Χαρίτσης: Επόμενη μέρα: επιστροφή σε αποτυχημένες συνταγές ή μια νέα αρχή βιώσιμης ανάπτυξης;
Σε άρθρο του στην Εφημερίδα των Συντακτών ο Αλέξης Χαρίτσης περιγράφει το όραμά του για την ελληνική οικονομία.
Ο τομεάρχης Ανάπτυξης και Επενδύσεων του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρει:
«Βρισκόμαστε εν μέσω μιας ιστορικής μετάβασης. Αν και ακόμα είναι πολύ νωρίς για να έχουμε μία ξεκάθαρη εικόνα της αλλαγής του τοπίου, ένα πράγμα είναι σαφές: ο κόσμος θα μεταβληθεί σημαντικά σε σχέση με αυτόν που υπήρχε πριν την πανδημία. Οι κοινωνίες αναζητούν έναν νέο βηματισμό, ο ρυθμός του οποίου καθορίζεται από το σοκ του κορωνοϊού και από την αναζήτηση μιας πειστικής επανεκκίνησης. Δεν είναι ένα ακόμα επεισόδιο σε ένα χιλιοπαιγμένο σίριαλ. Οι πρωταγωνιστές και η ίδια η σκηνογραφία έχει αλλάξει. Η καθίζηση των επενδύσεων και η άνοδος του κόστους πρώτων υλών και μεταφορών οδηγεί σε μία νέα οικονομική πραγματικότητα: οι παγκόσμιες αλυσίδες αξίας όπως και οι δυναμικές της παγκοσμιοποίησης δοκιμάζονται, ενώ αντίστροφα ενισχύονται οι πολιτικές της περιφερειοποίησης. Ταυτόχρονα, η ενεργητική οικονομική παρέμβαση αποτελεί πλέον κοινό τόπο.
Το Κράτος -ο μεγάλος ηττημένος της νεοφιλελεύθερης εποχής- αναβαθμίζεται σε μοχλό κοινωνικής και οικονομικής ανασύνταξης. Και μαζί του επανεμφανίζονται οι έννοιες του στρατηγικού σχεδιασμού, των δημόσιων πολιτικών, της οικονομικής και κοινωνικής ρύθμισης, του ριζοσπαστικού μεταρρυθμισμού.»
Να καθορίσουμε τη μετάβαση
Συνεχίζοντας, ο κ. Χαρίτσης επισημαίνει:
«Κανείς δεν μπορεί να προδικάσει αν οι τάσεις αυτές θα αποκτήσουν μόνιμα χαρακτηριστικά. Το δικό μας όμως καθήκον δεν είναι να παρατηρούμε παθητικά την έκβαση της μετάβασης, αλλά να την καθορίσουμε.
Η χώρα μας δεν βρίσκεται σε μια απομονωμένη φούσκα. Ακριβώς το αντίθετο. Είναι αντιμέτωπη με μια πολύπλευρη πρόκληση που σχετίζεται με τα δομικά χαρακτηριστικά και τις πρόσφατες εμπειρίες της. Από τα μέσα του 2017 περίπου η ελληνική οικονομία -χάρη στη συλλογική μας προσπάθεια- άρχισε να επανέρχεται σε αναπτυξιακούς ρυθμούς, κάτι που πρόσφατα υπενθύμισε και ο ESM . Την προσωρινή ανάκαμψη όμως διαδέχθηκε η πανδημία. Δεν είναι εδώ ο χώρος για την επισήμανση των κρίσιμων κυβερνητικών ευθυνών στη διαχείριση της πρωτοφανούς αυτής συνθήκης. Το αποτέλεσμα όμως δεν επιδέχεται αμφισβήτηση: η χώρα μας βρίσκεται στην τριάδα των ευρωπαϊκών χωρών με τη μεγαλύτερη ύφεση. Ακόμα χειρότερα, η κρίση αυτή είναι εξαιρετικά ασύμμετρη: κλαδικά, γεωγραφικά, ηλικιακά. Η απουσία ενός συνεκτικού σχεδίου για την “επόμενη μέρα” υπογραμμίζει τον κίνδυνο που βρίσκεται μπροστά μας: μία νέα, σαρωτική, εποχή όξυνσης των ανισοτήτων και κοινωνικής ανασφάλειας.»
Η κυβέρνηση
Ο κ. Χαρίτσης προσθέτει ότι:
«Η κυβερνητική απάντηση σε αυτές τις προκλήσεις συνοψίζεται στην πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης. Είναι ένας γνώριμος στόχος. Αυτή ήταν η κεντρική συλλογιστική της εποχής των μνημονίων. Είναι μια επιλογή κοινωνικά άδικη και ταυτόχρονα οικονομικά αναποτελεσματική. Η συμπίεση του κόστους εργασίας, η απορρύθμιση της αγοράς και η ρητορική τού «ελάτε να επενδύσετε σε έναν τόπο δίχως ελέγχους και κανόνες» δεν απέδωσε στο παρελθόν και δεν πρόκειται να αποδώσει και τώρα- ειδικά στη σημερινή παγκόσμια οικονομική συγκυρία.
Είναι πραγματικά θλιβερό ότι η κυβέρνηση αντιμετωπίζει ιστορικές ευκαιρίες για τη χώρα μέσα από το σχήμα της αναπαλαίωσης αποτυχημένων επιλογών. Στο έδαφος αυτό, το Ταμείο Ανάκαμψης στα χέρια της Νέας Δημοκρατίας μετασχηματίζεται σε εργαλείο χρηματοδότησης λίστας ιδιωτικών projects χωρίς το παραμικρό συνεκτικό σχέδιο, σε μηχανισμό περιθωριοποίησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και σε κανονιστικό πλαίσιο για την επιβολή αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων. Στο σύμπαν της κυβέρνησης δεν υπάρχει στρατηγική, παρά μόνο παλαιοκομματική διαχείριση. Το αποτέλεσμα είναι, δυστυχώς, προδιαγεγραμμένο.»
Τι χρειαζόμαστε
Ο Αλέξης Χαρίτσης επισημαίνει ότι: «Η χώρα μας χρειάζεται μία νέα αρχή. Και έχει αυτή τη δυνατότητα. Διαθέτουμε τις προϋποθέσεις να μετατρέψουμε την Ελλάδα σε ισότιμο εταίρο της παγκόσμιας αναζήτησης του κοινωνικού και οικονομικού συμβολαίου του 21ου αιώνα. Πρέπει να πιάσουμε ξανά το νήμα του στρατηγικού σχεδιασμού και της αναπτυξιακής πολιτικής με κοινωνικό πρόσημο και να το συνδέσουμε με το νέο οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον.
O δρόμος της νέας αρχής περνάει μέσα από την ενίσχυση των συγκριτικών μας πλεονεκτημάτων (ανθρώπινο δυναμικό και φυσικό περιβάλλον), την αποφασιστική στήριξη δυναμικών εξαγωγικών κλάδων και την διασύνδεση του τριτογενούς τομέα με την εγχώρια παραγωγή και μεταποίηση (όπως στην περίπτωση της συσχέτισης του τουρισμού με την αγροδιατροφή και τη μεταποίηση). Είναι μια πολιτική που ξέρουμε ότι έχει αποτελέσματα. Το είδαμε ακόμα και στις πιο δύσκολες μέρες της μνημονιακής επιτροπείας.
Η επιλογή της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ να ενισχύσει πολύπλευρα την έρευνα και την καινοτομία (για πρώτη φορά πάνω από 1% του ΑΕΠ το 2018 ) είχε πολλαπλασιαστικά οφέλη: η έστω και μερική ανάσχεση του brain drain μετά το 2015, η στήριξη της καινοτόμου επιχειρηματικότητας με νέα χρηματοδοτικά εργαλεία και η έκρηξη των εξαγωγών (ιστορικό ρεκόρ το 2018 ) είναι οι απτές αποδείξεις της δυνατότητας μιας στιβαρής και βιώσιμης αναπτυξιακής πορείας.
Ο κίνδυνος περιθωριοποίησης
«Δεν έχουμε άπειρες επιλογές, όπως δεν θα έχουμε άπειρες ευκαιρίες. Αν η ελληνική οικονομία μείνει δέσμια μιας κοντόθωρης αντίληψης που συνοψίζεται στην ανακύκλωση ενός αποτυχημένου μοντέλου, αυτό που μας περιμένει δεν είναι η στασιμότητα, αλλά η περιθωριοποίηση. Η ένταση του διεθνούς ανταγωνισμού και το βαρύ φορτίο των δομικών ανεπαρκειών της οικονομίας μας θα οδηγήσει σε μία βίαιη αναδιάρθρωση που θα έχει χαρακτηριστικά κατακρήμνισης.
Η αλλαγή πορείας εδώ δεν είναι θέμα πολιτικής αισθητικής. Είναι όρος κοινωνικής και οικονομικής επιβίωσης. Οι αντιφατικές μεν, αλλά θετικές στο σύνολό τους, μεγάλες αλλαγές που συντελούνται διεθνώς με τη χαλάρωση των ασφυκτικών δημοσιονομικών όρων και την αναβάθμιση του δημόσιου σχεδιασμού προσφέρουν ιστορικές δυνατότητες που δεν πρέπει να πάνε χαμένες. Η χώρα μας χρειάζεται τολμηρές πολιτικές με στόχο την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου που θα σφραγίζεται από την εξωστρέφεια, τους κανόνες για όλους, την δημιουργία υποδειγμάτων μίας οικολογικά ισόρροπης, κοινωνικά δίκαιης και οικονομικά πειστικής πρότασης για το μέλλον.»