Αχτσιόγλου στην ΕΡΤ: Δουλεύουμε για να είναι πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές
Το στόχο να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα στις εκλογές, έθεσε η τομεάρχης οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ, Έφη Αχτσιόγλου.
«Δουλεύουμε για να είναι πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές, δεν δουλεύουμε με άλλα σενάρια», ανέφερε η κ. Αχτσιόγλου μιλώντας στην ΕΡΤ και πρόσθεσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει την απλή αναλογική από θέση αρχής γιατί «αυτή εκφράζει με πιο καθαρό τρόπο τη λαϊκή βούληση και γιατί πραγματικά πιστεύουμε ότι πρέπει να υπάρχουν συνεργασίες».
«Εμείς είμαστε πάρα πολύ επίμονοι στο ζήτημα των συνεργασιών και το θέτουμε με πολύ καθαρό τρόπο, να γίνουν συνεργασίες για προοδευτική διακυβέρνηση στον τόπο χωρίς αποκλεισμούς, χωρίς προνομιακούς συνομιλητές, στη βάση προγραμματικών θέσεων. Αλλά το πολιτικό σχέδιο για το οποίο δουλεύουμε και το μόνο σενάριο με το οποίο βλέπουμε αυτή τη στιγμή είναι ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι πρώτο κόμμα», τόνισε η κ. Αχτσιόγλου.
Κληθείσα να σχολιάσει τη δήλωση του πρωθυπουργού πως ο ΣΥΡΙΖΑ ενδέχεται να αμφισβητήσει το εκλογικό αποτέλεσμα, η κ. Αχτσιόγλου είπε χαρακτηριστικά πως «δεν μπορεί τα αποκυήματα της φαντασίας του κ. Μητσοτάκη να καλούμαστε να τα απαντούμε διαρκώς με σοβαρούς όρους», αποδίδοντάς τα σε μια ανησυχία έντονη αναφορικά με τις επερχόμενες εκλογές.
«Δεν είναι σοβαρή η συζήτηση αυτή. Δεν είναι σοβαρό… Δηλαδή αν για παράδειγμα ένας άλλος πολιτικός αρχηγός σας έλεγε σήμερα «ο κ. Μητσοτάκης θα χάσει τις εκλογές και θα τις αμφισβητήσει», θα εγκαλούσατε αύριο τον κ. Μητσοτάκη να σας απαντήσει σε αυτό το σενάριο;», αναρωτήθηκε η κ. Αχτσιόγλου εκτιμώντας ότι ο πρωθυπουργός και η ΝΔ χρησιμοποιούν συνεχώς το τελευταίο χρονικό διάστημα «τέτοια εφευρήματα επικοινωνιακού τύπου προκειμένου να μην συζητιέται, η ουσία. Η ουσία ποια είναι; Ποια είναι τα κοινωνικά προβλήματα, τι αντιμετωπίζει ο κόσμος με την ακρίβεια, με τη μείωση του εισοδήματος, τι αντιμετωπίζει με; τους πλειστηριασμούς με την πρώτη κατοικία του, τι αντιμετωπίζει η δημοκρατία με το σκάνδαλο των υποκλοπών; Αυτά είναι τα σοβαρά ζητήματα και επ’ αυτών πρέπει να γίνεται και η αντιπαράθεση και η σύγκρουση των προγραμματικών θέσεων», υπογράμμισε η κ. Αχτσιόγλου.
Όσον αφορά το θέμα των πλειστηριασμών και τη σημερινή τοποθέτηση της Ένωσης Εταιρειών Διαχείρισης που κάνει λόγο για ανακριβή στοιχεία περί 700.000 πλειστηριασμών, η κ. Αχτσιόγλου επεσήμανε ότι η πραγματικότητα είναι πως μετά την ψήφιση του πτωχευτικού νόμου της Νέας Δημοκρατίας έχει καταργηθεί κάθε προστασία της πρώτης κατοικίας.
«Δηλαδή ο πολίτης και ο πλέον ευάλωτος, δεν είναι ιδιοκτήτης του σπιτιού του. Αυτό βασικά σημαίνει ότι δεν υπάρχει προστασία της πρώτης κατοικίας. Υπάρχει ένας εξωδικαστικός μηχανισμός για τη ρύθμιση των οφειλών, ο οποίος δεν προχωράει, δεν λειτουργεί, δεν ρυθμίζονται οι οφειλές και δεν ρυθμίζονται οι οφειλές, γιατί δεν είναι υποχρεωμένοι οι πιστωτές να καθίσουν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης», εξήγησε η κ. Αχτσιόγλου και πρότεινε να υπάρχει μια διπλή πρόνοια: «Από την μία πλευρά να υπάρχει προστασία της πρώτης κατοικίας νομοθετικά κατοχυρωμένη – αυτό δεσμευόμαστε ότι θα κάνουμε εμείς εφόσον μας δοθεί η δυνατότητα να κυβερνήσουμε – και από την άλλη, πρέπει να υπάρχει μια δεσμευτικότητα συμμετοχής των πιστωτών στη ρύθμιση του δανείου για να μπορέσει να υπάρξει και μια ανακούφιση των πολιτών».
«Το θέμα είναι η οπτική, εάν βλέπεις τους πολίτες ως στρατηγικούς κακοπληρωτές κατά κύριο λόγο μπαταχτσήδες, που φαίνεται ότι αυτή είναι η οπτική της κυβέρνησης – γι’ αυτό έχει κάνει αυτόν τον πτωχευτικό και αυτόν τον εξωδικαστικό μηχανισμό, γι’ αυτό έχει κάνει και αυτόν τον «Ηρακλή», δηλαδή τη μεταβίβαση των δανείων στα funds με τρόπο που ουσιαστικά να ευνοούν τους γρήγορους και εύκολους και αφορολόγητους πλειστηριασμούς – ή αν βλέπεις το πρόβλημα από την πλευρά των πολιτών οι οποίοι βρέθηκαν σε αντικειμενική αδυναμία πληρωμής», συμπλήρωσε.
Απαντώντας σε ερώτηση για το αν ο ΣΥΡΙΖΑ – στην περίπτωση που είναι κυβέρνηση μετά τις εκλογές – θα έχει αγαστή συνεργασία με τον Γιάννη Στουρνάρα, η κ. Αχτσιόγλου είπε πως από τη χθεσινή συζήτηση του Αλέξη Τσίπρα με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, υπάρχει ένας σεβασμός και μία κατανόηση των τοποθετήσεων των δύο πλευρών, αλλά ότι «από εκεί και πέρα υπάρχει και μια απόσταση η οποία μας χωρίζει από τον τρόπο που η Τράπεζα της Ελλάδος βλέπει ορισμένα ζητήματα, όπως κυρίως για παράδειγμα το ζήτημα του ιδιωτικού χρέους που δεν το βλέπει από την πλευρά του κοινωνικού προβλήματος, το βλέπει από την πλευρά των ρευστοποιήσεων των περιουσιών για να ικανοποιούνται οι πιστωτές».