«Νέο κοινωνικό κράτος»: Ο όρος-κλειδί στη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ
Οι πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις διαμορφώνουν νέο πλαίσιο για τη στρατηγική συζήτηση στην ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ.
Μέχρι πρότινος, ο Αλέξης Τσίπρας και οι συν αυτώ «έπαιζαν άμυνα», αντιμέτωποι με έναν Κυριάκο Μητσοτάκη που έμοιαζε απόλυτος κυρίαρχος στο πολιτικό σκηνικό.
Την ίδια στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ έδινε την αίσθηση μια δύναμης απομονωμένης πολιτικά και με ελάχιστες προσβάσεις στο πεδίο της Ενημέρωσης. Ορισμένοι αναλυτές έφτασαν στο σημείο αν θέτουν υπό ερώτηση αν είναι αδιαμφισβήτητη η θέση του ΣΥΡΙΖΑ ως δεύτερου πόλου του πολιτικού συστήματος.
Στην Κουμουνδούρου όμως εκτιμούν ότι τα πράγματα αλλάζουν. Τους τελευταίους μήνες η κυβέρνηση αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, κάτι που πλέον αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις που έχει στα χέρια του ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ως αποτέλεσμα της νέας κατάστασης, για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια ανοίγουν δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ της αξιωματικής αντιπολίτευσης και ισχυρών παραγόντων της Ενημέρωσης. Το πρόβλημα όμως για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι προς το παρόν η φθορά της Νέας Δημοκρατίας δεν μεταφράζεται σε δικά του κέρδη.
Το νέο ερώτημα
Κατά συνέπεια, το κύριο ερώτημα στο επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πώς θα βγει ο ΣΥΡΙΖΑ από τη δύσκολη θέση, αλλά πώς θα εκμεταλλευτεί τις νέες πολιτικές ευκαιρίες που του δίνονται. Και για ένα κόμμα εξουσίας δεν αρκεί κριτική στα κακώς κείμενα του αντιπάλου, αλλά είναι απαραίτητο να πείσει ότι έχει ισχυρή θετική πρόταση διακυβέρνησης.
Όπως είπε στο CNN Greece ανώτερος αξιωματούχος του ΣΥΡΙΖΑ, «στο επίκεντρο της στρατηγικής μας είναι η ανάδειξη του εναλλακτικού σχεδίου διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ».
Το Κέντρο και η Αριστερά
Έχει ενδιαφέρον ότι ο κ. Τσίπρας δίνει την εντύπωση πως προσπαθεί να διαφοροποιήσει τους βασικούς όρους της εσωκομματικής συζήτησης του προηγούμενου διαστήματος. Δηλαδή, φαίνεται ότι επιχειρείται η επανατοποθέτηση του ερωτήματος «πόσο προς το Κέντρο πρέπει να μετατοπιστεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Ερώτημα που βρίσκεται στην καρδιά των εσωκομματικών διεργασιών. Ίσως αυτή η τάση να σχετίζεται με δημοσκοπικά ευρήματα σύμφωνα με τα οποία, το περιεχόμενο της εσωκομματικής συζήτησης του ΣΥΡΙΖΑ δεν «περνάει» στους πολίτες.
Δεν είναι τυχαίο ότι στο επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ συζητήθηκε αρκετά πρόσφατο άρθρο της Μαριλένας Κοππά στην Εφημερίδα των Συντακτών. Η αναπληρώτρια καθηγήτρια Συγκριτικής Πολιτικής στο Πάντειο έγραψε μεταξύ άλλων:
«Την εποχή των πολλαπλών κρίσεων, κρίση αξιών, κρίση δημοκρατίας, κρίση οικονομική, πολιτική, κοινωνική, το αίτημα είναι για καθαρές θέσεις και επιλογές στα κρίσιμα ζητήματα. Έτσι σταδιακά η ίδια η έννοια του Κέντρου εξαϋλώθηκε και παρέμεινε μόνο ως γεωγραφικός χώρος χωρίς πολιτικό περιεχόμενο, χωρίς κοινωνική αντιστοίχιση. Μόνο ως δείγμα πολιτικού αταβισμού ή ως σημαία ευκαιρίας μπορεί πλέον να λειτουργήσει.»
Το νέο κοινωνικό κράτος
Σύμφωνα με τον κομματικό αξιωματούχο με τον οποίο συνομιλήσαμε, η πρόταση εξουσίας του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να αξιοποίηση τρεις μείζονες πολιτικές και κοινωνικές εμπειρίες:
-Τη χρεοκοπία της περιόδου 2010-14
-Τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ 2015-19.
-Την πανδημία.
Κατά τον συνομιλητή μας τόσο η πανδημία όσο και η εμπειρία της χρεοκοπίας, καθιστούν την έννοια της αναγέννησης του κοινωνικού κράτους «κλειδί» για την εναλλακτική προστασίας εξουσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό γιατί ένα νέο κοινωνικό κράτος δεν διασφαλίζει μόνο την προστασία των πολιτών, αλλά μπορεί να γίνει ο πυλώνας ενός νέου παραγωγικού μοντέλου. Ενός μοντέλου που υποσχέται ευημερία τόσο στους εργαζόμενους όσο και στα μεσαία στρώματα, δημιουργώντας τη βάση μιας ισχυρής κοινωνικής συμμαχίας.
Σε ό,τι αφορά τη κυβερνητική εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ, ο αξιωματούχος υποστήριξε ότι η αξιωματική αντιπολίτευση έχει πλέον μεγάλο αριθμό στελεχών που στην πράξη έχουν αποδείξει ότι η διοικητική τους επάρκεια είναι υψηλότερη από αυτήν των στελεχών της ΝΔ.
Σε ανάλογο τόνο και όσα γράφει η βουλεύτρια Φλώρινας Πέτη Πέρκα στην Αυγή με αφορμή το Ελληνικό:
«Ο ΣΥΡΙΖΑ σεβόμενος την φυσική και πολιτιστική κληρονομιά της χώρας και έχοντας την απαιτούμενη τεχνοκρατική επάρκεια, είναι το κόμμα που προωθεί τις επενδύσεις προς όφελος της κοινωνίας, του περιβάλλοντος και της πραγματικής οικονομίας.»