Κ. Χατζηδάκης: Η κυβέρνηση παλεύει να γυρίσει τη χώρα στο 2014
Για την οικονομική πολιτική της χώρας τοποθετήθηκε ο αντιπρόεδρος της ΝΔ Κωστής Χατζηδάκης, μιλώντας στην ετήσια γενική συνέλευση του Συνδέσμου Θεσσαλικών Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, που πραγματοποιήθηκε το βράδυ της Κυριακής στη Λάρισα. Χαρακτηριστικά είπε πως «η κυβέρνηση παλεύει για να γυρίσει την χώρα εκεί όπου ήταν το 2014».
Ειδικότερα, ο κ. Χατζηδάκης, τόνισε πως «η κυβέρνηση αφού ταλαιπωρήθηκε και η ίδια και ταλαιπώρησε την χώρα με τις δοξασίες της, πάτησε ευτυχώς φρένο το καλοκαίρι του 2015 ακριβώς πριν από τον γκρεμό, αφότου όμως είχε ξανά βυθίσει τη χώρα στην ύφεση στην ανασφάλεια και σε μια πιο βαθιά κρίση». Ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας είπε πως το μεγάλο πρωτογενές πλεόνασμα είναι αποτέλεσμα της υπερφορολόγησης, ενώ επισήμανε πως η κυβέρνηση σε όλους τομείς δεν έχει να επιδείξει κάτι θετικό.
Εξ ου και παρίσταται η ανάγκη να υιοθετούνται ολοένα και σκληρότερα μέτρα τα οποία υπερβαίνουν το 3ο μνημόνιο, με το πιο πρόσφατο παράδειγμα τα νέα επώδυνα μέτρα που θα υιοθετηθούν με το αφορολόγητο και τη μείωση των συντάξεων. Επίσης έχουμε ακόμα δύο επώδυνες εξελίξεις τις οποίες θα τις έχουμε ακόμα και αν καταφέρει η χώρα να βγει στις αγορές το 2017. Η μια είναι ότι θα έχουν τον SSM στις ελληνικές τράπεζες να κάνει κουμάντο για 35 χρόνια, πράγμα που συμφωνήθηκε μετά την δεύτερη ανακεφαλαιοποίηση της οποίας είχε προηγηθεί η διαπραγμάτευση Βαρουφάκη. Και η δεύτερη επώδυνη εξέλιξη ήταν η εκχώρηση του 80% της δημόσιας περιουσίας για 98 χρόνια στο υπερταμείο.
Ο Κ. Χατζηδάκης παρουσιάζοντας τις προτάσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης για το ξεπέρασμα της κρίσης επεσήμανε πως αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα είναι να υπάρξουν ιδιωτικές επενδύσεις και ουσιαστική στροφή στον ιδιωτικό τομέα, ώστε να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.
Επίσης είπε πως το Δημόσιο δεν μπορεί να κάνει μεγάλες επενδύσεις, επισημαίνοντας σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ πως, σύμφωνα με τους οικονομολόγους, για μια πενταετία η χώρα χρειάζεται επενδύσεις 100 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας σημείωσε μεταξύ άλλων πως η χώρα πρέπει να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη με τους επενδυτές και τις αγορές και ότι αυτό θα επιτευχθεί από μια μεταρρυθμιστική κυβέρνηση που θα πείσει τους επενδυτές ότι μπορούν να τοποθετήσουν τα χρήματα τους με ασφάλεια στη χώρα και θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας.
Ως προϋπόθεση για την προσέλκυση των επενδύσεων, ο κ. Χατζηδάκης επεσήμανε πως χρειάζεται να επανέλθει η ομαλή λειτουργία του τραπεζικού τομέα.
Επίσης ανέδειξε το ζήτημα των «κόκκινων δανείων», κάνοντας κριτική στη κυβέρνηση σχετικά με το νομοσχέδιο για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό. Όπως είπε ο ίδιος:
Τα κόκκινα δάνεια ανεβαίνουν δυστυχώς λόγω της ανασφάλειας και το νομοσχέδιο δεν θα δώσει λύση, διότι ο εξωδικαστικός συμβιβασμός δεν είναι ούτε εξωδικαστικός ούτε συμβιβασμός. Είναι μια γραφειοκρατική διαδικασία που θα κρατήσει σε ομηρία τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις.
Σχετικά με τις επιλογές της κυβέρνησης στον τομέα των αποκρατικοποιήσεων, ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, είπε πως «θέτει εμπόδια στον εαυτό της» παρά την επιλογή της να προχωρήσει στις αποκρατικοποιήσεις. «Καλώ την κυβέρνηση να ξεπεράσει τις αγκυλώσεις. Από τη στιγμή που αποφάσισε να κάνει την στροφή ας την κάνουν πλήρως» σημείωσε.
Το γεγονός ότι η χώρα χρειάζεται ένα σταθερό φορολογικό περιβάλλον, ανέφερε ως αναγκαίο βήμα για την δημιουργία ενός θετικού επενδυτικού κλίματος, ο κ Χατζηδάκης, ενώ επεσήμανε πως «πρέπει να σταματήσει από όλες τις κυβερνήσεις, αλλά και από διαδοχικούς υπουργούς μέσα στις ίδιες τις κυβερνήσεις το ράβε ξήλωνε στους φόρους».
Μίλησε επίσης στις διαρθρωτικές αλλαγές που χρειάζεται η Ελλάδα, τονίζοντας πως όπου έχουν δοκιμαστεί οι μεταρρυθμίσεις έχουν πετύχει. Ως παράδειγμα είπε πως υπάρχει πτώση των διδάκτρων των ιδιωτικών σχολείων από την ώρα της απελευθέρωσης, αλλά και πως υπάρχει πτώση στην τιμή των βιβλίων από την ώρα της κατάργησης της ενιαίας τιμής κατά 7%-8%.
Αναφερόμενος στην υπόθεση των πανεπιστημίων, λέγοντας πως η ΝΔ θα ενθαρρύνει τα πανεπιστήμια να δημιουργήσουν ξενόγλωσσα μεταπτυχιακά και προπτυχιακά τμήματα, ώστε, παρά τους περιορισμούς του Συντάγματος, «η Ελλάδα να γίνει ένα διεθνές εκπαιδευτικό κέντρο».