ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η αξιολόγηση, η κυβέρνηση και η... καθόλου πολύπλοκη τακτική της ΝΔ

Η αξιολόγηση, η κυβέρνηση και η... καθόλου πολύπλοκη τακτική της ΝΔ

Απόφαση φαίνεται να το πήραν στο Μαξίμου ότι η δεύτερη αξιολόγηση δεν θα κλείσει στις 26 Ιανουαρίου και πλέον στόχος είναι η ολοκλήρωσή της μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου (Εurogroup, 20.02.2017).

Το Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου μπορεί, όμως, λένε στην κυβέρνηση, να προετοιμάσει τη λύση. Αν, όμως, δεν υπάρχει άμεσα λύση οι εκλογές του Μαρτίου στην Ολλανδία (στις οποίες δοκιμάζεται και ο Πρόεδρος του Eurogroup Γ. Ντάισελμπλουμ) είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσουν σοβαρή καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Να πάει, δηλαδή, το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης για μετά τα μέσα Μαρτίου. Άρα, λογικά, η κυβέρνηση «τρέχει» να προλάβει, ενώ, αντίθετα, κάποιοι άλλοι δεν δείχνουν να βιάζονται...

Η φράση του Γ. Ντάισελμπλουμ σχετικά με το πόσο θα διαρκέσει η πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα ερμηνεύεται, από στελέχη του υπουργείου Οικονομικών, ως στήριξη προς την σημερινή κυβέρνηση. Κι αυτό, επισημαίνουν, γιατί οι εκλογές πουθενά στον κόσμο δεν σημαίνουν πολιτική σταθερότητα. Άρα, συμπεραίνουν, οι Ευρωπαίοι δεν επιθυμούν εκλογές και άρα δεν θα σπρώξουν τα πράγματα τόσο, ώστε να προκαλέσουν πρόωρη προσφυγή στις κάλπες.

Σύμφωνα με πηγές που έχουν άριστη γνώση της διαπραγμάτευσης τα μεγάλα, βέβαια, αγκάθια της διαπραγμάτευσης παραμένουν. Και λύση, όπως όλοι αναγνωρίζουν, δεν μπορεί να υπάρξει σε τεχνικό επίπεδο. Τα σημεία ασυμφωνίας είναι, κυρίως:

– Το δημοσιονομικό κενό του 2018.

– Τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το τέλος του προγράμματος.

Ως προς τα πρωτογενή πλεονάσματα υπάρχουν δύο απόψεις:

- Η άποψη του Β. Σόιμπλε για υψηλά πλεονάσματα (3,5%) για μια δεκαετία (έως το 2029!), πράγμα αδύνατον για όλους τους οικονομολόγους, και

- Η άποψη των Γάλλων (Μ. Σαπέν και Π. Μοσκοβισί) που προτείνουν πέντε χρόνια υψηλά πλεονάσματα(3,5%). Η ελληνική κυβέρνηση, είναι πιθανόν, να δεχτεί πλεονάσματα 3,5% για μια τριετία. Εκτιμά ότι ο στόχος αυτός μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς να ενεργοποιηθεί ο δημοσιονομικός «κόφτης».

Το ΔΝΤ, ενώ εκτιμά ως αδύνατη την επίτευξη τόσων συνεχόμενων υψηλών πλεονασμάτων και προτείνει πρωτογενή πλεονάσματα 1,5%, στην ουσία συντάσσεται με τη «γραμμή Σόιμπλε», για πρωτογενή 3,5%. Για να φτάσει, όμως, η ελληνική οικονομία σε πρωτογενή πλεονάσματα 3,5%, για μια τόσο μεγάλη περίοδο, χρειάζονται, κατά το ΔΝΤ, μέτρα ύψους 2% (3,5% - 1,5%=2%), γεγονός που μεταφράζεται σε παραμετρικά μέτρα (όχι, δηλαδή, μέτρα μία και έξω, αλλά μόνιμα) ύψους 3,6 δισ. ευρώ για μετά το 2018 (180 δισ. ευρώ το ΑΕΠ × 2% = 3,6 δισ. ευρώ). Αν προσθέσουμε και το δημοσιονομικό κενό του 2018, που για το ΔΝΤ είναι 800 εκ., φτάνουμε στα 4,5 δισ. ευρώ που είναι τα συνολικά μέτρα που ζητά το Ταμείο! Πιο πολλή λιτότητα δεν γίνεται...

Παράλληλα το Ταμείο, επιμένει ότι μόνη λύση για πλεονάσματα ύψους 3,5% είναι να υπάρξουν μέτρα ύψους 4,5 δισ. ευρώ. Ζητά περικοπές, και όχι διαρθρωτικά μέτρα. Όπως:

– Από το 2019 και μετά να περικοπούν οι κύριες συντάξεις και το αφορολόγητο να κατέβει περίπου στις 7.000 ευρώ το χρόνο.

– Από το 2018 να περικοπούν τα πολυτεκνικά και οικογενειακά επιδόματα σε μεγάλο βαθμό.

Από την πλευρά της η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών προτείνει:

– Επέκταση του δημοσιονομικού "κόφτη" και πέραν του 2018 με περιγραφή και όχι ποσοτικοποίηση των μέτρων. Και νομοθέτηση των μέτρων, άρα και συγκεκριμενοποίηση, μόνο στην περίπτωση που θα ενεργοποιηθεί ο δημοσιονομικός «κόφτης». Οι περιοχές που θα αφορούν τυχόν μελλοντικές περικοπές θα είναι το αφορολόγητο και οι συντάξεις.

– Ανακοίνωση τώρα των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, τα οποία θα αρχίσουν να ισχύουν με το τέλος του προγράμματος (Αύγουστος 2018). Κι αυτό γιατί μόνο με τα βραχυπρόθεσμα μέτρα, όπως έχουν δηλώσει αξιωματούχοι της ΕΚΤ, το χρέος δεν καθίσταται βιώσιμο και άρα δεν μπορεί η χώρα να ενταχθεί στο πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ.

– Γρήγορο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης –το αργότερο μέχρι 20 Φεβρουαρίου, οπότε είναι το προγραμματισμένο Εurogroup– προκειμένου στις 9 Μαρτίου που συνεδριάζει το ΔΣ της ΕΚΤ να υπάρξει απόφαση ένταξης στην Ποσοτική Χαλάρωση.

Η στάση της Νέας Δημοκρατίας

Η τακτική της ΝΔ δεν είναι καθόλου... πολύπλοκη: προσπαθεί να ασκήσει την μέγιστη δυνατή πίεση προς την κυβέρνηση, προκειμένου να κλείσει την αξιολόγηση – άλλωστε δεν θα είναι ο Κ. Μητσοτάκης αυτός που θα υπογράψει τα νέα μέτρα! Η ηγεσία της ΝΔ εκτιμά ότι η καθυστέρηση της αξιολόγησης εγκλωβίζει και την ίδια. Το Μαξίμου, από την άλλη, εκτιμά ότι η ΝΔ έχει αποφασίσει, κι αυτό ανεξάρτητα από όποιες λεκτικές κορώνες, να συνταχθεί με τις απαιτήσεις των δανειστών. Αυτό, υποστηρίζουν, φάνηκε από τη ΔΕΘ, όπου ο Κυρ. Μητσοτάκης διευκρίνισε ότι:

– Η κυβέρνησή του «θα υλοποιήσει πλήρως και εγκαίρως το συμφωνηθέν από τη χώρα πρόγραμμα και ως προς το σκέλος των διαρθρωτικών αλλαγών που πρέπει ούτως ή άλλως να γίνουν».

– «Όχι μόνο θα το υλοποιήσει, αλλά θα συμπληρώσει και το πρόγραμμα με επιπρόσθετες μεταρρυθμίσεις που θα αποτελέσουν τον πυρήνα ενός συνολικού σχεδίου ανασυγκρότησης της χώρας».

Πληροφορίες, πάντως από τη ΝΔ αναφέρουν ότι ο Κυρ. Μητσοτάκης θα προσπαθήσει να αποσυνδέσει τις πρόωρες εκλογές από το κλείσιμο της αξιολόγησης. Κίνηση απαραίτητη, καθώς στη ΝΔ εκτιμούν ότι το Μαξίμου έχει αποφασίσει να κλείσει την αξιολόγηση, αποδεχόμενο περιγραφή δημοσιονομικών μέτρων συνδεδεμένα με τον δημοσιονομικό «κόφτη». Στη ΝΔ, όμως, ανησυχούν και για τις δηλώσεις κορυφαίων αξιωματούχων της ευρωζώνης που εμμέσως, αλλά σαφώς, στηρίζουν την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα ή, στη χειρότερη περίπτωση, δεν την υπονομεύουν. Βαθιά, βέβαια, ανάσα υπέρ της ΝΔ αποτέλεσαν οι «διορθωτικές» δηλώσεις Β. Σόιμπλε. Οι οποίες πράγματι άλλαξαν το υπέρ της κυβέρνησης κλίμα που πήγε να δημιουργηθεί.