ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Οι εκλογές και ο θείος που θα κάτσει με τη νεολαία

Οι εκλογές και ο θείος που θα κάτσει με τη νεολαία
freepik

Μπορεί το «κυρίως πιάτο» στην αντιπαράθεση για την προσέλκυση των ψηφοφόρων να είναι αυτό που ονομάζουμε «μεσαία τάξη» και ειδικά αυτό που παραμένει στους αναποφάσιστους, υπάρχει όμως και ένα κομμάτι του εκλογικού σώματος, το οποίο ειδικά σ’ αυτήν την προεκλογική περίοδο έχει την τιμητική του.

Οι «πιτσιρικάδες», οι νέοι ψηφοφόροι ή οι λίγο μεγαλύτεροι, που έχουν όμως μεγάλη απόσταση να διανύσουν μέχρι τη μέση ηλικία, δέχονται το εντονότερο «φλερτ» από τα κομματικά επιτελεία.

Την αρχή έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ με σποτάκια που εμφάνιζαν έναν νέο στην μετεφηβική ηλικία, στο δωμάτιο του, να εκφράζει αγωνίες για το παρόν και το μέλλον του, ώσπου στο τελευταίο σποτ της σειράς εμφανίζεται ο Αλέξης Τσίπρας που δέχεται από τον νεαρό την προσφώνηση Bro, φαίνεται να «ξινίζει» ελαφρώς, με τον νεαρό να διορθώνει σε «Broέδρε».

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν άργησε να απαντήσει, χρησιμοποιώντας στις ομιλίες του λέξεις, που όπως ο ίδιος ομολόγησε, ξεσήκωσε από το λεξιλόγιο των παιδιών του. Έτσι εμφανίστηκαν τα cringy, τα cool και τα trendy στους λόγους του, κάνοντας τα τρολ των κοινωνικών δικτύων πιο χαρούμενα, γιατί είχαν πεδίο δόξης λαμπρόν για να τρολάρουν. Και ίσως αυτός ήταν και ο στόχος.

Ο πρωθυπουργός την ίδια εποχή ανακάλυψε και το Tik Tok, αφήνοντας το twitter για τις πιο σοβαρές και πιο πολιτικές αναρτήσεις. Εκεί εμφανίζεται όλο και πιο συχνά για να ζητήσει «δικαιώματα για τα ντολμαδάκια» ή για να «μιλήσει στους νέους». Πολύ συχνά κάνει αναρτήσεις μέσα από το αυτοκίνητό του, ακολουθώντας πιστά τα μέτρα του μέσου. Χαλαρή διάθεση, ατημέλητο look, «έξυπνη» ατάκα.

Και ενώ οι δύο μεγάλοι μονομάχοι συναγωνίζονται στο ποιος θα κοπιάρει πιο πιστά την νεανική εικόνα, ξεσηκώνοντας λέξεις από τη slang της εποχής η έκπληξη ήρθε από τον γραμματέα του ΚΚΕ, Δημήτρη Κουτσούμπα, ο οποίος άρχισε να εμφανίζεται με έναν τρόπο και έναν λόγο που δεν συνηθίζεται στην κομμουνιστική Αριστερά (αν και οι προκάτοχοι του, η Αλέκα Παπαρήγα, αλλά και ο Χαρίλαος Φλωράκης, ήταν φημισμένοι για το χιούμορ τους). Κυρίως μέσω των βίντεο του Luben οι ατάκες του Δημήτρη Κουτσούμπα «αυτοί είστε», «πού τα βρήκατε αυτά τα φιντάνια» και τα σουρεαλιστικά «ωραία που είν’ η Λιβαδειά, χωρίς καμιάν αιτία» έγιναν trend στο διαδίκτυο.

Οι νέοι της εποχής δέχονται βροχή μηνυμάτων από τα κομματικά επιτελεία, που προσπαθούν να πείσουν ότι «μιλούν τη γλώσσα τους», ότι «καταλαβαίνουν» τους κώδικές τους, ότι η απόσταση που χωρίζει τους 45άρηδες και 50άρηδες της πολιτικής από τη νεολαία δεν είναι δα και τόσο μεγάλη. Είναι όμως έτσι;

Πρώτ’ απ’ όλα είναι διαφορετικό να είσαι κάτι από το να το μιμείσαι. Οι ατάκες των νέων είναι «ξεσηκωμένες» από τους πολιτικούς, δεν ανήκουν στα δικά τους εργαλεία επικοινωνίας. Ας σκεφτεί κάποιος σημερινός 50άρης πώς θα του φαινόταν, τριάντα χρόνια πριν, αν ένας που πολέμησε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ή έζησε τη Μικρασιατική Καταστροφή τον πλησίαζε λέγοντάς του: «Είναι πολύ φάση το αγόρι» κοπιάροντας ατάκες από τα «Τσακάλια» ή από τις ταινίες του Στάθη Ψάλτη. Στην καλύτερη περίπτωση το θέαμα θα ήταν αστείο.

Όπως συμβαίνει με όλες τις ηλιακές ομάδες οι νέοι είναι τρία πράγματα: Αυτό που πραγματικά είναι, αυτό που πιστεύουν οι ίδιοι ότι είναι και αυτό που πιστεύουν οι άλλοι ότι είναι. Και τα επιτελεία που ασχολούνται με την επικοινωνία των κομμάτων, μετά βίας καταφέρνουν να κατανοήσουν το τρίτο.

Ποια είναι λοιπόν αυτή η νέα γενιά, στην οποία όλοι θέλουν να μιλήσουν στη γλώσσα της και να την οδηγήσουν στο δικό τους ψηφοδέλτιο. Αυτό που είναι βέβαιο ότι πως νέα γενιά – όπως και κάθε γενιά - δεν είναι μια γεννήτρια παραγωγής ατάκας. Δεν ορίζεται από την «αργκό» της, αυτή είναι εργαλείο, όχι αυτοσκοπός. Είναι επίσης μια γενιά, που μπορεί να την βλέπουμε οι μεγαλύτεροι ως απολίτικη και επιρρεπή στο χαβαλέ, αλλά ας σκεφτούμε ότι είναι η γενιά, που έζησε μόνο κρίση, η «κανονικότητά» της είναι το μη κανονικό. Είναι η γενιά που είδε τους γονείς της να μένουν άνεργοι, η γενιά που είχε λιγότερο χαρτζιλίκι γιατί η οικογένεια «δεν έβγαινε», η γενιά που ουσιαστικά της απαγορεύτηκε να ονειρευτεί. Οι γονείς αυτών παιδιών έζησαν ως νέοι σε μια εποχή που «όλα ήταν δυνατά», αυτά τα παιδιά κληρονόμησαν το αδιέξοδο ως προοπτική.

Ας μην πλησιάζουμε λοιπόν αυτά τα παιδιά, απλώς πιθηκίζοντας τις εκφράσεις τους. Γιατί γινόμαστε αυτό που όλοι λίγο πολύ έχουν ζήσει στα νιάτα τους. Του θείου που θέλει να κάτσει με τη νεολαία, στα οικογενειακά τραπέζια, μιμείται τη γλώσσα τους, κάνει χιούμορ που οι νέοι δεν κατανοούν και στο τέλος δεν βλέπουν την ώρα να τον ξεφορτωθούν. Ας απαντήσουμε στις αγωνίες αυτών των παιδιών, ας κάνουμε ορατό γι αυτά ένα μέλλον, χωρίς αποκλεισμούς.

Ας τα ακούσουμε κυρίως και ας αφήσουμε τη γλώσσα τους για την μεταξύ τους επικοινωνία. Αλλιώς υπάρχει ο κίνδυνος να δουν όλη αυτή την επιχείρηση προσεταιρισμού τους ως πολύ… cringy.