ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Φίλης στο CNN Greece: Ο Ερντογάν επιλέγει να εφαρμόσει τη «διπλωματία του νταή»

Φίλης στο CNN Greece: Ο Ερντογάν επιλέγει να εφαρμόσει τη «διπλωματία του νταή»
Ο διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων χαρακτηρίζει «γελοιότητα» τη φράση που επαναλαμβάνει ο Ερντογάν ότι «θα έρθουμε μια νύχτα» και εκτιμά πως «είναι καθαρά μια λογική εκφοβισμού και απειλής» AP Photo / Darko Bandic

Τον «πολιτικό χαμαιλεοντισμό» και την «αλλοπρόσαλλη στάση» του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έναντι της Ελλάδας υπογραμμίζει ο διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων και αναπληρωτής καθηγητής του Αμερικανικού Κολλεγίου Αθηνών, Κωνσταντίνος Φίλης, σε συνέντευξή του στο CNN Greece. 

Με φόντο τα όσα συνέβησαν στην Πράγα και το «θερμό» επεισόδιο ανάμεσα στον πρόεδρο της Τουρκίας και τον Έλληνα πρωθυπουργό, στην Πράγα, ο κ. Φίλης επισημαίνει ότι «η ελληνική πλευρά και ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν απολύτως προετοιμασμένοι για όσα συνέβησαν», ενώ σημειώνει πως «ο Ερντογάν επιλέγει να εφαρμόσει τη "διπλωματία του νταή"».

Παράλληλα, αναφέρει πως η Ελλάδα οφείλει να προσέξει ένα σημαντικό κίνδυνο που ελλοχεύει εξαιτίας της έντασης στις σχέσεις της με την Τουρκία:

«Εκτιμώ πως η φάση στην οποία βρισκόμαστε, είναι λίαν επικίνδυνη: Δεν υπάρχει τρόπος ούτε σχέδιο αποκλιμάκωσης, δεν υπάρχει συνεννόηση ανάμεσα στα δύο μέρη. Διπλωματία είναι – και πρέπει να είναι – οι εξοπλισμοί, γιατί η Τουρκία είναι μια χώρα που έχει ως στρατηγική κουλτούρα να καταλαβαίνει μόνο από στρατιωτική ισχύ, αλλά δεν θα πρέπει να εξαντλείται η διπλωματία μας εκεί», εκτιμά ο Κωνσταντίνος Φίλης.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του Κωνσταντίνου Φίλη στο CNN Greece

filis.jpg
Ο διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων και αναπληρωτής καθηγητής του Αμερικανικού Κολλεγίου Αθηνών, Κωνσταντίνος ΦίληςEUROKINISSI / ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ

Κύριε Φίλη, γιατί ο πρόεδρος Ερντογάν επιλέγει να κινείται διαρκώς εκτός πρωτοκόλλου και πέρα από τα εσκαμμένα; Σε τι αποσκοπεί, δεδομένου ότι στην Πράγα τον είδαμε να ξεπερνά εκ νέου τα όρια;

Κατ’ αρχάς αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο ο κ. Ερντογάν πολιτεύεται τα τελευταία χρόνια, δεν είναι κάτι καινούργιο αυτό. Πράγματι, όμως, έχει ενταθεί αυτό τους τελευταίους μήνες και είναι αποτέλεσμα μιας συνδυαστικής διαδικασίας, η οποία έχει να κάνει με δύο στοιχεία:

Πρώτον, με το ότι ο ίδιος βρίσκεται στην εξουσία εδώ και 20 χρόνια, άρα έχει αναπτύξει μια αλαζονεία και μια απώλεια της αίσθησης της πραγματικότητας, η οποία συνδυαστικά με την αλαζονεία φέρνει αυτά τα αποτελέσματα.

Δεύτερον, έχει να κάνει με το γεγονός ότι αυτός ο τρόπος είναι που «περνάει» στο εσωτερικό της χώρας και ολοένα και συχνότερα ο Ερντογάν μπερδεύει τα εσωτερικά ζητήματα με την εξωτερική πολιτική της χώρας του. Δηλαδή, εσωτερικοποιεί την εξωτερική πολιτική.

Πλην όμως, πρέπει να πούμε ότι από τη στιγμή που ο ίδιος είναι ένας πολιτικός χαμαιλέοντας, προσαρμόζεται: Ο Ερντογάν που πήγε πριν από τρεις εβδομάδες στη Σαμαρκάνδη του Ουζμπεκιστάν και ήταν α λα μπρατσέτα με τον Πούτιν, ήταν ο ίδιος που πήγε στη Νέα Υόρκη, κατηγόρησε την Ρωσία για τα δημοψηφίσματα (σ.σ. προσάρτησης των τεσσάρων ουκρανικών επαρχιών), πήρε μέτρα για το τραπεζικό σύστημα MIR, βγάζοντας απ’ αυτό τις τουρκικές τράπεζες. Και είναι ο ίδιος άνθρωπος, ο οποίος συνομιλεί με τον Νικόλ Πασινιάν, τον πρωθυπουργό της Αρμενίας, με την οποία η Τουρκία δεν έχει διπλωματικές σχέσεις και ταυτόχρονα κατηγορεί την Ελλάδα για επιθετικότητα σε ένα δείπνο ηγετών που δεν είχε τέτοιο θέμα στην ημερήσια διάταξή του.

Τα λέω όλα αυτά, γιατί τελικά καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ο Ερντογάν έχει αυτή τη στιγμή μια πολιτική και μια τακτική, η οποία είναι αλλοπρόσαλλη, άλλες φορές συνειδητά κι άλλες φορές, επειδή πολύ απλά του βγαίνει.

Επαναλαμβάνω, όντας 20 χρόνια ηγέτης βλέπει υποτιμητικά τους ηγέτες όλων των υπολοίπων κρατών, γιατί αυτοί εναλλάσσονται ενώ αυτός παραμένει στη θέση του. Ωστόσο, είναι και ο τρόπος που – έτσι κι αλλιώς – ο ίδιος πολιτεύεται, πέρα από τα ειωθότα και νομίζει ότι κάτι τέτοιο θα του «περάσει».

Επιμένει, όμως, κύριε Φίλη, σε αυτή την λογική του «Μητσοτάκης γιοκ», χωρίς πλέον να δείχνει διατεθειμένος να ακολουθήσει ούτε καν τα στοιχειώδη σε επίπεδο διπλωματικής διαλεκτικής, μοιάζει σα να μη δίνει σημασία ούτε καν στα στοιχειώδη σε επίπεδο κώδικα συμπεριφοράς. Πώς το αξιολογείτε αυτό;

Αυτό έχει χαθεί εδώ και καιρό, απλώς τώρα – και αυτό ίσως είναι το πιο σημαντικό – είναι πως όλα όσα συμβαίνουν πλέον με τον Ερντογάν, μας έρχονται «μαζεμένα», γίνονται πλέον συστηματικά. Όλα αυτά συνέβαιναν και στο παρελθόν, απλώς ήταν πιο διάσπαρτα.

Είναι κώδικας συμπεριφοράς, όταν ο Ερντογάν έλεγε στους Γερμανούς ψηφοφόρους τουρκικής καταγωγής ποιο κόμμα να μη ψηφίσουν; Είναι κώδικας συμπεριφοράς, όταν ο Τούρκος πρόεδρος στους Ολλανδούς τουρκικής καταγωγής και τους έλεγε να καταψηφίσουν τον πρωθυπουργό Μαρκ Ρούτε; Είναι, άραγε, κώδικας συμπεριφοράς, όταν ο ίδιος έλεγε ότι ο Μακρόν είναι ένας «μικρός Ναπολέων» ή όταν αποκαλούσε το Ισραήλ «κράτος – τρομοκράτη» και τον Αιγύπτιο πρόεδρο Σίσι «δικτάτορα»; Δεν συνηθίζεται αυτό το στιλ στη Δύση.

Οπότε, πλέον όλα αυτά τα καμώματα είναι μαζεμένα και απλώς μας κάνουν εντύπωση, επειδή γίνονται με συστηματικό τρόπο και πολύ πυκνά στο χρόνο.

Μήπως, τελικά, ο πρόεδρος της Τουρκίας επιδίδεται σε αυτούς τους τακτικισμούς, ώστε να δημιουργήσει ένα κλίμα στο εσωτερικό της χώρας του, με απώτερο στόχο να ματαιώσει τις εκλογές που είναι να γίνουν τον Ιούλιο του 2023; Γιατί, το τελευταίο διάστημα, αναφέρεται συχνά το γεγονός ότι ο Ερντογάν επιχειρεί να εκμεταλλευθεί το άρθρο 119 του τουρκικού Συντάγματος* ανεβάζοντας τους τόνους με την Ελλάδα, ώστε να προκαλέσει μια τεχνητή κρίση. Πώς το σχολιάζετε;

Δεν χρειάζεται να ανεβάσει τους τόνους, για να το πετύχει αυτό. Αυτό θα το κάνει, έτσι κι αλλιώς. Ο ίδιος επιλέγει να υψώσει τους τόνους λόγω της αλαζονείας που τον διακατέχει εξαιτίας της μακρόχρονης παραμονής του στην εξουσία κι επειδή αυτό είναι το στιλ που ο ίδιος θεωρεί ότι έχει πέραση στο εσωτερικό της χώρας του. Είναι σημαντικό μετά την καθιερωμένη μεγάλη προσευχή των Μουσουλμάνων της Παρασκευής να γυρνάει και να λέει «εγώ έβαλα στη θέση του τον Μητσοτάκη».

Επίσης, όλο αυτό είναι απόρροια της μέθης μεγαλείου που τον διακατέχει, βγάζει έναν εκνευρισμό, καθώς δεν έχει κατορθώσει να κεφαλαιοποιήσει όσα έχουν συμβεί στην Ουκρανία και είναι κι ένας τρόπος για να αυξάνει διαρκώς την πίεση προς τους συνομιλητές του.

Αυτό το «bullying», ουσιαστικά – γιατί μιλάμε για μια «διπλωματία του νταή» - θεωρεί ο ίδιος πως είναι σημαντική, γιατί με αυτό τον τρόπο αυξάνει το φόβο στους συνομιλητές του, είτε αυτή είναι η Ελλάδα που ο ίδιος τη θεωρεί υποδεέστερη, είτε είναι οι ΗΠΑ.

Πώς κρίνετε τη στάση του Έλληνα πρωθυπουργού στην Πράγα, με φόντο και το «θερμό» επεισόδιο που είχε με τον Τούρκο πρόεδρο στο δείπνο της Άτυπης Συνόδου της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας αλλά και με βάση την περιγραφή που έκανε ο κ. Μητσοτάκη στους Ευρωπαίους ηγέτες για τη συγκεκριμένη λεκτική αντιπαράθεση;

Η ελληνική πλευρά ήταν απολύτως προετοιμασμένη για όσα έγιναν. Ακούω πολλές φορές κάποιους να λένε «έπεσα από τα σύννεφα που αντέδρασε έτσι ο Μητσοτάκης» και ότι «ο Ερντογάν ξεπερνά τα διπλωματικά ειωθότα».

Επιτρέψτε μου να πω ότι η Τουρκία, με το τουρκολιβυκό μνημόνιο ξεπερνά τα διπλωματικά ειωθότα, όχι μόνο στο θεωρητικό αλλά και στο πρακτικό επίπεδο. Το ότι ανακαλύπτει, ξαφνικά, αντικρυστές ακτές με την Λιβύη είναι πρωτάκουστο και πέρα από κάθε λογική.

Ο κ. Μητσοτάκης ήταν απόλυτα προετοιμασμένος. Ωστόσο, εδώ υπάρχει ένας κίνδυνος, τον οποίο θα ήθελα να σημειώσουμε. Κίνδυνος είναι, έχοντας μπει σε αυτό το αρνητικό σπιράλ, να βλέπουμε το δέντρο, που είναι και τα οφέλη που μπορεί να αποκομίσει κανείς από αυτή την ένταση και να μη βλέπουμε το δάσος. Και το δάσος, στην προκειμένη περίπτωση, όπως πολύ σωστά επισημαίνει η ελληνική πλευρά, είναι η διευθέτηση και όχι η διατήρηση της έντασης που κάποια στιγμή μπορεί να «σκάσει» και να είναι τα πράγματα πλέον μόνο αρνητικά.

Με άλλα λόγια, πρέπει να αποφύγουμε να μπούμε σε μία συνθήκη, όπου η επόμενη κίνηση που θα γίνει στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, θα είναι προς το χειρότερο και όχι προς το καλύτερο. Ιδιαίτερα σε μια στιγμή, κατά την οποία δεν υπάρχουν και οι δίαυλοι επικοινωνίας, αυτό είναι πάρα πολύ αρνητικό για μια περίοδο κρίσης.

Προσωπικά, εκτιμώ πως η φάση στην οποία βρισκόμαστε, είναι λίαν επικίνδυνη: Δεν υπάρχει τρόπος ούτε σχέδιο αποκλιμάκωσης, δεν υπάρχει συνεννόηση ανάμεσα στα δύο μέρη. Διπλωματία είναι – και πρέπει να είναι – οι εξοπλισμοί, γιατί η Τουρκία είναι μια χώρα που έχει ως στρατηγική κουλτούρα να καταλαβαίνει μόνο από στρατιωτική ισχύ, αλλά δεν θα πρέπει να εξαντλείται η διπλωματία μας εκεί.

Ένα δεύτερο στοιχείο είναι ότι, όσο η ένταση μεγαλώνει, μεγαλώνει και ο κίνδυνος να μας σπρώξει ο ξένος παράγοντας σε έναν διάλογο, στην λογική ότι «αφού δεν μπορείτε να τα βρείτε και ο πόλεμος είναι ante portas, κάτι πρέπει να κάνουμε». Και αυτό το κάτι είναι ένας διάλογος, αλλά διάλογος επί ποιας βάσης;

Τι πρέπει να περιμένουμε από εδώ και στο εξής; Σε πρόσφατη συνέντευξή σας είχατε μιλήσει για το ενδεχόμενο η Τουρκία να σκέπτεται εισβολή σε νησιά όπως η Κίναρος ή η Κανδελιούσα. Πόσο σοβαρά ή μη μπορούμε εντέλει να λάβουμε την απειλή του Ερντογάν «θα έρθουμε μια νύχτα»;

Αυτό το θεωρώ γελοιότητα, γιατί είναι καθαρά μια λογική εκφοβισμού και απειλής. Όταν πρόκειται να το κάνεις, συνήθως δεν το λες. Γι’ αυτό, άλλωστε, πηγαίνεις κάπου νύχτα, για να μην το πάρει χαμπάρι η άλλη πλευρά. Άμα είναι να το λες για να το λες, τότε δεν υπάρχει κανένας αιφνιδιασμός.

Οπότε, στην πράξη, η φράση «θα έρθουμε μια νύχτα» που λέει ο Ερντογάν, δίνει πρωτίστως στην ελληνική πλευρά επιχείρημα, για να δείχνουμε ποιες είναι οι προθέσεις του και δεύτερον χάνει ο ίδιος το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού.

* Το άρθρο 119 του τουρκικού Συντάγματος προβλέπει ότι ο Πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας να ματαιώσει τις εκλογές εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες συνθήκες: «Πόλεμος, ανάδυση μιας κατάστασης που αναγκάζει σε πόλεμο, επιστράτευση, εξέγερση, ισχυρές στασιαστικές πράξεις εις βάρος της μητέρας πατρίδας και της Δημοκρατίας, ανοιχτές πράξεις βίας εσωτερικής ή εξωτερικής προέλευσης που απειλούν το αδιαίρετο της χώρας και του έθνους, ανάδυση ανοιχτών πράξεων βίας που στοχεύουν στην καταστροφή της συνταγματικής τάξης ή των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών, σοβαρή επιδείνωση της δημόσιας τάξης λόγω πράξεων βίας, φυσικές καταστροφές, ξέσπασμα επικίνδυνων πανδημικών ασθενειών ή κάποια σοβαρή οικονομική κρίση».