Νέα κόντρα κυβέρνησης-ΣΥΡΙΖΑ για την έρευνα εισοδήματος και διαβίωσης νοικοκυριών της ΕΛΣΤΑΤ
Ανανεώθηκε:
Νέα κόντρα κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει ξεσπάσει με αφορμή την ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ που δημοσιεύτηκε σήμερα, Τετάρτη, των αποτελεσμάτων της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών για το έτος 2021.
Η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Έφη Αχτσιόγλου επέρριψε ευθύνες απευθείας στον πρωθυπουργό, τον οποίο κατηγόρησε μεταξύ άλλων ότι «ταυτίζεται και επίσημα με αύξηση της φτώχειας και των ανισοτήτων».
«Οι ιερεμιάδες ξεκίνησαν στην Πλατεία Κουμουνδούρου: στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης απομονώνουν τους δείκτες της χρονιάς, όπου η Ευρώπη και η παγκόσμια οικονομία γνώρισαν τη μεγαλύτερη ύφεση μεταπολεμικά εξαιτίας της κρίσης του κορωνοϊού για να διαστρεβλώσουν την πραγματικότητα και να εξάγουν ψευδή συμπεράσματα», απαντούν στον ΣΥΡΙΖΑ με κοινό δελτίο Τύπου, το υπουργείο Οικονομικών και το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων απαντούν.
Τα επιτελεία των δύο υπουργείων επισημαίνουν ότι χρειάζεται να «δούμε τα αποτελέσματα προσεκτικότερα και σε βάθος». Όπως σημειώνουν, «λόγω της πανδημίας και των μέτρων προφύλαξης που έλαβε η κυβέρνηση το 2020 ήταν μία εντελώς ασυνήθιστη χρονιά, που δεν προσφέρεται για διαχρονικές συγκρίσεις» προσθέτοντας ότι «το πρώτο συμπέρασμα που προκύπτει από τα αποτελέσματα της έρευνας είναι ότι παρά τη μεγάλη πτώση του ΑΕΠ κατά 9,0%, τα μέτρα στήριξης του εισοδήματος των νοικοκυριών που έλαβε η κυβέρνηση ήταν αποτελεσματικά και στήριξαν σχεδόν απόλυτα το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών (μείωση μόλις 0,9%)».
Επιπλέον, σχετικά με την αύξηση των δεικτών φτώχειας και ανισότητας που καταγράφεται για το έτος 2020, τα δυο υπουργεία επισημαίνουν ότι είναι «συγκυριακή και οφείλεται στην δομή της ελληνικής οικονομίας», δηλαδή «συγκεκριμένα, αντανακλά το σημαντικό ποσοστό απασχόλησης σε κλάδους υπηρεσιών με υψηλό βαθμό κοινωνικής επαφής οι οποίοι, λόγω της πανδημίας, παρέμειναν κλειστοί για μεγάλο χρονικό διάστημα κατά το έτος 2020. Ως αποτέλεσμα, το 2020 στους κλάδους αυτούς χάθηκαν σημαντικά εισοδήματα».
«Λόγω της οριζόντιας παροχής οικονομικής βοήθειας ύψους 534 ευρώ το μήνα σε μεγάλο αριθμό εργαζομένων οι οποίοι τέθηκαν σε αναστολή, τα εισοδήματα μίας σχετικά μικρής ομάδας νοικοκυριών που ήταν κοντά στη γραμμή φτώχειας υποχώρησαν κάτω από αυτή, αυξάνοντας το ποσοστό φτώχειας» εξηγούν τα δύο αρμόδια υπουργεία, τονίζοντας ότι «το φαινόμενο αυτό παρατηρείται και σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με σημαντική εξάρτηση από τον κλάδο των υπηρεσιών υψηλής κοινωνικής επαφής, όπως στην Ισπανία, την Ιταλία και την Αυστρία».
Ωστόσο, υπογραμμίζουν ότι «η οριζόντια αυτή παροχή ωφέλησε πολλούς εργαζόμενους -ιδιαιτέρα μερικής απασχόλησης- των οποίων τα μηνιαία εισοδήματα πριν την πανδημία ήταν χαμηλότερα της παροχής. Ως αποτέλεσμα, το χάσμα φτώχειας, δηλαδή η μέση απόσταση των φτωχών από τη γραμμή φτώχειας μειώθηκε από 27,3% σε 26,4%».
«Το 2021 η Ελληνική οικονομία ανέκαμψε εντυπωσιακά» αναφέρουν το υπουργείο Οικονομικών και Εργασίας, απαντώντας στην αξιωματική αντιπολίτευση. Αναλύοντας περαιτέρω τα δεδομένα, επισημαίνουν ότι «ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν 8,3% και η απασχόληση αυξήθηκε κατά περίπου 200.000, ξεπερνώντας για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια το φράγμα των 4 εκατομμυρίων» και προσθέτουν ότι «αυτό βοήθησε στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των νοικοκυριών: Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, και με έτος αναφοράς πλέον το 2021, το ποσοστό του πληθυσμού σε υλική στέρηση που είχε αυξηθεί ελαφρά από 16,2% το 2019 σε 16,6% το 2020, το 2021 καταγράφει σημαντική μείωση σε 14,8%. Αυτή η εξέλιξη, προδικάζει και την πλήρη αναστροφή της αύξησης των δεικτών φτώχειας και ανισότητας που καταγράφηκε το 2020, για το έτος 2021, όταν τα σχετικά στοιχεία εισοδήματος γίνουν διαθέσιμα».
Σχετικά με το 2022, «σύμφωνα με τις εκτιμήσεις διεθνών οργανισμών και διεθνών οίκων, παρά την παγκόσμια οικονομική κρίση, η Ελληνική οικονομία αναμένεται να καταγράψει υψηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης, η ανεργία συνεχίζει την πτωτική της πορεία, ενώ η κυβέρνηση προχώρησε σε μια γενναία, και εντός των αντοχών της οικονομίας, αύξηση του κατώτατου μισθού που αγγίζει το 10%» τονίζουν στο κοινό δελτίο Τύπου τα δύο υπουργεία, εκφράζοντας την «εύλογη» προσδοκία ότι «ότι τα αποτελέσματα της επόμενης (έτος αναφοράς 2022) Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών θα καταγράψει ακόμα μεγαλύτερη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού».
«Όπως δείχνει η ελληνική και διεθνής εμπειρία, ο αποτελεσματικός και διατηρήσιμος τρόπος για να μειωθεί η φτώχεια και οι κοινωνικές ανισότητες είναι η αύξηση της απασχόλησης που δημιουργεί μια φιλοαναπτυξιακή οικονομική πολιτική. Η κυβέρνηση ακολουθεί και θα συνεχίσει να ακολουθεί αυτή την πολιτική, προς όφελος όλων των Ελλήνων πολιτών» καταλήγουν στην κοινή ανακοίνωσή τους τα υπουργεία Οικονομικών και Εργασίας και ΚοινωνικώνΥποθέσεων.
Αχτσιόγλου: Και επίσημα πλέον ο κ. Μητσοτάκης ταυτίζεται με αύξηση της φτώχειας και των ανισοτήτων
«Ο κ. Μητσοτάκης ταυτίζεται και επίσημα με αύξηση της φτώχειας και των ανισοτήτων», ανέφερε νωρίτερα σε δήλωσή της η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Έφη Αχτσιόγλου σχολιάζοντας τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που δημοσιεύτηκαν σήμερα και «καταρρίπτουν με παταγώδη τρόπο κάθε απέλπιδα επικοινωνιακή προσπάθεια της κυβέρνησης να εμφανίσει ανεστραμμένη την κοινωνική πραγματικότητα».
Ακολούθως η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ υποστηρίζει:
«Ο Μητσοτάκης ταυτίζεται με τον πλέον επίσημο τρόπο με:
-Την αύξηση του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας και σε κοινωνικό αποκλεισμό, 200.000 επιπλέον συμπολίτες μας αντιμετώπισαν τον κίνδυνο φτώχειας εξαιτίας των επιλογών του.
-Την αύξηση των παιδιών σε κίνδυνο φτώχειας.
-Την αύξηση των εργαζόμενων σε κίνδυνο φτώχειας.
-Τη μείωση του μέσου ισοδύναμου ατομικού διαθέσιμου εισοδήματος.
-Τη στασιμότητα ή μείωση εισοδήματος για το 93% των νοικοκυριών.
-Την αύξηση των οικονομικών ανισοτήτων.».
Τα στοιχεία αυτά, προσθέτει η κυρία Αχτσιόγλου, «αποτυπώνουν μέρος μόνο της δραματικής πραγματικότητας, καθώς δεν αφορούν τα έτη 2021 και 2022, όπου συνεχίστηκε πιο επιθετικά η αντικοινωνική πολιτική της κυβέρνησης και η εξάντληση του εισοδήματος των πολιτών λόγω της εκρηκτικής ακρίβειας» και σημειώνει:
«Πρόσθετα σε όλα αυτά έρχονται να επιβαρύνουν την κατάσταση η κυβερνητική αλαζονεία και αυταρέσκεια. Είναι πλέον σαφές ότι κάθε μέρα παραμονής της κυβέρνησης Μητσοτάκη συνιστά μια ακόμη μέρα επιδείνωσης των όρων ζωής για τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών».