ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Κατρίνης: Ο προϋπολογισμός είναι χωρίς όραμα και χωρίς σχέδιο για τη χώρα

Κατρίνης: Ο προϋπολογισμός είναι χωρίς όραμα και χωρίς σχέδιο για τη χώρα
«Υπεύθυνη αντιπολίτευση άσκησε το κίνημα αλλαγής με την πρόεδρο Φώφη Γεννηματά και βέβαια υπεύθυνη αντιπολίτευση θα ασκήσουμε και με το νέο μας πρόεδρο» τόνισε ο Μιχάλης Κατρίνης. Intime/ΖΑΧΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ

 Σφοδρή κριτική άσκησε ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΙΝΑΛ, Μιχάλης Κατρίνης, και για τη διαχείριση της πανδημίας.

«Υπεύθυνη αντιπολίτευση άσκησε το κίνημα αλλαγής με την πρόεδρο Φώφη Γεννηματά και βέβαια υπεύθυνη αντιπολίτευση θα ασκήσουμε και με το νέο μας πρόεδρο. Δεν ξέρω πόσο ειλικρινής ήταν ευχή του κύριου Μητσοτάκη να σκίσουμε υπεύθυνη αντιπολίτευση.

Το βέβαιο είναι ότι απέναντι σας θα συνεχίσετε να έχετε ένα κόμμα που ξέρει να κάνει και υπεύθυνη και δομική και δυναμική αντιπολίτευση. Άρα ότι εύχεστε θα το έχετε κύριε πρωθυπουργέ, είμαι όμως σίγουρος ότι δεν θα σας αρέσει και μάλιστα καθόλου» είπε ξεκινώντας την τοποθέτηση του ο κ. Κατρίνης.

Ο βουλευτής του ΚΙΝΑΛ εκτίμησε ότι ο προϋπολογισμός αυτός «μυρίζει» εκλογές, αφού όπως εξήγησε: «Ο προϋπολογισμός δεν αποτυπώνει μόνο την τρέχουσα πορεία της οικονομίας αλλά και τον σχεδιασμό της κυβέρνησης. Ο πρωθυπουργός μπορεί να βεβαιώνει ότι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας.

Αν δει όμως κανείς προσεκτικά ότι τα περισσότερα μέτρα φορολογικής ελάφρυνσης έχουν ισχύ ως τις 30 Ιουνίου, αν συνδυάσει ότι η κατάρτιση του επόμενου προϋπολογισμού το φθινόπωρο του 2022 θα αποτελεί μια δύσκολη εξίσωση, ιδιαίτερα αν επιστρέψουν οι κανόνες του σύμφωνου δημοσιονομικής σταθερότητας, τότε μπορεί κανείς να πει ότι προϋπολογισμός του 2022 είναι απλά ένας προϋπολογισμός μεταβατικού χαρακτήρα, ένας προϋπολογισμός ενταγμένος στον πολιτικό σχεδιασμό της κυβέρνησης για το ενδεχόμενο προσφυγής σε εκλογές».

Ο ίδιος έκανε λόγο για «προϋπολογισμό με συντηρητικές επιλογές», ενώ όπως εξήγησε: «Είναι ένας προϋπολογισμός χωρίς όραμα, χωρίς σχέδιο για τη χώρα, με το χρέος της κεντρικής διοίκησης να έχει αυξηθεί πάνω από 31 δισεκατομμύρια € στην διετία της διακυβέρνηση σας, με το πραγματικό ιδιωτικό χρέος να υπερβαίνει τα 250 δισεκατομμύρια ευρώ και συνεχώς να αυξάνεται.

Το εμπορικό έλλειμμα παρουσιάζει αύξηση κατά 23,8 % σε ετήσια βάση για το διάστημα Ιανουαρίου – Οκτωβρίου του τρέχοντος έτους σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ και βέβαια με τον πληθωρισμό και την ακρίβεια να κλιμακώνονται, γεγονός που υποτιμάτε μεν από την κυβέρνηση, αλλά υποκρύπτει μεγάλους κινδύνους αφού η άνοδος του πληθωρισμού θα επιδράσει αρνητικά στην απόδοση των ομολόγων».

Σφοδρή κριτική άσκησε ο κ. Κατρίνης και για τη διαχείριση της πανδημίας υπογραμμίζοντας ότι δεν ήρθε το τέλος της, επειδή αυτό λέει απλώς η κυβέρνηση. «Το τέλος της πανδημίας δεν ήρθε επειδή το διακήρυξε κάποια στιγμή η κυβέρνηση. Η πανδημία είναι εδώ κι είναι ένα φαινόμενο με άγνωστες προεκτάσεις.

Η επιδημιολογική εικόνα της χώρας όμως είναι ελληνικό φαινόμενο είναι ευθύνη της κυβέρνησης και δυστυχώς η κυρίαρχη αίσθηση είναι ότι η κυβέρνηση έχει αποτύχει στους περισσότερους τομείς στην διαχείριση της πανδημίας. Τις επόμενες ώρες οι δυσμενής πρόβλεψη λέει ότι θα ξεπεράσουμε τους 20.000 νεκρούς.

Μπορεί ο καθένας από εμάς και από τους πολίτες να συγκρίνει πολύ απλά τις τρεις περιόδους που έχουμε ζήσει στην διαχείριση αυτής της πανδημίας. Μπορεί να συγκρίνει την σημερινή κατάσταση με τους πρώτους μήνες του 2020 ακόμα και με το φθινόπωρο του 2020 και τους πρώτους μήνες του 2201» είπε και συμπλήρωσε:

«Η σύγκριση είναι δραματική και η εικόνα βαίνει διαρκώς επιδεινούμενη τη στιγμή ειδικά που έχουμε το μεγάλο όπλο των εμβολίων και την σχετική εμπειρία που αποκτήσαμε.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Η κυβέρνηση χρησιμοποίησε την πανδημία, τους επιστήμονες και το αποτέλεσμα είναι σήμερα αντιμετωπίζουμε μία από τις χειρότερες επιδημιολογικά καταστάσεις.

Το σύστημα υγείας δεν ενισχύθηκε όσο θα έπρεπε και όσο επέβαλαν οι συνθήκες παρά τις επαναλαμβανόμενες εξαγγελίες του πρωθυπουργού και των στελεχών της κυβέρνησης».

Αιχμές άφησε ο κ. Κατρίνης και για την τοποθέτηση Σκέρτσου για το σύστημα υγείας, υπογραμμίζοντας: «Ο ένας μάλιστα εκ των δύο υπουργών επικρατείας στις 4 Νοεμβρίου δήλωσε ότι δεν υπάρχει λόγος να δημιουργήσουμε ένα πολυτελές σύστημα υγείας.

Δήλωση αποκαλυπτική της αντίληψης όσο και της ιεράρχησης των επιλογών σας. Γιατί η ίδια η κυβέρνηση υπονόμευσε την εμβολιαστική προσπάθεια. Αντί να μπουν μπροστά οι επιστήμονες και να μιλήσουν με την κοινωνία, βλέπαμε μέλη της κυβέρνησης, πρωτοκλασάτους υπουργούς να παριστάνουν του λοιμωξιολόγους, φέρνοντας δυστυχώς το αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που θα προσδοκούσαμε. Η κυβέρνηση δεν πήρε έγκαιρα τα απαραίτητα μέτρα και συνεχίζει να είναι διστακτική στην λήψη των αναγκαίων μέτρων.

Το χειρότερο όμως είναι ότι υιοθετεί 2 μέτρα και δύο σταθμά σε όλες αποφάσεις που λαμβάνει εντείνοντας την αμφισβήτηση, την καχυποψία ακόμα και την χαλάρωση. Γιατί πόσο αξιόπιστοι μπορεί να είστε όταν διστάζετε να λάβετε αποφάσεις για μέτρα που πρέπει να πάρετε, για μέτρα που η κοινή λογική επιβάλλει να πάρετε, για χώρους όπως τα μέσα μαζικής μεταφοράς, τα γήπεδα και οι εκκλησίες».

Αναφερόμενος στη μελέτη των καθηγητών Τσιόδρα και Λύτρα, ο βουλευτής του ΚΙΝΑΛ ζήτησε απαντήσεις σχετικά με το σε ποιο επίπεδο της κυβέρνησης έφτασα αυτή η μελέτη.

«Η μελέτη είναι γνωστή στους επιστημονικούς κύκλους τους τελευταίους μήνες. Θα μας πει κάποιος υπεύθυνα από την κυβέρνηση αν τη διάβασε ποτέ, αν την παρέλαβε ποτέ, αν αισθάνθηκε ποτέ την ανάγκη να λάβει τα ενδεδειγμένα μέτρα; Πιο είναι το υψηλότερο δυνατό επίπεδο στο οποίο κοινοποιήθηκε αυτή η μελέτη; Υπάρχει ψηλότερο επίπεδο από τον πρωθυπουργό που κατά τον κυβερνητικό εκπρόσωπο δεν την γνώριζε;

Ακόμη κι αν δεν την γνώριζε δεν προβληματίστηκε εδώ και αρκετούς μήνες που η χώρα μας εμφανίζει τη μεγαλύτερη θνησιμότητα έναντι όλων των άλλων χωρών της ευρωπαϊκής ένωσης; Πολύ φοβάμαι ότι το συγκεκριμένο περιστατικό απλά επιβεβαιώνει την τακτική της κυβέρνησης να εργαλειοποιήσει τους επιστήμονες, να αγνοεί τις εισηγήσεις αλλά και τις προτάσεις τους και αναμφίβολα η μελέτη Τσιόδρα - Λύτρα καταδεικνύει τις τραγικές συνέπειες της ελλιπούς θωράκισης του συστήματος υγείας».