Ευρωεκλογές 2024: «Game changers» οι αναποφάσιστοι - Θα κρίνουν την δεύτερη θέση
«Εκπλήξεις» αναμένεται να φέρει το μεγάλο ποσοστό αναποφάσιστων στο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου, όπως εκτιμά ο επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκη, Γιώργος Σιάκας μιλώντας στο CNN Greece.
Ειδικότερα, όπως εξηγεί ο ίδιος, σύμφωνα με τα δεδομένα που έχουν συγκεντρωθεί «οι τρεις στους 10 πολίτες που έχουν δηλώσει πως δεν έχουν αποφασίσει τι θα ψηφίσουν μπορούν να αλλάξουν τον συσχετισμό».
«Μπορεί να αλλάξει, δηλαδή, το ποιο θα είναι το δεύτερο κόμμα, αλλά και το ''ταβάνι'' της κυβέρνησης».
Υπ’ αυτό το πρίσμα, σημειώνει, «μπορεί να τρίβουμε τα μάτια μας με τα αποτελέσματα των εκλογών».
«Το άθροισμα της κεντροαριστεράς φαίνεται πως υπολείπεται των δυνάμεων της ΝΔ»
Στις έρευνες κοινής γνώμης που έχουν πραγματοποιηθεί ενόψει των Eυρωεκλογών, σύμφωνα με τον ίδιο, η Νέα Δημοκρατία έχει πολύ μεγαλύτερη συσπείρωση από τα υπόλοιπα κόμματα και βλέπουμε να επικρατεί του μοντέλο του «κυρίαρχου κόμματος». Τι σημαίνει αυτό: Πως το άθροισμα των αντιπολιτευόμενων δυνάμεων, κυρίως της κεντροαριστεράς υπολείπεται κατά πολύ των δυνάμεων της Νέας Δημοκρατίας. «Αυτή η εικόνα, λοιπόν, δεν εκτιμώ ότι θα αμφισβητηθεί στις Ευρωεκλογές» τονίζει ο κ. Σιάκας.
Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, πάντως, η Νέα Δημοκρατία δεν φαίνεται ότι πλησιάζει τα ποσοστά που συγκέντρωσε στις Εθνικές Εκλογές του 2023, ούτε πως θα υπερβεί το ποσοστό του 35%.
Αυτό οφείλεται τόσο στο γεγονός ότι οι εκλογές διεξάγονται με αναλογικό σύστημα, αλλά και στο γεγονός ότι δεν τίθεται το ερώτημα της διακυβέρνησης του τόπου, άρα μιλάμε για πολύ χαμηλότερες συσπειρώσεις.
Εκτιμά, δε, πως τα ποσοστά που θα διαμορφωθούν θα πλησιάζουν πολύ περισσότερο εκείνα των Ευρωεκλογών του 2019.
Άνοδος της ακροδεξιάς
Σημειώνει, επίσης, ότι «θα δούμε άνοδο της ακροδεξιάς και κομμάτων που βρίσκονται περισσότερο στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας».
«Βέβαια, η επίθεση που έχει εξαπολύσει προς τα δεξιά της η Νέα Δημοκρατία, για παράδειγμα στην Ελληνική Λύση, με το ψηφοδέλτιο που έχει ανακοινώσει, φαίνεται να στερεί της απεύθυνσης σε αυτή την δεξαμενή ψηφοφόρων στο βαθμό που θα ήθελε».
Ταυτόχρονα, υψηλότερα ποσοστά αναμένονται στα μικρότερα κόμματα, ακριβώς επειδή δεν υπάρχει κάποια ηγετική φυσιογνωμία που θα μπορεί να «ενώσει» όλες αυτές τις δυνάμεις. Το ζήτημα είναι αν θα καταφέρουν να συγκεντρώσουν το απαιτούμενο του 3% και ακόμη και τότε δεν είναι σίγουρο αν θα καταφέρουν να εκλέξουν ευρωβουλευτή.
Χάνει δυνάμεις η Κεντροαριστερά
Το μεγάλο ερώτημα, επισημαίνει, είναι τι θα συμβεί στις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς. «Το κρίσιμο, στην περίπτωση αυτή, δεν είναι ποιος θα καταφέρει να βρεθεί στην δεύτερη θέση, αλλά πολύ περισσότερο ποια είναι τα αθροίσματα αυτών των δυνάμεων».
Ο χώρος αυτός έχει αρχίσει αθροιστικά να χάνει δυνάμεις και αδυνατεί να αρθρώσει έναν συνεκτικό, πειστικό λόγο απέναντι στους πολίτες.
Εκλογές χαμηλής συμμετοχής
Την ίδια ώρα, αναμένονται υψηλά ποσοστά αποχής, που εκτιμάται να ανέλθουν περίπου στο 50%.
«Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στα διακυβεύματα της συγκεκριμένης εκλογικής διαδικασίας. Όπως σημειώνει, «από τις Ευρωεκλογές απουσιάζει η εθνική ατζέντα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να πείσει το ορθολογικό κριτήριο της συμμετοχής».
Παράλληλα, παραμένει «θολός ο ρόλος του ευρωβουλευτή, ο οποίος είναι άμεσα εκλεγμένος, όμως οι αποφάσεις λαμβάνοντας περισσότερο σε κυβερνητικό επίπεδο, συνεννόησης από τα πάνω».
Με τι κριτήριο θα ψηφίσουν οι πολίτες
Το πιο βασικό κριτήριο με βάση το οποίο θα σπεύσουν στις κάλπες οι πολίτες σχετίζεται με το αν συμφωνούν ή διαφωνούν με την πολιτική της κυβέρνησης, αναφέρει ο κ. Σιάκας.
Βρισκόμαστε, σύμφωνα με τον ίδιο, σε μια περίοδο καμπής της κυβέρνησης τόσο λόγω της ακρίβειας, όσο και μιας σειράς άλλων θεμάτων που έχουν απασχολήσει την ελληνική κοινωνία και την κεντρική πολιτική σκηνή του τόπου, όπως το πολύνεκρο δυστύχημα των Τεμπών, χωρίς, όμως αυτό να σημαίνει ότι θα διακυβευτεί η «πρωτιά» του κυβερνώντος κόμματος.
Το δεύτερο κριτήριο, με βάση το οποίο συμμετέχουν οι πολίτες στις εκλογές σχετίζεται, όπως υπογραμμίζει, με τις σχέσεις ισχυρής ή μη πολιτικής ταύτισης που μπορεί να έχουν οι ψηφοφόροι με τα κόμματα. Σχέσεις που τα τελευταία χρόνια είναι αποδυναμωμένες και ιδιαίτερα στα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Αναφερόμενος στην αντιπολίτευση, ο κ. Σιάκας σημειώνει πως «το αντίπαλο δέος στην κυβέρνηση είναι κατακερματισμένο και αποδυναμωμένο».
«Αποδυναμωμένο γιατί στα πρόσωπα όσων διεκδικούν να είναι απέναντι από τον πρωθυπουργό δεν φαίνεται να υπάρχει μια ηγετική φυσιογνωμία που να μπορεί να πείσει ότι μπορεί να συγκεντρώσει αυτές τις κατακερματισμένες φωνές».
«Είναι από τις λίγες μετά την κρίση περιπτώσεις που δεν φαίνεται να αναδεικνύεται ο επόμενος πρωθυπουργός».