ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Αχτσιόγλου στο CNN Greece: Η κυβέρνηση παρεμβαίνει μόνο για να επιδεινώσει τη θέση των εργαζομένων

Αχτσιόγλου στο CNN Greece: Η κυβέρνηση παρεμβαίνει μόνο για να επιδεινώσει τη θέση των εργαζομένων
ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΙΑΚΟΣ / ΙΝΤΙΜΕ

Σε συνέντευξή της στο CNN Greece η Έφη Αχτσιόγλου είπε ότι είναι θετική εξέλιξη η πρωτοβουλία Μπάιντεν για την άρση των πατεντών των εμβολίων για τον κορωνοϊό.

 

Σε ό,τι αφορά συνολικά την οικονομική πολιτική του Αμερικανού Προέδρου, η τομεάρχης Οικονομιικών του ΣΥΡΙΖΑ εκτίμησε ότι: «Το βέβαιο είναι ότι με τη μέχρι σήμερα οικονομική του πολιτική ο Μπάιντεν κατορθώνει να χαράξει μια σαφή διαχωριστική γραμμή από την καταστροφική περίοδο του Τραμπισμού. Δεν πιστεύω ότι θα γίνουν θαύματα στις ΗΠΑ, και έχω αμφιβολίες ότι ο Μπάιντεν θα επιμείνει μέχρι τέλους στην αριστερή αυτή στροφή, ωστόσο η πολιτική του μέχρι στιγμής ανοίγει δρόμους και δυνατότητες για μια συνολικότερη αμφισβήτηση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου της παγκόσμιας οικονομίας.»

Για το νομοσχέδιο Χατζηδάκη η κ. Αχτισόγλου επισήμανε ότι: «Η αντίδρασή μας αφορά τα όσα ο ίδιος ο κ. Χατζηδάκης και ο κ. Μητσοτάκης έχουν υποστηρίξει. Ότι δηλαδή θα προβλέπεται με ατομική συμφωνία η δεκάωρη εργασία του εργαζομένου χωρίς πρόσθετη αμοιβή με αντάλλαγμα μέρες άδειας. Και ότι τάχα μια τέτοια ρύθμιση θα λειτουργήσει υπέρ της ελευθερίας του εργαζομένου. Επίσης ότι σε καταχρηστικές απολύσεις δεν θα υπάρχει υποχρέωση επαναπρόσληψης του εργαζομένου και άρα δεν θα δικαιούται ούτε μισθούς υπερημερίας.»

Τέλος, εξέφρασε την απαισιοδοξία της για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, υποστηρίζοντας ότι: «Η κυβέρνηση δεν έχει συγκεκριμένο σχέδιο για την επανεκκίνηση της οικονομίας, για την περίοδο που διανύουμε δηλαδή. Το μόνο που σχεδιάζει και υλοποιεί είναι η απόσυρση των ανεπαρκών μέτρων στήριξης που εφάρμοζε το προηγούμενο διάστημα. […] Ουσιαστικά αφήνει τα πράγματα να εξελιχθούν από μόνα τους παρεμβαίνοντας μόνο για να επιδεινώσει τη θέση των εργαζομένων, να αφαιρέσει δικαιώματα και τελικά να μειώσει κι άλλο τα εισοδήματά τους. Είναι σαν να λέει «όποιος επιβιώσει, επιβίωσε».

Αναλυτικά η συνέντευξη της Έφης Αχτσιόγλου στο CNN Greece:

- Πώς κρίνετε την απόφαση του Μπάιντεν να υποστηρίξει την άρση των πατεντών για τα εμβόλια του κορωνοϊού; Εκτιμάτε ότι θα έχει πρακτικό αποτέλεσμα;

Η απόφαση Μπάιντεν συνιστά αναμφίβολα μια πολύ θετική εξέλιξη. Δηλώνει το αυτονόητο: ότι το εμβόλιο δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο υπερκερδών συγκεκριμένων εταιρειών, αλλά συνιστά δημόσιο αγαθό. Είναι μια θέση που είχε υποστηρίξει και ο Αλέξης Τσίπρας τον Ιανουάριο και απαξιώθηκε εντελώς τότε από τον κ. Μητσοτάκη. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δυστυχώς, δεν βλέπουμε ανάλογη τολμηρή στάση, τουλάχιστον από την πλειονότητα των κυβερνήσεων. Ήδη η κυβέρνηση Μέρκελ διαφώνησε με την άρση της πατέντας και συνολικά, στην πρόσφατη σύνοδο στο Πόρτο, η ΕΕ δεν εξέπεμψε ένα ισχυρό μήνυμα για τη διασφάλιση οικουμενικής πρόσβασης στο εμβόλιο.

Οπότε το πρακτικό αποτέλεσμα της πρότασης είναι αμφίβολο, αλλά η μάχη είναι ανοιχτή. Ανεξάρτητα πάντως από την εξέλιξη, η πολιτική αξία της πρότασης Μπάιντεν δεν μπορεί να υποβαθμιστεί καθώς ενισχύει τις πολιτικές δυνάμεις που υποστηρίζουν μια τέτοια ρωγμή στο θέσφατο της παντοδυναμίας των ιδιωτικών υπερκερδών εις βάρος της δημόσιας υγείας.

Η οικονομική πολιτική Μπάιντεν

- Συμμερίζεστε την άποψη ότι η οικονομική πολιτική Μπάιντεν δημιουργεί ένα καινούργιο παγκόσμιο παράδειγμα;

Η οικονομική πολιτική Μπάιντεν, όπως μέχρι στιγμής ανακοινώνεται, βασίζεται σε δύο πακέτα. Το ένα περισσότερο βραχυπρόθεσμο αφορά μέτρα, κυρίως δημόσιες δαπάνες για την επούλωση των πληγών της κοινωνίας από την κρίση του κορωνοϊού, και το άλλο με μεσοπρόθεσμο χαρακτήρα αφορά τη συνολική αλλαγή του οικονομικού και παραγωγικού μοντέλου. Εκτός της ολιστικής προσέγγισης που έχει στην οικονομική κρίση, πράγμα που λείπει από την πολιτική της Ευρώπης, στο περιεχόμενό τους τα πακέτα των μέτρων έχουν ιδιαίτερη μέριμνα για τους εργαζόμενους, τα χαμηλών εισοδημάτων νοικοκυριά, την καταπολέμηση των ανισοτήτων, τη φορολόγηση των πλουσίων. Η πολιτική του Μπάιντεν που έχει προκύψει μέσα από τη συμμαχία του με την αριστερή πτέρυγα του κόμματος δείχνει ότι κατανοεί κάτι βαθύτερο. Κατανοεί τις αιτίες της ανάδειξης του Τραμπ και εφαρμόζει πολιτικές που απαντούν στις αιτίες. Στο πρόγραμμά του για την αναβάθμιση των υποδομών για παράδειγμα επενδύει περίπου 150 δισ. στην εκπαίδευση του εργατικού δυναμικού με προτεραιότητα στις αποκλεισμένες κοινότητες και σε όσους έχουν μείνει πίσω στις ψηφιακές δραστηριότητες, μιλά ευθέως για την επέκταση των δικαιωμάτων, της προστασίας των εργαζομένων και της δυνατότητάς τους να έχουν συλλογική εκπροσώπηση ενώ έχει ειδική μέριμνα για την αύξηση της πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Το βέβαιο είναι ότι με τη μέχρι σήμερα οικονομική του πολιτική ο Μπάιντεν κατορθώνει να χαράξει μια σαφή διαχωριστική γραμμή από την καταστροφική περίοδο του Τραμπισμού. Δεν πιστεύω ότι θα γίνουν θαύματα στις ΗΠΑ, και έχω αμφιβολίες ότι ο Μπάιντεν θα επιμείνει μέχρι τέλους στην αριστερή αυτή στροφή, ωστόσο η πολιτική του μέχρι στιγμής ανοίγει δρόμους και δυνατότητες για μια συνολικότερη αμφισβήτηση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου της παγκόσμιας οικονομίας.

Το νομοσχέδιο Χατζηδάκη

- Στα δικά μας τώρα. Σηκώνετε την αντιπαράθεση για το νομοσχέδιο Χατζηδάκη αλλά η κυβέρνηση σας κατηγορεί ότι φωνάζετε για ένα νομοσχέδιο που δεν έχετε δει ακόμα. Τι απαντάτε;

Η αντίδρασή μας αφορά τα όσα ο ίδιος ο κ. Χατζηδάκης και ο κ. Μητσοτάκης έχουν υποστηρίξει. Ότι δηλαδή θα προβλέπεται με ατομική συμφωνία η δεκάωρη εργασία του εργαζομένου χωρίς πρόσθετη αμοιβή με αντάλλαγμα μέρες άδειας. Και ότι τάχα μια τέτοια ρύθμιση θα λειτουργήσει υπέρ της ελευθερίας του εργαζομένου. Επίσης ότι σε καταχρηστικές απολύσεις δεν θα υπάρχει υποχρέωση επαναπρόσληψης του εργαζομένου και άρα δεν θα δικαιούται ούτε μισθούς υπερημερίας.

Αυτά προκύπτουν μόνο από τις «παρουσιάσεις» του κ. Χατζηδάκη. Πολύ φοβάμαι πως στην τελική μορφή του νομοσχεδίου τα πράγματα θα είναι ακόμη χειρότερα. Δεν ξαφνιάζουν πάντως κανέναν αυτές οι επιλογές της κυβέρνησης, ούτε κάνουμε κακόβουλες εικασίες. Η ΝΔ υλοποιεί με προσήλωση και επιμονή ένα οργανωμένο σχέδιο στα εργασιακά ήδη από την πρώτη μέρα της εκλογής της. Ένα σχέδιο που αφαιρεί δικαιώματα που θεσπίστηκαν την περίοδο της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ (για τη δήλωση των ωραρίων, για την προστασία από τις απολύσεις, για τους εργαζόμενους με εργολαβίες), και που επιτίθεται στρατηγικά στη συλλογική ρύθμιση της αγοράς εργασίας –εξ ου και το ισχυρό χτύπημα στις συλλογικές συμβάσεις που η κυβέρνηση νομοθέτησε το 2019, πολύ πριν το ξέσπασμα της πανδημίας. Εφαρμόζει ένα σαφές σχέδιο ακραίας ελαστικοποίησης της εργασίας, «ατομικών συμφωνιών» έναντι οποιασδήποτε άλλης ρύθμισης και τελικά συρρίκνωσης των μισθών των εργαζομένων.


- Το ΚΚΕ από την άλλη, λέει ότι ανάλογη ρύθμιση για το ωράριο είχε θεσπιστεί κι επί ΣΥΡΙΖΑ. Η διαφορά ήταν ότι απαιτούσε συμφωνία του συνδικάτου με τον εργοδότη και όχι ατομική συμφωνία όπως προβλέπει το νομοσχέδιο Χατζηδάκη. Ισχύει αυτό και αν ναι, είναι τόσο μεγάλη η διαφορά;

Ουδέποτε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θέσπισε κάποια ανάλογη ρύθμιση για το ωράριο. Αυτό είναι εντελώς ψευδές. Η διευθέτηση του χρόνου εργασίας συλλογικά από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και τον εργοδότη προβλέπεται στο νομικό μας σύστημα ήδη από τη δεκαετία του ’90. Η κολοσσιαία διαφορά με το νομοσχέδιο Χατζηδάκη είναι ότι αυτή η διευθέτηση μπορούσε να επέλθει μόνο αν την προέβλεπε συλλογική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία του σωματείου με τον εργοδότη. Στην πράξη δεν υπήρξαν τέτοιες συμφωνίες ακριβώς διότι τα συνδικάτα εκτιμούσαν κατά κανόνα ότι αυτό θα λειτουργήσει εις βάρος των δικαιωμάτων των εργαζομένων.

Το νομοσχέδιο Χατζηδάκη μιλά για «ατομική συμφωνία». Η διαφορά συλλογικής διαπραγμάτευσης και συμφωνίας με την «ατομική συμφωνία» στα εργασιακά είναι πραγματικά τεράστια. Η μόνη δυνατότητα να διαπραγματευθούν οι εργαζόμενοι τους όρους αμοιβής και εργασίας τους σε μια σχέση σχετικής ισοτιμίας με τον εργοδότη τους είναι η συλλογική διαπραγμάτευση, η διαπραγμάτευση δηλαδή μέσω των συνδικαλιστικών τους οργανώσεων. Η ατομική συμφωνία εργοδότη εργαζόμενου σημαίνει απλά την επιβολή της βούλησης του ισχυρότερου μέρους, δηλαδή του εργοδότη. Επομένως, ο κ. Χατζηδάκης ψεύδεται όταν λέει ότι ο εργαζόμενος ατομικά θα διαπραγματεύεται και αν θέλει θα δουλεύει 10ωρο. Η πραγματικότητα είναι ότι ο εργοδότης θα επιβάλλει στον εργαζόμενο την απόφασή του και ο εργαζόμενος δεν θα μπορεί να κάνει αλλιώς, ιδίως αν λάβει κανείς υπόψη του την τεράστια ανεργία που υπάρχει στη χώρα μας. Η δεκάωρη εργασία λοιπόν μετά το νομοσχέδιο Χατζηδάκη δεν θα είναι «εθελοντική» όπως επιχειρεί να μας πείσει η κυβέρνηση. Διότι η ατομική συμφωνία δεν είναι εργαλείο απελευθέρωσης του εργαζόμενου όπως την παρουσιάζει ο κ. Μητσοτάκης, αλλά κυριαρχικό εργαλείο υποδούλωσης του εργαζομένου.

Τα προαπαιτούμενα

- Σε πρόσφατη δήλωσή σας υποστηρίζετε ότι η κυβέρνηση μετατρέπει το νομοσχέδιο Χατζηδάκη σε προαπαιτούμενο για την εκταμίευση των κονδυλίων του Ταμείο Ανάκαμψης. Τι ακριβώς εννοείτε;

Το Ταμείο Ανάκαμψης λειτουργεί με τον εξής μηχανισμό: τα κράτη υποβάλουν ένα σχέδιο, ένα σύνολο δράσεων για να λάβουν την αρχική έγκριση από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Από εκει και πέρα, η εκταμίευση των ποσών συνδέεται με την υλοποίηση των συγκεκριμένων δράσεων για τις οποίες τα κράτη έχουν δεσμευτεί. Αν πρόκειται για επονομαζόμενες «μεταρρυθμίσεις», τότε η εκταμίευση του συμφωνημένου ποσού θα γίνεται όταν το κράτος νομοθετήσει τη «μεταρρύθμιση» αυτή. Σε περίπτωση που κάποια επόμενη κυβέρνηση θελήσει να ακυρώσει αυτή τη νομοθέτηση, τότε η χώρα θα πρέπει να επιστρέψει στον ευρωπαϊκό μηχανισμό τα συμφωνημένα κονδύλια για τη «μεταρρύθμιση» που ακυρώθηκε.

Η κυβέρνηση της ΝΔ κατέθεσε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή μια λίστα έργων με ορίζοντα υλοποίησης έως το 2026 χωρίς να έχει συζητήσει με κανέναν εντός Ελλάδας για αυτά. Και ουσιαστικά φέρνει προ τετελεσμένων το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας. Μεταξύ αυτών των έργων περιλαμβάνονται και όλες οι αντεργατικές ρυθμίσεις που σκοπεύει να θεσμοθετήσει μέσω του νομοσχεδίου Χατζηδάκη αλλά και σειρά αντεργατικών μέτρων που θέσπισε εν μέσω πανδημίας και προτίθεται να παγιώσει.

Το σύνολο, λοιπόν, του αντεργατικού πλαισίου που υλοποιεί η κυβέρνηση καθίσταται με δική της απόφαση «προαπαιτούμενο» του Ταμείου Ανάκαμψης, προεξοφλώντας την οικονομική ζημία της χώρας από επόμενη κυβέρνηση που θα θελήσει να το ακυρώσει. Πρόκειται για ακραία αντιδημοκρατική και αντισυνταγματική μεθόδευση.

Η ανάκαμψη

- Με το άνοιγμα της εστίασης πολλοί μιλάνε για ένα κύμα αισιοδοξίας που θα ωθήσει πιο ψηλά την οικονομική ανάπτυξη. Συμμερίζεστε αυτήν την άποψη; Πώς βλέπετε την πορεία της οικονομίας τους επόμενους μήνες;

Δυστυχώς δεν συμμερίζομαι αυτή την αισιοδοξία για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος είναι ότι ο τρόπος που διαχειρίστηκε την οικονομική κρίση η κυβέρνηση της ΝΔ προκάλεσε βαθύτερες πληγές στον οικονομικό σχηματισμό και ουσιαστικά κατήργησε τις προϋποθέσεις για γρήγορη ανάκαμψη. Τα νοικοκυριά και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις καταχρεώθηκαν, το εισόδημα των εργαζομένων μειώθηκε δραστικά, οι εργασιακές σχέσεις δεν προφυλάχθηκαν και το ΑΕΠ της χώρας κατακρημνίσθηκε.

Το εκρηκτικό ιδιωτικό χρέος συνοδευόμενο από τον κίνδυνο γενικευμένων πτωχεύσεων (με δεδομένο και τον πτωχευτικό κώδικα της ΝΔ), η συρρίκνωση του εισοδήματος που δεν επιτρέπει μια σταθερή και μακρόχρονη αποκατάσταση της κατανάλωσης μετά την άρση του λοκ-ντάουν και ο κίνδυνος μαζικών απολύσεων είναι παράγοντες που δεν επιτρέπουν τη γρήγορη ανάκαμψη, ιδίως αν δεν αντιμετωπιστούν ριζικά με συγκεκριμένο σχέδιο.

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η κυβέρνηση δεν έχει συγκεκριμένο σχέδιο για την επανεκκίνηση της οικονομίας, για την περίοδο που διανύουμε δηλαδή. Το μόνο που σχεδιάζει και υλοποιεί είναι η απόσυρση των ανεπαρκών μέτρων στήριξης που εφάρμοζε το προηγούμενο διάστημα. Δεν λαμβάνει μέτρα για το κούρεμα των χρεών, για τη ρευστότητα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ώστε να αγοράσουν εμπορεύματα και να έχουν κεφάλαιο κίνησης, δεν δημιουργεί πλαίσιο προστασίας από τις απολύσεις, το αντίθετο, τις απελευθερώνει περαιτέρω, δεν αντιμετωπίζει τον αποκλεισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των νοικοκυριών από τον τραπεζικό δανεισμό.

Ουσιαστικά αφήνει τα πράγματα να εξελιχθούν από μόνα τους παρεμβαίνοντας μόνο για να επιδεινώσει τη θέση των εργαζομένων, να αφαιρέσει δικαιώματα και τελικά να μειώσει κι άλλο τα εισοδήματά τους. Είναι σαν να λέει «όποιος επιβιώσει, επιβίωσε». Αυτή η τακτική είναι ολέθρια όχι μόνο κοινωνικά αλλά και οικονομικά: αυξάνει τις ανισότητες, υπονομεύει τις δυνατότητες για σταθερή και βιώσιμη οικονομική μεγέθυνση και επισείει τον κίνδυνο νέας κρίσης χρέους, όταν παύσουν οι έκτακτες «διευκολύνσεις» της ΕΕ.