Από τα ΚΑΦΑΟ στα «έξυπνα» κινητά οι παρακολουθήσεις επί ΝΔ και ΠΑΣΟΚ
Στην επέτειο ίδρυσης του ΠΑΣΟΚ που συμπλήρωσε 48 χρόνια ζωής με τα πάνω του και τα κάτω του, από τότε που ο Ανδρέας Παπανδρέου από το ΠΑΚ πέρασε στο κόμμα που κυριάρχησε πολιτικά σχεδόν μισό αιώνα, σήμερα το Κίνημα εμφορείται από τα όσα έρχονται στο φως για τις υποκλοπές και την παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη.
Ο νέος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ ποτέ δεν φανταζόταν όταν νεαρός γράφτηκε στο ΠΑΣΟΚ ότι σήμερα ως αρχηγός του θα βρισκόταν στο στόχαστρο των μυστικών υπηρεσιών της χώρας του ως «ύποπτος» αδικημάτων -θεωρητικά τουλάχιστον αφού παρακολουθείται από την ΕΥΠ νόμιμα όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση.
Σήμερα 48 χρόνια μετά την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ, φαίνεται ιστορικά και διαχρονικά ότι η πολιτική σύγκρουση του κόμματος με τη ΝΔ εξακολουθεί να υφίσταται. Ακριβώς με τα ίδια χαρακτηριστικά. Την ίδια συνταγή. Ο Ανδρέας Παπανδρέου συγκρούστηκε με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη τα χρόνια που το ΠΑΣΟΚ είχε πολύ υψηλά ποσοστά και κυριαρχούσε στη πολιτικό σκηνικό της χώρας για τουλάχιστον δύο δεκαετίες. Σήμερα ο Νίκος Ανδρουλάκης στα 48 γενέθλια του κόμματος του συγκρούεται αυτός με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αφού τον κατηγόρησε ότι με την παρακολούθησή του ήθελε να θέσει σε ομηρεία το ΠΑΣΟΚ και τη δημοκρατική παράταξη. Κάτι που και ο Ανδρέας έκανε απέναντι στον βασικό του πολιτικό αντίπαλο, ανεξαρτήτως λόγου και συγκυρίας.
Διαχρονικά τα δύο κόμματα της κεντροαριστεράς και της κεντροδεξιάς, με ισχυρό τον δικομματισμό, βρίσκονταν πάντα σε πολιτική σύγκρουση και ο χρόνος καθόριζε το θέμα της αντιπαράθεσης που κυριαρχούσε.
Από τα ΚΑΦΑΟ στα smartphone
Οι τηλεφωνικές υποκλοπές και γενικώς οι παρακολουθήσεις ήταν ανέκαθεν το «εθνικό σπορ» των κομμάτων που εναλλάσσονται την εξουσία. Θεοφάνης Τόμπρας, Χρήστος Μαυρίκης, στρατηγός Γρυλάκης. Ονόματα που πέρασαν στην ιστορία όταν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ αλληλοεκτόξευαν κατηγορίες μεταξύ τους για παρακολουθήσεις στελεχών τους. Σήμερα μέσω ψηφιακών και διαδικτυακών συστημάτων, τότε μέσω των περίφημων τηλεφωνικών ΚΑΦΑΟ. Ενίοτε στο στόχαστρο έμπαιναν και οι αρχηγοί των δύο κομμάτων.
Το ΠΑΣΟΚ διαθέτει τεράστια εμπειρία διαχείρισης τέτοιων υποθέσεων που θέλει λεπτούς χειρισμούς και χειρουργικά κτυπήματα, εξαναγκάζοντας την κυβέρνηση να ρίξει άπλετο φως στην υπόθεση που αφορά το ίδιο και τον αρχηγό του.
Για το λόγο, αυτό στη Χαριλάου Τρικούπη αναδεικνύουν την επιστημονική θέση του κ. Ξενοφώντα Κοντιάδη, καθηγητή Δημοσίου Δικαίου και Δικαίου Κοινωνικής Ασφάλειας με αφορμή τη συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής . Ο καθηγητής γράφει στο Facebook: Κατά τη χθεσινή ακρόαση προσώπων στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής τέθηκε πάλι το κρίσιμο ζήτημα του απορρήτου της λειτουργίας της ΕΥΠ. Ο πρώην διοικητής της ΕΥΠ, ο πρώην γενικός γραμματέας του πρωθυπουργού και η εποπτεύουσα Εισαγγελέας της ΕΥΠ φέρονται να επικαλέστηκαν το απόρρητο για να μην απαντήσουν σε σημαντικές ερωτήσεις για τις παρακολουθήσεις πολιτικών προσώπων.
Όμως η άρνηση συνεργασίας των άμεσα εμπλεκόμενων στην υπόθεση, ως καθ' ύλην αρμόδιων, είναι αντίθετη με το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, επειδή τέτοιο απόρρητο δεν ισχύει για την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, η λειτουργία της οποίας ρυθμίζεται από το ειδικό καθεστώς του άρθρου 43Α του Κανονισμού της Βουλής, που αναφέρεται ειδικά και στην ΕΥΠ. Κατά την κρίσιμη διάταξη, «οι συζητήσεις για τη δραστηριότητα της ΕΥΠ είναι απόρρητες και τα μέλη της (ενν. της Επιτροπής) δεσμεύονται να τηρούν το απόρρητο αυτό και μετά τη λήξη της θητείας τους».
Η άρνησή τους κατ' επίκληση του απορρήτου είναι συνεπώς νομικά αστήρικτη και ματαιώνει την αποστολή και το έργο της Βουλής για τη διαλεύκανση του σκανδάλου. Η ακρόαση των προσώπων που εμπλέκονται στην υπόθεση των παρακολουθήσεων καθίσταται αλυσιτελής αν οχυρώνονται πίσω από το απόρρητο για να μην συνεργαστούν με την Επιτροπή. Η Επιτροπή συνεδριάζει με μυστικότητα, κεκλεισμένων των θυρών, ακριβώς για να διασφαλιστεί ότι απόρρητα θέματα δεν θα αποκαλυφθούν δημόσια, δεσμεύοντας τους παριστάμενους να τηρήσουν το απόρρητο και μετά το τέλος της θητείας τους.
Άρση απορρήτου ζητά το ΠΑΣΟΚ
Το ΠΑΣΟΚ στέκεται ιδιαίτερα σε αυτό στο θέμα δηλαδή της άρσης απορρήτου και στηλιτεύει την κυβέρνηση μέσω του καθηγητή Κοντιάδη, λέγοντας ότι αν η κυβέρνηση το επιθυμεί και θέλει να ριχτεί άπλετο φως τότε υπάρχει τρόπος.
Τον δρόμο και τον τρόπο, λέει το ΠΑΣΟ,Κ τον δείχνει με την επιστημοσύνη του ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου και Δικαίου Κοινωνικής Ασφάλειας : «Ακόμη όμως και αν δεχθούμε ότι ισχύει το απόρρητο, στον νόμο 3649/2008 που ρυθμίζει τη λειτουργία της ΕΥΠ προβλέπεται ρητά (άρθ. 14 παρ.4) η δυνατότητα μαρτυρίας για θέματα, γεγονότα και πρόσωπα που αφορούν την ΕΥΠ μετά την έγκριση του εποπτεύοντος υπουργού», άρα εν προκειμένω του πρωθυπουργού, μια που αυτός είναι ο πολιτικός και διοικητικός της προϊστάμενος από το 2019.
Το ερώτημα είναι λοιπόν αν ο πρωθυπουργός θα δώσει την έγκρισή του ώστε να λυθεί χωρίς ερμηνευτικές αντιμαχίες το ζήτημα του απορρήτου και να έρθουν πράγματι «όλα στο φως», όπως απαιτεί σύσσωμος ο πολιτικός και νομικός κόσμος ή θα χρησιμοποιηθεί το απόρρητο ως άλλοθι και με δική του ευθύνη για να μείνουν όλα στο σκοτάδι».
Παρακολουθήσεις και υποκλοπές Καραμανλή
Παρακολουθήσεις υπήρχαν σύμφωνα με τις καταγγελίες της τότε κυβέρνησης και επί πρωθυπουργίας του Κώστα Καραμανλή (2004-2009). Δηλαδή άλλη μια πολιτική σύγκρουση με το ΠΑΣΟΚ ως αντιπολίτευση και όχι ως κυβέρνηση.
Τότε ήταν ενδεχομένως και εξωγενείς παράγοντες. Ο Θεόδωρος Ρουσόπουλος τότε ως υπουργός,μαζί με άλλους συναδέλφους του υπουργούς, είχε αναδείξει την υπόθεση.
Σήμερα ο ίδιος λέει για το ίδιο θέμα στην εφημερίδα Βραδυνή με συνέντευξή του: «Η υπόθεση παρακολούθησης σχεδόν 100 πολιτικών προσώπων μεταξύ των οποίων και του τότε πρωθυπουργού ερευνήθηκε κατόπιν εντολής του Κώστα Καραμανλή από τον εισαγγελέα και μετά από 9 μήνες τα αποτελέσματα της έρευνας έγιναν γνωστά. Σε συνέντευξη Τύπου που είχα δώσει με τους τότε συναδέλφους μου υπουργούς Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης, δημοσιοποιήσαμε όλα τα στοιχεία που είχαν συλλεγεί. Μια ματιά στα ρεπορτάζ εκείνης της ημέρας αρκεί για να καταλάβει κανείς πολλά. Εκείνο που έχει μεγάλη σημασία είναι να θεσμοθετηθούν τα αντίβαρα και τα “φίλτρα” τα οποία θα αποτρέπουν τέτοιες περιπτώσεις. Κι ας μην αναρωτηθεί κανείς το κοινότοπο “μα γιατί δεν το κάνατε τόσα χρόνια;”, διότι η απάντηση είναι πως η τεχνολογία αλλάζει, οι συνθήκες και οι προβληματισμοί αυξάνονται και αυτό είναι από τα θέματα που χρειάζονται διαρκή εγρήγορση. Τα θεσμικά δεν αποφασίζονται μια και έξω και τέλος. Χρειάζονται οξυγόνο ζωής με βάση και τα νέα στοιχεία και τις νέες εμπειρίες».