ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Τσίπρας στη Γενική Συνέλευση ΣΕΒ: Το «Μητσοτάκης effect» τροφοδοτεί όλες τις αρνητικές πρωτιές

Τσίπρας στη Γενική Συνέλευση ΣΕΒ: Το «Μητσοτάκης effect» τροφοδοτεί όλες τις αρνητικές πρωτιές
Γ.Τ ΣΥΡΙΖΑ / ANDREA BONETI (Φωτογραφία αρχείου)

Σε εξέλιξη βρίσκεται η ομιλία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ, Αλέξη Τσίπρα στην ετήσια τακτική γενική συνέλευση των μελών του ΣΕΒ.

«Bλέπουμε το Μητσοτάκης effect στον πληθωρισμό, την ενεργειακή κρίση, την εκτόξευση του κόστους διαβίωσης», υπογράμμισε ο Αλέξης Τσίπρας, κατά την ομιλία του στη Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ.

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία έκανε, επίσης, λόγο για την ανάγκη ενός άμεσου και ριζοσπαστικού σχεδίου ανάσχεσης της ακρίβειας που κατατρώει το εισόδημα και γιγαντώνει το παραγωγικό κόστος.

Σε αυτό το πλαίσιο, μίλησε για την αναγκαιότητας μιας προοδευτικής κυβέρνησης για να ενισχύσει την ανάπτυξη και να προστατεύσει την κοινωνική συνοχή.

Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αναφέρθηκε, επίσης, σε ένα διπλό υπαρξιακό κίνδυνο για τη χώρα μας.

Ο ένας αφορά τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις στην περιοχή και την όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων κι ο δεύτερος αυτός του να ξαναβρούμε μπροστά μας μια κοινωνική κρίση.

Βασικά σημεία της ομιλίας Τσίπρα:

"Γνωριζόμαστε καλά.

Όπως καλά γνωρίζουμε και τις διαφωνίες μας.

Επί τεσσεράμισι χρόνια ως πρωθυπουργός είχα τη θεσμική υποχρέωση να συνεργάζομαι μαζί σας και γνωρίζω καλά τις απόψεις σας, όπως καλά γνωρίζετε και τις δικές μου.

Και επί τεσσεράμισι χρόνια η κριτική σας στη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ επικεντρώθηκε στη φορολογία και στη παρέμβαση του κράτους στην αγορά.

Και ήταν ορισμένες φορές τόσο έντονη που σας έκανε να παραβλέπετε σημαντικές επιτυχίες καθόλου δεδομένες για τη πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Όπως η έξοδος από την οκταετή επιτροπεία, η ρύθμιση του χρέους, η επιστροφή στις διεθνείς αγορές χρήματος, η επαναφορά της οικονομίας σε σταθερή αναπτυξιακή τροχιά, το απόθεμα έκτακτης ανάγκης των 37 δις ως κάλυψη και ανάχωμα για πιθανούς μελλοντικούς κινδύνους.

Ακόμη και τη συνεπαγόμενη όλων των παραπάνω μείωση των επιτοκίων δανεισμού, ορισμένοι - και από τον δικό σας κλάδο – δεν την απέδωσαν σε όσα με πολύ κόπο και θυσίες πετύχαμε, αλλά στην κυβερνητική αλλαγή που ακολούθησε.

Ήταν, κάποιοι λέγανε τρία χρόνια πριν, το λεγόμενο Μητσοτάκης effect.

Η ανάδειξη δηλαδή μιας νέας κυβέρνησης που ασπάζεται νεοφιλελεύθερές οικονομικές πολιτικές, ήταν αυτή που άμα τη εμφανίσει της, ξαφνικά άλλαξε όλη την εικόνα της ελληνικής οικονομίας.

Και αναρωτιέμαι, αν ισχύει αυτός ο ισχυρισμός, τίνος το effect είναι αυτό που τροφοδοτεί σήμερα όλες τις αρνητικές πρωτιές στον πληθωρισμό και την ενεργειακή κρίση;

Τίνος το effect τροφοδοτεί το ράλι στα spreads που χθες ανέβηκαν κατά 300 μονάδες βάσης;

Τρία χρόνια μετά και με οδυνηρό για τη χώρα τρόπο αποδεικνύεται ότι οι συνταγές που μας οδήγησαν στη χρεοκοπία το 2009 δεν είναι ικανές να δώσουν ώθηση προοπτικής και ευημερίας στη μεταμνημονιακή αλλά εύθραυστη ελληνική οικονομία του2022.

Η επιλεκτική μείωση της φορολογίας για τα μερίσματα και τα κέρδη κάποιων λίγων εταιρειών, η πλήρης απορρύθμιση της αγοράς εργασίας και της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, η δογματική απουσία του κράτους από το κρίσιμο ρόλο του να ρυθμίζει και να ελέγχ3ι την αγορά, η διατήρηση σε επίπεδα φτώχειας του κατώτατου μισθού προκειμένου να μένει χαμηλό το μισθολογικό κόστος, δεν αποτελούν συνταγή επιτυχίας.

Το αντίθετο.

Και αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς το πραγματικό Μητσοτάκης effect, δεν ήταν όταν η οικονομία απολάμβανε τα οφέλη από τη δουλειά της δικής μας διακυβέρνησης, αλλά σήμερα, τρία χρόνια μετά που βιώνουμε τα αποτελέσματα της διακυβέρνησης της ΝΔ.

Και ποιο είναι αυτό ;

Το βλέπουμε στον πληθωρισμό, στην ενεργειακή κρίση, στην πρωτοφανή ανασφάλεια που βιώνει η ελληνική κοινωνία σε όλα τα επίπεδα.

Τόσο από την εκτόξευση του κόστους διαβίωσης όσο όμως και εξαιτίας της πρωτοφανούς έντασης με την Τουρκία.

Η επίδραση του κ. Μητσοτάκη στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής, δυσχεραίνει τα προβλήματα, πολλαπλασιάζει το βάρος και τις συνέπειες υπαρκτών κρίσεων, δημιουργεί νέες.

Θα μου πείτε η κυβέρνηση Μητσοτάκη οφείλεται για την ενεργειακή κρίση;

Όχι, αλλά η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι αυτή που με τις στρατηγικές της επιλογές, τη διόγκωσε.

Όπως ακριβώς και στην πανδημία, ακόμα ένα παγκόσμιο πρόβλημα κατέληξε να έχει πολύ μεγαλύτερες συνέπειες στην Ελλάδα απ’ ότι στο σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών.

Είναι τυχαίο;

Είμαστε πρωταθλητές στη τιμή του ρεύματος και των καυσίμων.

Πρώτοι με διαφορά στην ευρωζώνη στον ενεργειακό πληθωρισμό.

39% αυξήθηκαν οι τιμές στα τιμολόγια του ρεύματος στην ευρωζώνη, 61% στην Ελλάδα.

Ο πληθωρισμός στη χώρα μας καταρρίπτοντας το ένα αρνητικό ρεκόρ μετά το άλλο, επιστρέφει στα επίπεδα που βρισκόταν εδώ και 30 χρόνια.

Στο 11,3% τον Μάιο, σημαντικά υψηλότερος σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.

Γιατί συνέβη αυτό ;

Στο ένα σκέλος του προβλήματος είναι η αδράνεια.

Εδώ και δύο χρόνια, τόσο εμείς στη Βουλή όσο και το σύνολο των φορέων της παραγωγής, προειδοποιούμε και καταθέτουμε προτάσεις.

Η κυβέρνηση αγνόησε τους πάντες.

Όπως τους αγνόησε και στο θέμα της απολιγνιτοποίησης.

Εκεί που αντί για σχέδιο, είχαμε μια ανερμάτιστη στρατηγική η οποία οδηγεί τη χώρα να προσδεθεί όχι σε κάποια πράσινη μορφή ενέργειας, αλλά στο εισαγόμενο φυσικό αέριο.

Αντικαταστήσει το ένα ορυκτό καύσιμο, με ένα άλλο - το φυσικό αέριο, ακόμα πιο ακριβό.

Στο άλλο σκέλος του προβλήματος, βρίσκονται οι ιδεολογικές εμμονές.

Η εμμονή σε χρεοκοπημένες πολιτικές που θέλουν το κράτος να παρακολουθεί ή ακόμη και να υποτάσσεται στις απαιτήσεις των ιδιωτικών συμφερόντων.

Η εμμονή να ιδιωτικοποιηθεί η ΔΕΗ, εν μέσω ενεργειακής κρίσης.

Η εμμονή να μπαίνει η χρηματιστηριακή αξία πάνω από τον κοινωνικό ρόλο μιας δημόσιας επιχείρησης κοινής ωφέλειας.

Όταν όμως η εμμονή γίνεται στρατηγική, τότε στα κρίσιμα, τα όπλα λιγοστεύουν.

Όταν το κράτος γίνεται θεατής της παραγωγής, τότε γίνεται και θεατής στην αυθαιρεσία της αγοράς.

Χωρίς ισχυρούς ελεγκτικούς και ρυθμιστικούς μηχανισμούς στην αγορά.

Κάνοντας τελικά πλάτες στην αισχροκέρδεια, ζημιώνοντας το δημόσιο συμφέρον και τελικά εξοβελίζοντας τις υγιείς δύναμης της παραγωγής και της αγοράς που θέλουν να παίξουν δίκαια και να ανταγωνιστούν με βάση το παραγόμενο προϊόν ή τις υπηρεσίες τους.

Και αν η επίδραση της πολιτικής Μητσοτάκη στην οικονομία μας δίνει αυτές τις αρνητικές πρωτιές, στην εξωτερική πολιτική μας οδηγεί σε ένα πρωτοφανές κλίμα ανασφάλειας και αβεβαιότητας.

Η Ελλάδα από μέρος της λύσης μετατρέπεται σε μέρος της κρίσης.

Από πυλώνας σταθερότητας και ασφάλειας μετατρέπεται σε προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης.

Και μάλιστα αφύλακτο φυλάκιο, γιατί αν ποτέ χρειαστεί να υπερασπιστούμε τη κυριαρχία μας, ας μην έχουμε αυταπάτες.

Μόνοι μας θα είμαστε.

Η ενεργή εμπλοκή μας, με αποστολή οπλισμού – και μάλιστα βαρέος οπλισμού- στην Ουκρανία, μας κατατάσσει στις άμεσα εμπλεκόμενες στην πολεμική αντιπαράθεση χώρες.

Την ίδια στιγμή που οι γείτονές μας, αν και σύμμαχοι στην ίδια συμμαχία, ούτε τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας υποχρεούνται να εφαρμόσουν.

Η Ελλάδα πληρώνει βαρύ οικονομικό τίμημα από κυρώσεις που από ότι φαίνεται πλήττουν βαρύτερα αυτόν που τις επιβάλλει από αυτόν που τις υφίσταται, στέλνει βαρύ οπλισμό στην Ουκρανία εναντίον της Ρωσίας, ενώ την ίδια στιγμή δεν έχει λάβει καμία εγγύηση ασφαλείας έναντι της τουρκικής προκλητικότητας.

Και αυτά είναι τα αποτελέσματα μιας Ι.Χ. εξωτερικής πολιτικής.

Που άλλαξε το δόγμα όλων των τελευταίων κυβερνήσεων.

Και μας οδηγεί σε μια πρωτοφανή κλιμάκωση και μια πρωτοφανή ανασφάλεια.

Με προφανείς τις συνέπειες και στην οικονομία, ιδίως αν αυτό το κλίμα της έντασης κλιμακωθεί περαιτέρω.

Σήμερα, λοιπόν, δεν θέλω απλώς να καταθέσω στη συνέλευσή σας τις απόψεις και τις διαφωνίες μου με τις κρίσιμες κυβερνητικές επιλογές στην οικονομία και την εξωτερική πολιτική.

Σήμερα θέλω να κρούσω το κώδωνα του κινδύνου.

Γιατί οι ενδεχόμενοι κίνδυνοι από την επιπόλαιη διαχείριση στην εξωτερική πολιτική και από την εμμονική διαχείριση στην οικονομία, ξεπερνάνε τις όποιες διαφωνίες μας.

Γιατί μπορεί να μετατραπούν σε κινδύνους υπαρξιακούς για τη χώρα.

Για μεν τα θέματα ασφάλειας δεν θέλω να επεκταθώ.

Αλλά ακόμη και αν η αντιπαράθεση με τους γείτονές μας μείνει στο ρητορικό επίπεδο και δεν αποκλιμακωθεί, οι συνέπειες θα είναι εξαιρετικά αρνητικές και για την οικονομία, ιδίως το καλοκαίρι.

Για τα δε θέματα της οικονομίας, θέλω να επισημάνω το κίνδυνο της κοινωνικής κρίσης, που είναι ορατός ξανά για πρώτη φορά μετά από σχεδόν μια δεκαετία.

Η διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής είναι μια συνθήκη που τη βιώσαμε πρόσφατα πολύ σκληρά και δεν γίνεται να επιτρέψουμε να επαναληφθεί.

Και ξέρετε, η ακρίβεια είναι μια πραγματικότητα που δεν κάνει μόνο τους φτωχούς φτωχότερους, αλλά το σύνολο του ενεργού παραγωγικού δυναμικού της χώρας.

Τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους αυτοαπασχολούμενους τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, το σύνολο δηλαδή της μεσαίας τάξης.

Συρρικνώνει και αδρανοποιεί την παραγωγική βάση της χώρας, ενώ τώρα είναι ανάγκη στη μεταπανδημική περίοδο, να πετύχουμε μια πολύπλευρη και δυναμική αναπτυξιακή ώθηση.

Μαζί λοιπόν με τα νοικοκυριά και τις ΜμΕ, οι συνέπειες αγγίζουν και τις μεγάλες επιχειρήσεις και τη βιομηχανία– όπως εύστοχα επισημάνει η Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας εδώ και μήνες με στοιχεία που παρουσιάζει.

Η χώρα χρειάζεται και οι καιροί απαιτούν άμεση αλλαγή στρατηγικής στην οικονομία και στην εξωτερική πολιτική.

Η χώρα χρειάζεται πολιτική αλλαγή.

Και μια νέα προοδευτική κυβέρνηση που θα ενισχύσει την ανάπτυξη, θα προστατεύει την κοινωνική συνοχή, θα εγγυάται την ασφάλεια και την προοπτική για το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.

Χρειαζόμαστε ένα άμεσο και ριζοσπαστικό σχέδιο ουσιαστικής ανάσχεσης του κύματος της ακρίβειας που κατατρώει το εισόδημα και γιγαντώνει το παραγωγικό κόστος των επιχειρήσεων.

Ρύθμιση των ολιγοπωλιακών κλάδων της οικονομίας με ισχυροποίηση των ρυθμιστικών αρχών και ενίσχυση συμμετοχών σε επιχειρήσεις δημοσίου συμφέροντος όπως η ΔΕΗ και κατάλληλο σχήμα διοίκησης με σαφή πολιτική εντολή για συγκράτηση των τιμών.

Επαναφορά, όπως λέμε, του «Δ» στη ΔΕΗ.

Θέσπιση αυστηρών ελέγχων και κανόνων στην αγορά,

Θέσπιση πλαφόν στα κέρδη στη χονδρική των παραγωγών ενέργειας,

Αναστολή- αν χρειαστεί – του χρηματιστηρίου ενέργειας με έμφαση στη προθεσμιακή αγορά και τα διμερή συμβόλαια στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας για τις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις (ειδικά τις περισσότερο ενεργοβόρες) με στόχο την μείωση του κόστους ενέργειας και την σταθερότητα στις τιμές.

Και από εκεί και πέρα, οφείλουμε να προχωρήσουμε στην αλλαγή ενεργειακής στρατηγικής.

Με χρονική μετάθεση της απολιγνιτοποίησης, με σοβαρό και αξιόπιστο σχέδιο απεξάρτησης από το λιγνίτη.

Με την προώθηση της αποκέντρωσης στην παραγωγή ενέργειας σε ΜμΕ, αγρότες, νοικοκυριά και ενεργειακές κοινότητες μειώνοντας δραστικά το κόστος.

Με την προώθηση του μοντέλου του prosumer (ταυτόχρονα – παραγωγός και καταναλωτής ενέργειας) που είναι πλέον και ευρωπαϊκή προτεραιότητα και προσφέρει λύσεις δραματικής μείωσης του κόστους ενέργειας σε σύντομο χρονικό διάστημα σε όλα τα παραγωγικά υποκείμενα και στα νοικοκυριά.

Για τον σκοπό αυτό θα απαιτηθούν χρηματοδοτικές διευκολύνσεις, θεσμικά μέτρα ενδυνάμωσης των ενεργειακών κοινοτήτων και διευκόλυνσης των κάθε είδους συνεργασιών και μέτρα διασφάλισης του απαραίτητου χώρου στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας.

Κρίσιμο επίσης είναι η στήριξη των ΜμΕ που έχει εγκαταλείψει η κυβέρνηση.

Με φορολογικά και χρηματοδοτικά κίνητρα την ανάπτυξη της συνεταιριστικής οικονομίας και της συνεργασίας των ΜμΕ μεταξύ τους ανά κλάδο και μεταξύ κλάδων ώστε να έχουμε οφέλη οικονομίας κλίμακας και μείωση του κόστους παραγωγής.

Κρίσιμο και επιτακτικό, επίσης, να καταπολεμήσουμε τη μεγάλη φοροδιαφυγή/ φοροαποφυγή και να ρυθμίσουμε την φορολόγηση της περιουσίας στο πλαίσιο μιας συνολικότερης πολιτικής μείωσης των ανισοτήτων.

Να μειώσουμε τη γραφειοκρατία στη λειτουργία των επιχειρήσεων με απλοποίηση των διαδικασιών. Όσο το δυνατόν πιο απλούς, αλλά και κοινούς κανόνες που θα τηρούνται με αυστηρότητα.

Και ειδικότερα στο κλάδο της βιομηχανίας είναι απαραίτητες οι κλαδικές πολιτικές στο πλαίσιο της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης, με στόχο σταδιακά την αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής και την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής με προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας.

Όλα αυτά έχουν σημασία, όπως είπα αρχικά, σε ένα περιβάλλον ασφάλειας και σταθερότητας.

Γι’ αυτό η Ελλάδα πρέπει να γίνει ξανά μέρος της λύσης.

Να αποκτήσει ξανά μια νέα εθνική στρατηγική.

Με επαναφορά της εθνικής γραμμής που για χρόνια είχε η χώρα για μια Ελλάδα που είναι πυλώνας σταθερότητας και εγγυητής της ειρήνης και της ασφάλειας.

Με την απεμπλοκή από την αποστολή όπλων στην Ουκρανία.

Με ενεργητική πολιτική για την εξεύρεση διπλωματικής λύσης στην Ουκρανία και τον τερματισμό των όποιων κυρώσεων που πλήττουν πρωτίστως την ευρωπαϊκή οικονομία.

Με την επαναφορά των διαύλων επικοινωνίας με την Τουρκία για την επίλυση των διαφορών μας για υφαλοκρηπίδα κι ΑΟΖ στη Χάγη για να αποφύγουμε εντάσεις που θα μας οδηγήσουν σε ένα δρόμο χωρίς επιστροφή.

Τα προβλήματα για τη χώρα μας είναι πολλά και μεγάλα.

Είναι κρίσιμα αλλά δεν είναι ανυπέρβλητα.

Είναι αποτελέσματα πολιτικών επιλογών.

Αλλά τις επιλογές μας είναι στο χέρι μας να τις αλλάξουμε.

Και αυτό πρέπει να κάνουμε.

Λένε ότι οι πιο ενδιαφέρουσες περίοδοι για την ανθρωπότητα είναι τα χρόνια μετά τις μεγάλες κρίσεις.

Εκεί που ναι μεν, όπως πάντα οι μεγάλες ιδέες ανταγωνίζονται, αλλά πάντα η μία πλευρά έχει ένα πλεονέκτημα, την πραγματικότητα με το μέρος της.

Η πραγματικότητα, λοιπόν, σήμερα, όσο και αν αυτό κάποιους τους δυσαρεστεί, θέτει στο επίκεντρο των εξελίξεων το κράτος.

Αλλά θέλω να είμαι σαφής:

Όσο λάθος είναι το «κράτος ως τύραννος», άλλο τόσο και πιο πολύ είναι και το «κράτος ως κομπάρσος» για την οικονομία και την κοινωνία.

Ο επανασχεδιασμός της παραγωγής, η διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής, η διαμόρφωση προοπτικών ευημερίας για την πλειονότητα της κοινωνίας και των επιχειρήσεων, δεν μπορεί παρά να περνά μέσα από ένα σχέδιο.

Ένα σχέδιο που από τη μεριά του κράτους, υπάρχουν δικαιώματα και υποχρεώσεις.

Δικαίωμα στο να ενισχύει παραγωγικές δραστηριότητες που ενισχύουν τόσο την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, το βιοτικό επίπεδο των πολιτών και την περιβαλλοντική ισορροπία.

Υποχρέωση στο να παρέχει πόρους, ασφαλές επενδυτικό και ρυθμιστικό πλαίσιο και να άρει τα εμπόδια για την δέουσα και δίκαιη λειτουργία της αγοράς.

Την ίδια στιγμή, οφείλει να διαμορφώνει και το κοινωνικό περιβάλλον για την ανάπτυξη της οικονομίας.

Κοινωνικό κράτος, καλά σχολεία, καλά πανεπιστήμια, καλά νοσοκομεία, δημόσιοι χώροι, δομές πολιτισμού, χώροι άθλησης.

Το κράτος, λοιπόν, όπως μια επιχείρηση επενδύει στις υποδομές της, οφείλει να κάνει το ίδιο, με αντάλλαγμα κάτι πολύ μεγαλύτερο από το κέρδος: την κοινωνική ειρήνη και συνοχή.

Αυτές είναι οι υποδομές, εκεί είναι οι στρατηγικές επενδύσεις αν θέλετε, που πρέπει να κάνει το κράτος ώστε η αγορά να λειτουργήσει ομαλά και η οικονομία να ανθίσει στη βάση μιας κοινωνίας που νιώθει ασφάλεια για το σήμερα και προοπτική για το αύριο.

Άφησα για το τέλος μια υπενθύμιση που ιδίως όταν μιλάμε στη Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ καλό είναι να μη ξεχνάμε.

Η δημοσιονομική πρόκληση που μας εξάντλησε τα προηγούμενα χρόνια είναι σε ύφεση χάρη στη ρύθμιση του χρέους που πετύχαμε, αλλά δεν είναι παντελώς απούσα.

Και η βιωσιμότητα του χρέους που με πολλούς κόπους και θυσίες εξασφαλίστηκε, έχει υπονομευτεί τα τελευταία τρία χρόνια.

Οι κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ενώ προβλέπουν συνέχιση αναστολής της ρήτρας διαφυγής από το Σύμφωνο Σταθερότητας και για το 2023, συνιστούν πιο περιοριστικό πλαίσιο για την Ελλάδα και για χώρες με υψηλό χρέος.

Εισηγούνται για τη χώρα μας πλεονάσματα υψηλότερα από εκείνα που είχαν συμφωνηθεί κατά την έξοδο από τα μνημόνια.

Η δημοσιονομική κυριαρχία, λοιπόν, πρέπει να διασφαλιστεί εκ νέου.

Αλλά αυτή πρέπει να επιδιωχθεί πρωτίστως με την επιτάχυνση της ανάπτυξης και την δίκαιη και ισόρροπη κατανομή του οφέλους της και όχι με τη μεγιστοποίηση των πρωτογενών πλεονασμάτων.

Η Ελλάδα πρέπει να διεκδικήσει με συμμαχίες με άλλες χώρες που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα ώστε να δοθεί περισσότερος χρόνος και πόροι για τη στήριξη της κοινωνικής συνοχής. Με επέκταση της ρήτρας διαφυγής, με επέκταση και ανασχεδιασμό του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Σας αποχαιρετώ με συγκρατημένη αισιοδοξία.

Τα πράγματα είναι εξαιρετικά άσχημα.

Αλλά μπορούν να γίνουν πολύ χειρότερα.

Αν συνεχίσουμε στον ίδιο αδιέξοδο δρόμο.

Μια νέα αρχή για τη χώρα αποτελεί εθνική και κοινωνική ανάγκη.

Μπορούμε να την πετύχουμε για να επιστρέψει η ασφάλεια και η προοπτική.

Για να δουλέψουν ξανά οι μηχανές της παραγωγής.

Για να βρει ξανά η Ελλάδα τη χαμένη της αυτοπεποίθηση".

Κατά τη συζήτηση στο τραπέζι της Γενικής Συνέλευσης:

"Δύο υπαρξιακοί κίνδυνοι. Ο ένας αφορά τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις στην περιοχή και την όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Ο δεύτερος αυτός του να ξαναβρούμε μπροστά μας μια κοινωνική κρίση. Πρέπει να την προλάβουμε. Οι τιμές αυξάνονται δραματικά, αλλά οι μισθοί μένουν παγωμένοι κι αυτό μπορεί να προκαλέσει κοινωνικές εντάσεις. Η στρεβλή διάρθρωση της ενεργειακής αγοράς και της εφαρμογής στη χώρα μας του χρηματιστηρίου ενέργειας προκαλούν τη μεγάλη διαφορά σε βάρος της χώρας μας σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη ως προς τον ενεργειακό πληθωρισμό.

Θέλουμε μια αγορά εργασίας με κανόνες. Μόνο εμείς και η Εσθονία δεν αυξήσαμε τον κατώτατο μισθό μέσα στην πανδημική κρίση. Είμαστε ανοιχτοί στο να μειώσουμε το μη μισθολογικό κόστος της παραγωγής. Να επιταχυνθεί με σχέδιο η ψηφιακή και πράσινη μετάβαση κι όχι με τη βίαιη απολιγνιτοποίηση. Ανάγκη ενεργειακής αποκέντρωσης, οι μικρομεσαίοι να είναι παραγωγοί και καταναλωτές.

Διαχρονική και μεγάλη απειλή το δημογραφικό. Ας είναι καλά ο Γιώργος Κατρούγκαλος με την ασφαλιστική του μεταρρύθμιση που κατέστησε το ασφαλιστικό σύστημα βιώσιμο μέχρι το 2070.

Την ίδια στιγμή που είμαστε χαρούμενοι με τον Γιάννη Αντετοκούνμπο κλείνουμε το δρόμο στη νόμιμη μετανάστευση. Πρέπει να πάρουμε γενναίες αποφάσεις. Να μην βλέπουμε τις μεταναστευτικές ροές μόνο ως απειλή.