Π.Λιαργκόβας: Αν δεν κλείσει η αξιολόγηση, δεν αποκλείεται το 4ο μνημόνιο
Τον κώδωνα του κινδύνου έκρουσε σε συνέντευξή του ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, καθηγητής Παναγιώτης Λιαργκόβας, τονίζοντας πως αν δεν κλείσει η αξιολόγηση υπάρχει πιθανότητα η χώρα να χρειαστεί νέο δάνειο, άρα και νέο μνημόνιο.
«Δεν κάνουμε τους μάντεις κακών. Αποτυπώνουμε δεδομένα. Και τα δεδομένα αυτή τη στιγμή δείχνουν ότι αν δεν κλείσουμε την αξιολόγηση, δεν μπούμε στο QE και δεν αλλάξουμε σελίδα, τότε δεν αποκλείεται να χρειαστούμε νέο δανεισμό. Και ο νέος δανεισμός, όπως μάθαμε στην οκταετία αυτή, σημαίνει νέο μνημόνιο».
Ο κ. Λιαργκόβας μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ αναφέρθηκε σε όλα τα πλεονεκτήματα που θα προκύψουν για τη χώρα με την επίτευξη της συμφωνίας. «Ένταξη στο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» της ΕΚΤ», «άνετη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας», «σταδιακή απόσυρση των κεφαλαιουχικών ελέγχων» και «δοκιμαστική έξοδος στις αγορές», είναι μερικά εξ’ αυτών.
Ερωτώμενος για τυχόν εμμονές από πλευράς των δανειστών, ο κ. Λιαργκόβας ανέφερε πως δεν φταίει μόνο η μια πλευρά, και σίγουρα «δεν φταίει μόνον η πλευρά της Ελλάδας. Όλοι γνωρίζουν πως ο ελληνικός λαός έχει κάνει μεγάλες θυσίες. Και αυτές δεν μπορούν να παραγνωρίζονται με τη λογική των αριθμών. Μιλούμε για χώρες. Και οι χώρες έχουν πολίτες. Αυτός ο παράγοντας δεν πρέπει να παραγνωρίζεται από κανέναν. Από την άλλη πλευρά, δεν μπορούμε και να θέτουμε θέμα «θυματοποίησης». Ενδεχομένως εάν είχαν προχωρήσει οι απαραίτητες και συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις (και μην συγχέουμε τις μεταρρυθμίσεις με φορολογικά και άλλα μέτρα) να μην είχαν οι δανειστές τη δυνατότητα να αποκτήσουν ...εμμονές».
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο δρόμος μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα συνεχίσει να είναι δύσκολος και ανηφορικός. «... ναι μεν θα υπάρξει μια «ανάσα», όμως αυτό δεν σημαίνει πως ο δρόμος θα σταματήσει να είναι ανηφορικός. Χρειάζεται ακόμη πολύ προσπάθεια. Και χρειάζεται ακόμη περισσότερη για να υπάρξουν απτά αποτελέσματα στην πραγματική οικονομία», είπε χαρακτηριστικά.
Μιλώντας για την συζήτηση περί μείωσης του αφορολόγητου ορίου τόνισε πως δεν πρέπει να υπάρξουν οριζόντιες μειώσεις, αλλά να ληφθούν υπόψη παράγοντες όπως η οικογενειακή κατάσταση. Αυτά σε περίπτωση που υπάρχει τέτοια πρόταση στο τραπέζι και η χώρα την αποδεχθεί.
«Θα πρότεινα, όμως, να υπάρξει μια ολοκληρωμένη πρόταση που θα διαχωρίζει και τα φυσικά πρόσωπα. Δηλαδή, θα μπορούσε, για παράδειγμα, να μειωθεί το αφορολόγητο ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση, ανάλογα με το πόσα παιδιά έχει ο καθένας. Να μην υπάρξει δηλαδή μια απλή οριζόντια μείωση, εάν τελικά μια τέτοια πρόταση είναι στο τραπέζι και την αποδεχθεί φυσικά η ελληνική πλευρά».
Ακόμη επεσήμανε πως η μείωση των φόρων είναι το «κλειδί» για να σταματήσει η μηνιαία αύξηση στις ληξιπρόθεσμες οφειλές, που παρατηρείται. «Η τακτική των φόρων πάνω στους φόρους είναι φυσικό να έχει αντίκτυπο ως προς την φοροδοτικότητα των πολιτών», δήλωσε.
Καταλήγοντας αναφέρθηκε στο θέμα της δραχμής και υπογράμμισε πως τέτοιες συζητήσεις βλάπτουν τη χώρα ιδιαίτερα σε μια περίοδο που είναι σε εξέλιξη σημαντικές συζητήσεις.
«Η επιστροφή σε εθνικό νόμισμα δεν είναι μια απλή υπόθεση και δεν μπορεί να γίνει χωρίς σοβαρές επιπτώσεις στην οικονομία της χώρας και στον κάθε πολίτη χωριστά. Θα ήθελα, πάντως, να επισημάνω πως αυτές οι συζητήσεις δεν πρέπει να γίνονται όταν υπάρχουν σοβαρά ζητήματα σε εξέλιξη, διότι επηρεάζουν και μάλιστα αρνητικά. Συζήτηση πρέπει να γίνεται για όλα στον κατάλληλο χρόνο, με νηφαλιότητα και κυρίως με επιχειρήματα σοβαρά, που θα λαμβάνουν υπόψη ανάλογα γεγονότα σε άλλες χώρες, αλλά και στην ίδια την Ελλάδα κατά το παρελθόν».