ Κόσμπι είναι ένα λαμπρό παράδειγμα του πως οι θεσμοί μπορούν να προστατέψουν τους θύτες και να σιωπήσουν τα θύματα με νομικά τερτίπια. Ωστόσο το έργο των Καντόρ, Tουόχι, Φάροου και όλων των συναδέλφων τους που προηγήθηκαν ή ακολούθησαν το παράδειγμα τους εκβιάζει σε διάλογο επάνω στο μισογυνισμό, σεξισμό και την εκβιαστική βιομηχανίας του λαμπρού θεάματος απαιτώντας να ληφθούν μέτρα για να υπάρξει αλλαγή -και αυτό είναι ρηξικέλευθο.
Για πρώτη φορά από τη θεμελίωση του το Χόλιγουντ βλέπει ότι ακόμη και οι φαινομενικά αλεξίσφαιροι άντρες μπορούν να εκθρονιστούν από το βάθρο τους. Για δεκαετίες ολόκληρες, τα θύματα της σεξουαλικής παρενόχλησης και της σεξουαλικής κακοποίησης ήταν απρόθυμα να μιλήσουν. Σήμερα, η δυναμική εξουσίας μετατοπίζεται και ο ολοένα και αυξανόμενος αριθμός θυμάτων δίνει έναυσμα για #MeToo μαρτυρίες.
Όπως αποκάλυψε ο Φάροου στο ρεπορτάζ του ο Γουάινστιν είχε οικοδομήσει με μαεστρία έναν ιστό γυρω από τα θύματα του με μια λεγεών πρώην κατασκόπων της Mοσάντ να έχουν αναλάβει το ρόλο της προστασίας του εκφοβίζοντας με απειλές θανάτου δημοσιογράφους και εκείνους που θα μπορούσαν να μιλήσουν εναντίον του. "Όσοι εμπλέκονται σε αυτη την ιστορία κινδύνεψαν με τη ζωή τους" είπε.
To αποκαλούν "the Weinstein effect" και είναι η ολοένα και αυξανόμενη λίστα των ισχυρών που έχουν κατηγορηθεί από τον Οκτώβριο και μετά για σεξουαλική παρενόχληση, επίθεση ή απρεπή συμπεριφορά. Τα ονόματα που ακολουθούν αφορούν μόνο στις ΗΠΑ: Harvey Weinstein, Charles Dutoit, Morgan Spurlock, Tavis Smiley, Marshall Faulk, Ike Taylor, Heath Evans, Ryan Lizza, Mario Batali, James Levine, Garrison Keillor, Matt Lauer, Charlie Rose, Glenn Thrush, Russell Simmons, Jeffrey Tambor, Al Franken, Matt Zimmerman, Andrew Kreisberg, Roy Moore, Louis C.K., Steven Seagal, Ed Westwick, Brett Ratner, Dustin Hoffman, Jeremy Piven, Michael Oreskes, Kevin Spacey, Mark Halperin, George H.W. Bush, Terry Richardson, Leon Wieseltier, James Toback, Bruce Weber, John Besh, Bob Weinstein, Oliver Stone, Roy Price, Ben Affleck.
Washington Post, New York Times, Boston Globe, Los Angeles Times... οι μεγάλες αμερικανικές εφημερίδες αφιέρωσαν τα κύρια άρθρα τους στην υπόθεση Γουάινστιν. Σε αυτά αναζήτησαν τους λόγους για αυτήν την "εθνική ομερτά¨ που αφορά τον κόσμο του κινηματογράφου, αλλά και των μέσων ενημέρωσης και της πολιτικής. "Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι μία βιομηχανία που οικοδομήθηκε γύρω από πλασματικά πρόσωπα και πλασματικά σενάρια κατάφερε να ισχυρίζεται για τόσο καιρό ότι όλα είναι καλά. Δεν προκαλεί εν τέλει έκπληξη ούτε το ότι η έννοια της ηθικής είναι τόσο ευμετάβλητη και πλασματική όπως και ό,τι άλλο υπάρχει στο Χόλιγουντ αυτό της παγέτας και των στρας" σχολιάζει ο αθρογράφος του κύριου άρθρου των New York Times, Bret Stephens στο κείμενο με τίτλο "Ο Γουαϊνστάιν και η κουλτούρα της συνενοχής".
"Οπως και άλλοι λάγνοι, σαν τον Μπιλ Κλίντον και τον Ντόναλντ Τραμπ, ο Γουάινστιν εκμεταλλεύθηκε μία κουλτούρα που συχνά υμνεί, συστηματικά επιδεικνύει, καμιά φορά διευκολύνει, σπανίως καταγγέλλει και υπερβολικά συχνά συγχωρεί τις συμπεριφορές τις οποίες τόσο συχνά υιοθετούν" γράφει ο Bret Stephens.
"Πρόκειται για το ίδιο είδος συνενοχής που έχει προστατεύσει τόσους άλλους Χάρβεϊ Γουαϊνστάιν σε τόσους άλλους χώρους", αναφέρει στο κύριο άρθρο της Washington Post στο οποίο παρατίθενται ως παραδείγματα οι περιπτώσεις βετεράνων της δημοσιογραφίας που κόστισαν εκατομμύρια δολάρια σε στα δίκτυα τους για να μην αποκαλυφθούν. Τώρα πλέον είναι απολυμένοι.
"Οι λεπτομέρειες των εγκλημάτων του Γουάινστιν είναι αποκρουστικές. Αλλά αυτό που σοκάρει είναι ότι αποτελούσε κοινό μυστικό" γράφει η Washington Post. "Ακόμη και αν οι ιστορίες για τη συμπεριφορά του Γουάινστιν δεν πήραν ποτέ μεγάλη δημοσιότητα οι φήμες και τα ίχνη ήταν εκεί... Το διοικητικό συμβούλιο του κ. Γουαϊνστάιν, που πρόσφατα τον απέλυσε, γνώριζε τις κατηγορίες τουλάχιστον από το 2015, αλλά δεν ξεκίνησε ποτέ έρευνα" προσθέτει.
"Η σεξουαλική παρενόχληση ευδοκιμεί εκεί όπου οι άνδρες ασκούν την εξουσία τους επάνω σε λιγότερο ισχυρές γυναίκες και όταν οι άνθρωποι αποστρέφουν το βλέμμα" αναφέρεται στο κύριο άρθρο των Los Angeles Times. "Όσο δεν υπάρχει η πολιτισμική αλλαγή που χρειάζεται ώστε να καταδικασθεί το γεγονός ότι αυτές οι υποθέσεις καλύπτονται και ώστε η αποκάλυψή τους να γίνει κανόνας, αντί να αποτελεί θαρραλέα πράξη, όλα αυτά θα συνεχισθούν".
"Ο Γουάινστιν δεν αποτελεί εξαίρεση. Είναι το προϊόν ενός μισογυνισμού βαθιά ριζωμένου στην κοινωνία, που μεταχειρίζεται τις γυναίκες ως τρόπαιο εξουσίας και ονοματίζει όσες αντιστέκονται ως αντιδραστικές" γράφει στην Boston Globe η Renee Graham. "Η σκόνη από την πτώση του Γουάινστιν θα διαλυθεί και θα υπάρχουν πάντα μεγιστάνες του κόσμου του σινεμά, εκπαιδευτικοί, δικηγόροι, υδραυλικοί και αστυνομικοί που θα υπερβαίνουν τα όρια και θα εκλαμβάνουν την αδράνειά μας ως συγκατάθεση" καταλήγει. Πριν τον Γουάινσταϊν οι Ρομάν Πολάνσκι, Γούντι Άλεν και Μπιλ Κόσμπι έχουν κατηγορηθεί για κατάχρηση εξουσίας μιας "κουλτούρας βιασμού" που μια Ρόουζ ΜακΓκόουαν, όσο ατρόμητη ή πεισματάρα και αν είναι, δεν θα νικήσει από μόνη της.
Ένα ξύπνημα; Ίσως. Το Χόλιγουν δεν θα είναι ποτέ ξανά το ίδιο καθώς η ορμητικότητα του κινήματος κατά της κουλτούρας βιασμού κλυδωνίζει κάθε ισχυρό οικοδόμημα -από την πολιτική σκηνή, στις εικαστικές τέχνες και τις ΜΚΟ, οι καταγγελίες για ανάρμοστες συμπεριφορές πληθαίνουν δείχνοντας ότι το εκφυλισμένο παρελθόν ίσως μπορεί να αλλάξει.
Οι τρεις δημοσιογράφοι, τα γενναία θύματα και τα γεμάτα θράσσος τέρατα του εκβιασμού έπαιξαν το ρόλο τους για να ξεκινήσει η απολύμανση μιας εργασιακής κουλτούρας που δεν έχει να κάνει μόνο με τους λαμπερούς και ισχυρούς των ΗΠΑ.
Ο σαρωτικός αντίκτυπος των δημοσιευμένων αποκαλύψεων μαρτυρεί τη δύναμη και την αξία της ερευνητικής δημοσιογραφίας και πλέον ο ιδιωτικός πόνος, εκτεθειμένος με θάρρος στη δημόσια σφαίρα, απαιτεί από αυτούς που φταίνε να λογοδοτήσουν.
Επιπλέον το έργο των Farrow, Twohey και Kantor μοιάζει ακόμη πιο σπουδαίο γιατί καταφέρνει να αντιμετωπίζει με σθένος τους μεγαλύτερους εχθρούς στην ειδησεογραφία. Τα ψηφιακά καφενεία των social media.
Συνήθως οι ειδήσεις που καταναλώνουμε μέσα από τους αλγόριθμους των Facebook, Twitter και Google είναι μια πολύ τυχαία υπόθεση. Στα social media των τρόλ μια ανάρτηση συνωμοσίας συνήθως καταφέρνει να έχει μεγαλύτερη δημοτικότητα από ένα άρθρο με υπογραφή Πούλιτζερ. Με σύμμαχο την τεχνολογία η είδηση έχει γίνει μια εξαιρετικά υποκειμενική έννοια, ένα προϊόν προς κατανάλωση σε fast food ρυθμούς. Πλέον ο αναγνώστης μπορεί να αποφύγει την πραγματικότητα και να ασχοληθεί με τα viral ειδησάρια της ημέρας. Στην περίπτωση όμως που το ρεπορτάζ εκρήγνυται με τέτοια ορμή, όταν η έρευνα στα θεμέλια του είναι τόσο ατσάλινη και ακριβής, τα fake news χάνουν τη μάχη και η Δημοσιογραφία κερδίζει τη χαμένη υπόληψη της. Και αυτό δεν το περίμενε κανείς.