Νέα σκληρή κριτική του Κ. Μητσοτάκη στην κυβέρνηση από την Ετήσια Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ
Επίθεση στην κυβέρνηση, την οποία και κατηγόρησε πως με την πολιτική της δεν θα οδηγήσει τη χώρα στην ανάπτυξη, εξαπέλυσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, παρουσιάζοντας τον πυρήνα της κυβερνητικής πρότασης της ΝΔ που βασίζεται στο δίπτυχο «λιγότεροι φόροι - μικρότερες δαπάνες».
Μιλώντας στην Ετήσια Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ, ο πρόεδρος της ΝΔ επανέλαβε την ανάγκη να υπάρξει «μια συμφωνία αλήθειας με τους Ευρωπαίους εταίρους και την ελληνική κοινωνία» ενώ δεσμεύτηκε πως κυβέρνηση θα στηρίξει την υγιή επιχειρηματικότητα.
Ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε στην ανάγκη «να υπάρξει μια δέσμευση για την πραγματική υλοποίηση γενναίων μεταρρυθμίσεων, με αντάλλαγμα μικρότερα πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 2% και για επίτευξη ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης 4% από το 2018 και μετά» προσθέτοντας πως «για να πετύχουμε αυτόν το στόχο είναι απαραίτητο να κάνουμε μια στροφή προς τη συστηματική στήριξη της επιχειρηματικότητας και την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων, εφαρμόζοντας την αρχή «λιγότεροι φόροι - μικρότερες δαπάνες», θέτοντας ως στόχο την αύξηση των ελληνικών εξαγωγών κατά 10% κάθε χρόνο και ωθώντας τις επενδύσεις στο 20% του Α.Ε.Π., από 11% που είναι σήμερα μέσα σε μια πενταετία».
Μάλιστα έθεσε και πάλι ως στόχο τη δημιουργία 120 χιλιάδες νέων θέσεων εργασίας τον χρόνο».
Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, έθεσε πέντε προϋποθέσεις, τις οποίες και ανέπτυξε και έχουν να κάνουν με την ανάκτηση της αξιοπιστίας της χώρας, την αποκατάσταση της ρευστότητας, τη δημιουργία ενός σταθερού φορολογικού πλαισίου με παράλληλη μείωση των φόρων καθώς και την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας.
«Για να επανέλθει η εμπιστοσύνη απαιτείται πρωτίστως μια Κυβέρνηση η οποία είναι πραγματικά προσηλωμένη στην υλοποίηση μεταρρυθμίσεων. Όχι μια κυβέρνηση που φοράει προσωρινά ένα μεταρρυθμιστικό προσωπείο, αλλά δεν διαθέτει ούτε τη θέληση, ούτε την ικανότητα να εφαρμόσει αυτά που νομοθετεί» είπε χαρακτηριστικά επισημαίνοντας πως «σήμερα η λογική 'λιγότεροι φόροι - λιγότερες δαπάνες' βρίσκεται στον πυρήνα της κυβερνητικής μας πρότασης.».
Αναφερόμενος στο σημερινό περιβάλλον, ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε ότι «κάθε άλλο παρά ευοίωνο είναι» εξηγώντας πως δίχως την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, το Α.Ε.Π. της χώρας το 2016 θα ήταν 196 δισ. ευρώ.
«Τώρα εκτιμάται ότι θα είναι 175 δισ. ευρώ, 21 δισ. λιγότερα. 13% λιγότερη ανάπτυξη σε δύο χρόνια. Σαφής είναι και η επιδείνωση στο μέτωπο της επιχειρηματικότητας και των επενδύσεων. Σύμφωνα με στοιχεία του Γενικού Εμπορικού Μητρώου, τους πρώτους τρεις μήνες του 2016 κατεγράφη ο μεγαλύτερος αριθμός λουκέτων στα χρονικά της κρίσης
(9.812 διαγραφές επιχειρήσεων).
Οι άμεσες ξένες επενδύσεις από 1,67 δις το 2014 έπεσαν στο -0,29 δις ευρώ το 2015. Βιώνουμε συνθήκες αυξανόμενης αποεπένδυσης» είπε ενώ επιτεθηκε στην κυβέρνηση για την πολιτική που ακολουθεί.
«Το αργοπορημένο κλείσιμο της αξιολόγησης συγκρινόμενο με το περσινό χαοτικό καλοκαίρι, δημιούργησε την ψευδαίσθηση μιας φαινομενικής σταθερότητας. Αυτή είναι επίπλαστη. Γιατί η πολιτική αυτής της Κυβέρνησης δεν προσφέρει την αναγκαία σταθερότητα που απαιτείται για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Η Κυβέρνηση επέλεξε να κλείσει την αξιολόγηση με την επιβολή μιας σειράς από υφεσιακά μέτρα, όπως η αύξηση του Φ.Π.Α. Ήδη έχουμε και τις πρώτες ενδείξεις ότι η αύξηση του Φ.Π.Α. στα νησιά, όχι μόνο δεν έφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, αλλά φαίνεται να αποτελεί και κίνητρο για μεγαλύτερη φοροδιαφυγή. Οι υπερβολικοί φόροι φέρνουν ύφεση, μείωση της κατανάλωσης, αυξημένη φοροδιαφυγή», είπε επισημαίνοντας πως η Κυβέρνηση έχει υιοθετήσει μέτρα που φορτώνουν άδικα βάρη στις πλάτες της παραγωγικής Ελλάδας.»
Ο κ. Μητσοτάκης μάλιστα κατηγόρησε την κυβέρνηση πως επιμένει να τηρεί μια αντιφατική στάση απέναντι στις μεταρρυθμίσεις. «Από τη μία, τις νομοθετεί πειθαναγκαστικά για να ικανοποιήσει τους δανειστές.
Αλλά, από την άλλη, τα ίδια τα στελέχη της υπονομεύουν συστηματικά την υλοποίησή των μεταρρυθμίσεων, με σκοπό να ικανοποιήσουν ένα στενό κομματικό ακροατήριο. Η Κυβέρνηση αρέσκεται να μιλάει για την επιστροφή στην ανάπτυξη με όρους και κρατικίστικες προσεγγίσεις του προηγούμενου αιώνα», τόνισε χαρακτηριστικά.