ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Βαληνάκης: Αναγκαία μία νέα στρατηγική «διεκδικητικής εξομάλυνσης» με την Τουρκία

Βαληνάκης: Αναγκαία μία νέα στρατηγική «διεκδικητικής εξομάλυνσης» με την Τουρκία
Ο καθηγητής Γιάννης Βαληνάκης προτείνει μία στρατηγική έναντι της Τουρκίας που δεν θα περιλαμβάνει «ούτε συνεχή αναβολή κρίσιμων αποφάσεων για τον επόμενο χειριστή υπό χειρότερους όρους, αλλά ούτε και άρον-άρον διάλογο με μινιμαλιστικές διεκδικήσεις». ΜΠΑΜΠΟΥΚΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ / INTIME

Στην ανάγκη μιας νέας στρατηγικής που θα έχει προσαρμοστεί στα πολλά νέα δεδομένα και θα έχει ως στόχο τη «διεκδικητική εξομάλυνση» με την Τουρκία, επανέρχεται ο καθηγητής διεθνών σχέσεων και πρώην υφυπουργός Εξωτερικών, Γιάννης Βαληνάκης.

Μιλώντας στο CNN Greece, ο καθηγητής Βαληνάκης επισημαίνει ότι ορισμένες λανθασμένες αναλύσεις οδηγούν σε έναν «βολικό», αλλά επικίνδυνο εφησυχασμό, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για το «χειρότερο σενάριο» σε σχέση με την Τουρκία.

Ο κ. Βαληνάκης προβλέπει ότι «η Γερμανία και η ΕΕ οπωσδήποτε τρέμουν και γι' αυτό και θα υποκύψουν στον τουρκικό εκβιασμό με όπλο το μεταναστευτικό». Υποστηρίζει ότι «η επικείμενη Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ φαίνεται να χαρίζει με την μία ή την άλλη διατύπωση στον Ερντογάν -πέρα από όσα ανέφερα ήδη- όλα σχεδόν όσα ζήτησε ως θετική ατζέντα» και αναλύει τα κέρδη που αποκομίζει η Αγκυρα από αυτή τη στάση.

Σύμφωνα με τον κ. Βαληνάκη, ως προς τη διαδικασία ο κ. Ερντογάν πέτυχε ο όσα ακριβώς ζήτησε απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο, ενώ και ως προς την ουσία τονίζει ότι δεν υπήρξε διάψευση στο γεγονός ότι η Αγκυρα έθεσε τα δικά της θέματα στο τραπέζι των διερευνητικών.

«Ακούμε λοιπόν για πρόοδο και για επιτυχίες αλλά ειλικρινά δεν βλέπω πώς θα πεισθεί η Τουρκία να παραιτηθεί από όλα αυτά, ούτε και με ποιές τελικά θέσεις και διεκδικήσεις προσερχόμαστε σε όλα τα παράλληλα τραπέζια» σχολιάζει με νόημα, τονίζοντας πως μια εθνική στρατηγική απαιτεί πολύ περισσότερα από όσα κάνει η κυβέρνηση.

Αναλυτικά η συνέντευξη του Γιάννη Βαληνάκη:

- Έχετε ασκήσει κριτική για τους κυβερνητικούς χειρισμούς στα ελληνο-τουρκικά. Πού διαφωνείτε με τα όσα έχουν γίνει;

Προσπαθώ, με την πείρα δεκαετιών ενασχόλησης (επιστημονικής αλλά και «επί του πεδίου») με τα ελληνο-τουρκικά, να είμαι εποικοδομητικός. Μοναδικός στόχος μου είναι να συμβάλω σε έναν ευρύτερο και σοβαρότερο δημόσιο διάλογο για τη σχέση μας με την Τουρκία που δυστυχώς εξελίσσεται σε έναν ολοένα και πιο επικίνδυνο γείτονα.

Ορισμένες δηλ. λανθασμένες αναλύσεις που κατά τη γνώμη μου οδηγούν σ’ έναν «βολικό», αλλά επικίνδυνο εφησυχασμό: Ότι όλα πάνε καλά, η Τουρκία δεν θα αποτολμήσει μια επίθεση εναντίον μας κι ότι η όλη εξωφρενική συμπεριφορά της οφείλεται σε εσωτερικά της προβλήματα. Άρα και ότι όλα θα λυθούν με ψυχραιμία και υπομονή, και οι ευρωπαϊκές -φραστικές συνήθως- καταδίκες και οι πρόσφατες αμερικανικές κυρώσεις -αμφίβολης πιστεύω για εμάς αποτελεσματικότητας- θα την οδηγήσουν τελικά στη Χάγη. Προσθέστε και τον αυτο-κομπασμό μας για την «αναμφισβήτητη αποτρεπτική μας ισχύ», τις (εγγενώς ασταθείς) «στρατηγικές συμμαχίες» και τα «αυστηρά μηνύματα» με τις επισκέψεις ξένων αεροπλανοφόρων και τις κοινές ασκήσεις.

Όχι ότι όλα αυτά δεν βοηθούν. Όμως επειδή στα μάτια της Τουρκίας στερούνται δυστυχώς -όπως φαίνεται- πραγματικής αποτρεπτικής ισχύος, δημιουργούν σε εμάς έναν επικίνδυνο εφησυχασμό κι ελπίζω να μην ξυπνήσουμε μια μέρα όπως εκείνο το πρωινό των Ιμίων. Μια εθνική στρατηγική απαιτεί πολύ περισσότερα.

- Τι εννοείτε; Πώς προσδιορίζετε μια τέτοια εθνική στρατηγική;

Εδώ και πολύ καιρό γράφω για την ανάγκη μιας νέας στρατηγικής που θα έχει προσαρμοστεί στα πολλά νέα δεδομένα και θα έχει ως στόχο τη «διεκδικητική εξομάλυνση» με την Τουρκία. Ούτε συνεχή αναβολή κρίσιμων αποφάσεων για τον επόμενο χειριστή υπό χειρότερους όρους, αλλά ούτε και άρον-άρον διάλογο με μινιμαλιστικές διεκδικήσεις.

Για να είναι σοβαρή και υπεύθυνη μιά τέτοια στρατηγική, πρέπει πρώτα-πρώτα να οδηγεί σε βελτίωση της θέσης μας, σε εθνικά κέρδη σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση. Και ταυτόχρονα να έχει προετοιμάσει τη χώρα και για το χειρότερο σενάριο, όχι για το πιο ...ευχάριστο. Γιατί αν κάποτε το χειρότερο σενάριο ήταν κάπως θεωρητικό, τώρα πια δεν είναι.

Η Τουρκία ασκώντας στρατιωτική βία έχει de facto αλλάξει τα σύνορά της με τρεις γείτονές της κι επιδιώκει να κάνει το ίδιο και με εμάς και την Κυπριακή Δημοκρατία, σε ξηρά, θάλασσα και αέρα. Μας το φωνάζει καθημερινά. Φυσικά, επειδή η Ελλάδα δεν είναι Λιβύη, η Άγκυρα προτιμά να το πετύχει με την απειλή χρήσης βίας. Κι είναι γι αυτό επικίνδυνο και καταθλιπτικό να εκπέμπονται δημόσια μηνύματα «έντρομης ανακούφισης» για κάθε -προσωρινή βέβαια- αποκλιμάκωση. Γιατί στόχος μας δεν είναι ή δεν πρέπει να είναι μόνο να αποκλιμακώνουμε, αλλά να βγαίνουμε και κερδισμένοι, ή εστω «ισόπαλοι» σε κάθε στρατηγικό μπρα-ντε-φερ με τη γείτονα. Όταν για την αποκλιμάκωση καταβάλεις «λύτρα», οδηγείσαι σε ακόμη μεγαλύτερους εκβιασμούς.

- Τι περιμένετε από την Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, ανήμερα της εθνικής εορτής;

Η καγκελάριος Μέρκελ που μεσολάβησε για την αποκλιμάκωση (αφού ουσιαστικά σε αυτόν τον στόχο επικεντρώσαμε) εργάστηκε όπως κάθε μεσολαβητής (αφού αυτόν τον ρόλο της αποδεχθήκαμε) και φαίνεται να εξασφάλισε τα ανταλλάγματα που ζήτησε ο Ερντογάν, καταγοητευμένη επιπλέον από την επίθεση γοητείας του.

Ζητώντας του να αποσύρει απλώς τα ερευνητικά σκάφη, φαίνεται να του εξασφαλίζει μέσω της επιρροής της στην επικείμενη σύνοδο της ΕΕ αλλά και γενικότερα:

α) το «ξεδόντιασμα» της «αρνητικής ατζέντας», δηλ. οποιωνδήποτε κυρώσεων που μόνο θεωρητικά θα αχνοφαίνονται στον ορίζοντα,

β) μια πολύ «θετική ατζέντα» για την Τουρκία δηλ. μια σειρά από σημαντικά πολιτικά και οικονομικά οφέλη που θα εξηγήσω σε λίγο αναλυτικότερα,

γ) ότι πείστηκε ήδη η Ελλάδα ουσιαστικά χωρίς όρους να προσέλθει διμερώς σε συνομιλίες επίλυσης «διαφορών»,

δ) η αποχή από «προκλήσεις» να αφορά και την Αθήνα, δηλ. όχι 12 ν.μ. και ΑΟΖ στο Αιγαίο ή στην Ανατολική Μεσόγειο κ.ά. , ε) συνομιλίες για επίλυση του Κυπριακού στα μέτρα της Τουρκίας,

στ) να μην υποστηριχθούν από την ΕΕ ο (ήδη εκτελεσθείς από την Αίγυπτο) EastMed και η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, ζ) να μην αποτελεί η ακύρωση του τουρκο-λιβυκού μνημονίου προϋπόθεση για ευρωπαϊκή ενίσχυση της νέας λιβυκής κυβέρνησης.

- Τι πιστεύετε δηλαδή ότι θα περιλαμβάνει η «θετική ατζέντα» της ΕΕ για την Τουρκία;

Εξηγούμαι. Η Γερμανία και η ΕΕ οπωσδήποτε τρέμουν και γι' αυτό και θα υποκύψουν στον τουρκικό εκβιασμό με όπλο το μεταναστευτικό.

Από εκεί και πέρα, με μόνη «παραχώρηση» για εμάς μια μάλλον προσωρινή αποχή, από το κατά τα άλλα καταδικασθέν ως παράνομο και προκλητικό τουρκικό «όργωμα» της Ανατολικής Μεσογείου, η επικείμενη Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ φαίνεται να χαρίζει με την μία ή την άλλη διατύπωση στον Ερντογάν -πέρα από όσα ανέφερα ήδη- όλα σχεδόν όσα ζήτησε ως «θετική ατζέντα».

Ποια είναι αυτά που ζήτησε και παίρνει; α) Θετικά σήματα από την ΕΕ στις αγορές για τη χειμαζόμενη τουρκική οικονομία (όχι κυρώσεις, δρομολόγηση επικαιροποίησης της Τελωνειακής Ένωσης, δισεκατομμύρια ευρώ για τους πρόσφυγες και με διαχείριση του τουρκικού κράτους κ.λπ.), β) δρομολόγηση του απεγκλωβισμού της Άγκυρας από τους αυστηρούς όρους της ενταξιακής πορείας και διαμόρφωσης μιάς νέας και εξαιρετικά επικίνδυνης για εμάς «ειδικής σχέσης αλά-τούρκα» μόνο με οφέλη για την ίδια, γ) όχι σκληρή κριτική για τις παντοειδείς καθημερινές παρασπονδίες της (όπως ποιότητα Δημοκρατίας και Κράτους Δικαίου -βλ. διώξεις κάθε αντιφρονούντος και του κουρδικού κόμματος, δικαιώματα γυναικών- τις στρατιωτικές εισβολές σε ξένα κράτη κ.λπ.), δ) αναβάθμιση του πολιτικού διαλόγου ΕΕ-Τουρκίας ως επιπλέον επιβράβευση και το κυριότερο, ε) τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό να ξαναγίνουν διμερής υπόθεση του Ελληνισμού με την Άγκυρα κι όχι ευρω-τουρκική: με ανώδυνους και γενικόλογους δήθεν «όρους» και με ελάχιστα αποκρυπτόμενη πίεση σε Αθήνα και Λευκωσία για γρήγορα αποτελέσματα γιατί «δεν θα μπορέσουν να συγκρατήσουν για πολύ ακόμη τον απασφαλίσαντα Ερντογάν».

- Από αυτά που μας λέτε συμπεραίνουμε ότι οι «διευκολύνσεις» που παρέχει η ΕΕ στον κ. Ερντογάν σε συνδυασμό με τη στάση της Αθήνας, προσφέρουν έδαφος στην Αγκυρα για να προωθήσει τη δική της ατζέντα.

Θυμίζω ότι πέρσι η Τουρκία ζήτησε διάλογο σε τρία επίπεδα: πολιτικές διαβουλεύσεις, διερευνητικές επαφές και στρατιωτικό διάλογο. Η ελληνική κυβέρνηση τον απέρριψε μετά βδελυγμίας διαβεβαιώνοντας ότι θα συζητούσαμε μόνο για την υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Και τώρα βλέπουμε ότι τελικά αποδεχθήκαμε και τα τρία επίπεδα. Πολιτικές διαβουλεύσεις σε υψηλό επίπεδο (ίσως ακόμη και ηγετών), διερευνητικές (ήδη δύο γύρους), αλλά και στρατιωτικά θέματα μέσω ΝΑΤΟ.

Δηλαδή, ως προς τη διαδικασία, πέτυχε ο Ερντογάν όσα ακριβώς ζήτησε απέναντι στην Ελλάδα, όπως ανάλογα κέρδισε και ως προς τη διαδικασία «επίλυσης» που προωθεί απέναντι στην Κυπριακή Δημοκρατία. Άλλαξε τη βάση των διαπραγματεύσεων και παρ’ όλα αυτά προσέρχονται «για να συνδράμουν σε μια δίκαιη και βιώσιμη λύση» σαν να μην άλλαξε τίποτε ο ΟΗΕ, η ΕΕ, αλλά και ο Ελληνισμός...

- Όμως η Ελλάδα δεν έχει προσέλθει σε συνομιλίες εφ’ όλης της ύλης με την Τουρκία. Ως προς την ουσία συζητάει μόνο για οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών.

Πάμε και στην ουσία.

Δεν θυμάμαι να διάβασα καμιά επίσημη διάψευση ότι στο τραπέζι των διερευνητικών δεν έθεσε η Άγκυρα τη «Γαλάζια Πατρίδα» , τις «γκρίζες ζώνες», την αποστρατικοποίηση του Ανατολικού Αιγαίου και την απόλυτη άρνησή της στα 12ν.μ. αιγιαλίτιδας, στον εναέριο χώρο των 10ν.μ., σε ελληνική ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο και στις διεθνείς δικαιοδοσίες μας στην έρευνα και διάσωση στις περιοχές αυτές.

Το αντίθετο, δυστυχώς, φαίνεται να συμβαίνει. Ούτε και έχουμε μάθει τι συνεπάγεται ο «μηχανισμός αποσυμπίεσης» που ανακοίνωσε ως ήδη συμφωνηθέντα ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ. Όσο για τις πολιτικές διαβουλεύσεις, πληροφορούμαστε από δημοσιογραφικές διαρροές ότι θα συζητηθούν και μειονοτικά θέματα...

Ακούμε λοιπόν για πρόοδο και για επιτυχίες αλλά ειλικρινά δεν βλέπω πώς θα πεισθεί η Τουρκία να παραιτηθεί από όλα αυτά, ούτε και με ποιές τελικά θέσεις και διεκδικήσεις προσερχόμαστε σε όλα αυτά τα παράλληλα τραπέζια.

Στη «Γαλάζια Πατρίδα» εμείς ποιόν χάρτη αντιπαρατάσσουμε; Φαίνεται δηλαδή να παίρνει η Τουρκία όλα όσα ζήτησε, έστω και σε επίπεδο διαδικασίας, τουλάχιστον μέχρι σήμερα.

Ας ελπίσουμε ότι αφού η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ θα γίνει διαδικτυακά και άρα δεν θα υπάρξουν τα συνήθη επίσημα Συμπεράσματα, ίσως δοθεί μια θετική για εμάς αναβολή που θα αξιοποιήσουμε επιτέλους κατάλληλα προς όφελός μας.