ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Καλογήρου στο CNN Greece: Η κυβέρνηση ολιγώρησε στην υπόθεση Λιγνάδη

Καλογήρου στο CNN Greece: Η κυβέρνηση ολιγώρησε στην υπόθεση Λιγνάδη
ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΙΑΚΟΣ / ΙΝΤΙΜΕ

«Η περιπέτεια αυτή σε αλλάζει. Δίνεις μάχη με την ασθένεια και τον φόβο. Επαναπροσδιορίζεις τα σημαντικά από τα ασήμαντα.»

Με αυτά τα λόγια ο Μιχάλης Καλογήρου συνόψισε στο CNN Greece τι δική του εμπειρία με τον κορωνοϊό και την ασθένεια COVID. Σε ό, τι αφορά τους περιορισμούς δικαιωμάτων στο όνομα της αντιμετώπισης της πανδημίας, ο διευθυντής του γραφείου του Αλέξη Τσίπρα και πρώην υπουργός Δικαιοσύνης τόνισε: «Με μία φράση, η κατάσταση ανάγκης δεν μπορεί να συνιστά κατάσταση εξαίρεσης από το δίκαιο, αλλά, το πολύ, αξιώνει προσαρμογή της νομιμότητας στις νέες συνθήκες.»

Σε ό,τι αφορά την υπόθεση Λιγνάδη, ο κ. Καλογήρου καταλόγισε στην κυβέρνηση ολιγωρία. Υπογράμμισε δε ότι: «Η άμεση ανάληψη της πολιτικής ευθύνης έπρεπε να είναι μια αυτονόητη ενέργεια για εκείνον που διόρισε κάποιον άλλο σε μια θέση ευθύνης, με τον τρόπο που το έκανε η κυβέρνηση. Η κυβέρνηση της ΝΔ αν έμενε πιστή σε αυτόν τον βασικό αξιακό κανόνα της πολιτικής ευθύνης αντί να αναλώνεται σε επικοινωνιακά τεχνάσματα, ενώ χειρίζεται κρίσιμα ζητήματα διακυβέρνησης, θα απέφευγε όλη αυτή την έκθεση που τώρα υφίσταται. Αυτή η βαθιά υποκρισία της ΝΔ έχει γίνει ευρύτερα κατανοητή και είναι ο βασικός λόγος που σχεδόν το σύνολο του καλλιτεχνικού κόσμου της χώρας εκδηλώνει απέναντί της έντονη απογοήτευση και έλλειψη κάθε εμπιστοσύνης.»

Για την απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα ο Μιχάλης Καλογήρου είπε ότι: «Ακόμη και την έσχατη στιγμή, ενώ ο κρατούμενος έχει φτάσει σε κρίσιμο σημείο, οπότε το ζήτημα θα έπρεπε να είναι η εξεύρεση μιας λύσης για τη σωτηρία της ζωής του και τη διαφύλαξη της αξιοπρέπειάς του, η κυβέρνηση εξακολουθεί να μην μετριάζει τη στάση της. Κάτι που θα της αναγνωριζόταν ως ένδειξη μιας μεγαλόψυχης κίνησης εκ μέρους των φορέων μιας ισχυρής δημοκρατίας.»

Αναλυτικά η συνέντευξη του Μιχάλη Καλογήρου στο CNN Greece:

-Είχατε τη δικιά σας περιπέτεια με τον κορωνοϊό -ελπίζω να έχετε αναρρώσει πλήρως. Πόσο σας έχει αλλάξει αυτή η εμπειρία; Θα θέλατε να στείλετε κάποιο μήνυμα στους συμπολίτες μας, όχι ως πολιτικός αλλά ως κάποιος που πέρασε όλη αυτήν την -ταλαιπωρία;

Η περιπέτεια αυτή σε αλλάζει. Δίνεις μάχη με την ασθένεια και τον φόβο. Επαναπροσδιορίζεις τα σημαντικά από τα ασήμαντα. Το μήνυμα είναι αυτονόητο: ατομικά μέτρα προφύλαξης, εμπιστοσύνη στο εμβόλιο, ενίσχυση των δομών του ΕΣΥ, προσλήψεις, πληρωμή εφημεριών- υπερωριών, μισθολογικές αυξήσεις για το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό και στήριξη της ελληνικής έρευνας για τη θεραπεία. Κάθε μέρα που περνά είναι κρίσιμη, κάθε εμβολιασμός που καθυστερεί, κάθε αίτημα του προσωπικού που δεν ικανοποιείται διευκολύνει τον ιό και δυσχεραίνει τους όρους που δίνεται η μάχη.

Η πανδημία και οι ελευθερίες

-Συμμερίζεστε την άποψη ότι τα μέτρα για την πανδημία απειλούν τη συνταγματική τάξη και τις πολιτικές ελευθερίες;

-Με μία φράση, η κατάσταση ανάγκης δεν μπορεί να συνιστά κατάσταση εξαίρεσης από το δίκαιο, αλλά, το πολύ, αξιώνει προσαρμογή της νομιμότητας στις νέες συνθήκες.

Πράγματι, η πανδημία του Covid 19 για περισσότερο από ένα χρόνο έχει προκαλέσει σοβαρούς κινδύνους για την παγκόσμια κοινότητα και η προστασία της δημόσιας υγείας δικαιολογεί περιορισμούς των ελευθεριών των πολιτών. Όμως οι περιορισμοί αυτοί αφενός δεν πρέπει να είναι περισσότεροι από τους απολύτως αναγκαίους για την εξυπηρέτηση του σκοπού, δηλαδή της αντιμετώπισης της πανδημίας και αφετέρου δεν θα πρέπει να καταλήγουν σε αναστολή οποιασδήποτε ελευθερίας.

Σε αυτή τη δύσκολη εξίσωση η κυβέρνηση της ΝΔ έχει αποτύχει. Δεν ενεργεί με διαφάνεια, ούτε με πειστικά τεκμηριωμένη αιτιολογία των πράξεών της και έχει υποβαθμίσει σημαντικά τον τρόπο νομοθέτησης και τη λειτουργία του Κοινοβουλίου. Για αυτό και δικαιολογημένα όλο και περισσότεροι πολίτες αμφισβητούν την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης, ενώ ταυτόχρονα αντιφάσεις και παλινωδίες, δυστυχώς, έχουν δώσει χώρο στους λεγόμενους αρνητές.

Υπόθεση Λιγνάδη

-Πάμε στην υπόθεση Λιγνάδη. Γιατί υποστηρίζετε ότι άργησε η κυβέρνηση να αντιδράσει στις καταγγελίες. Τι θα έπρεπε να είχε κάνει αφού δεν είχαν γίνει μηνύσεις;

-Η κυβέρνηση έσπευσε με σπουδή να τροποποιήσει το νομικό πλαίσιο για να μπορέσει, αμέσως μετά την εκλογή της το καλοκαίρι του 2019, να διορίσει στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή τον κ. Δ. Λιγνάδη. Επικαλέστηκε μάλιστα τότε λόγους "δημοσίου συμφέροντος".

Για 15 ημέρες μετά την πρώτη καταγγελία εις βάρος του κ. Δ. Λιγνάδη η κυβέρνηση και η αρμόδια Υπουργός ολιγώρησαν να ενεργήσουν και να ανακαλέσουν "για σοβαρούς λόγους" το διορισμό του κ. Λιγνάδη, όπως ο νόμος για το Εθνικό Θέατρο προβλέπει, διαφυλάσσοντας το κύρος του και προστατεύοντας το κοινό του. Δεν μπορούν να ισχυρίζονται ότι δεν τους αρκούσαν για αυτό οι πληροφορίες που ήδη υπήρχαν, αφού, όπως η ίδια η υπουργός ισχυρίζεται, ήταν αυτές ακριβώς που την κινητοποίησαν να τον καλέσει επανειλημμένα και να του ζητήσει "άτυπες" εξηγήσεις. Στο πλαίσιο αυτό, μάλιστα, υποτίθεται ότι έλαβε χώρα η "εξαπάτησή" της εκ μέρους του, που προσβλητικά συνέδεσε με την ιδιότητα του ηθοποιού.

Ενώ έκανε εν κρυπτώ συναντήσεις μαζί του, έχοντας προσδιορίσει ήδη καλά ποιον αφορούσαν οι καταγγελίες, διατύπωνε ισχυρισμούς περί μη επώνυμης καταγγελίας. Μετά μιλούσε για προσωπικούς λόγους παραίτησης, παρέχοντας πλήρη κάλυψη στον τ. καλλιτεχνικό διευθυντή, που έτσι κέρδιζε χρόνο και επιχειρήματα για να τα αξιοποιήσει κατά το δοκούν έναντι των επερχόμενων εναντίον του κατηγοριών.

Η άμεση ανάληψη της πολιτικής ευθύνης έπρεπε να είναι μια αυτονόητη ενέργεια για εκείνον που διόρισε κάποιον άλλο σε μια θέση ευθύνης, με τον τρόπο που το έκανε η κυβέρνηση. Η κυβέρνηση της ΝΔ αν έμενε πιστή σε αυτόν τον βασικό αξιακό κανόνα της πολιτικής ευθύνης αντί να αναλώνεται σε επικοινωνιακά τεχνάσματα, ενώ χειρίζεται κρίσιμα ζητήματα διακυβέρνησης, θα απέφευγε όλη αυτή την έκθεση που τώρα υφίσταται. Αυτή η βαθιά υποκρισία της ΝΔ έχει γίνει ευρύτερα κατανοητή και είναι ο βασικός λόγος που σχεδόν το σύνολο του καλλιτεχνικού κόσμου της χώρας εκδηλώνει απέναντί της έντονη απογοήτευση και έλλειψη κάθε εμπιστοσύνης.

-Τι πιστεύετε για την πρωτοβουλία της Όλγας Κεφαλογιάννη να ζητήσει την παράταση του ορίου για την παραγραφή των εγκλημάτων κακοποίησης κατά ανηλίκων;

-Το σημαντικό αυτή την ώρα είναι η καταπολέμηση της κοινωνικής ρίζας του φαινομένου των σεξουαλικών επιθέσεων. Το νομικό μας οπλοστάσιο είναι ισχυρό, αφού με το νέο Ποινικό Κώδικα διευρύνθηκε ο ορισμός του βιασμού ώστε πια ακόμη και εκείνος που απλά επιχειρεί οποιαδήποτε γενετήσια πράξη έναντι άλλου, ακόμη και χωρίς βία ή απειλή, τιμωρείται για κακούργημα.

Όταν μάλιστα ο δράστης στρέφεται κατά ανηλίκου αντιμετωπίζει δυο ποινές και όχι μόνο μία. Μία ποινή γιατί προσβάλλει την αγνότητα του ανηλίκου και μία ποινή γιατί προσβάλλει την γενετήσια ελευθερία και το σώμα του. Βέβαια μπορούμε να εισάγουμε στο δημόσιο διάλογο ζητήματα όπως το θέμα της παραγραφής ή οποιοδήποτε άλλο θέμα αφορά τους ανηλίκους με μια προϋπόθεση.

Το πραγματικό και όχι μικροπολιτικό ενδιαφέρον για τα θύματα, ώστε να συμβάλουμε στο να βρίσκουν τη δύναμη και να προσέρχονται στις αρμόδιες αρχές. Έχω ξαναπεί ότι ακόμη και η μεγαλύτερη δυνατή παραγραφή δεν θα αρκεί, όσο το θύμα δεν θα νιώθει την ασφάλεια να καταγγείλει τον δράστη. Σε αυτή τη συζήτηση τέτοιες προτάσεις είναι χρήσιμες και αναγκαίες, αντίθετα η διακίνηση των fake news άλλων στελεχών της ΝΔ είναι ύποπτη και αποκρουστική.

Τεκμήριο αθωότητας

-Μπορεί να συνδυαστεί το τεκμήριο της αθωότητας με το αίτημα για τιμωρία των κακοποιητών; Πώς μπορεί να υπάρξει αποδεικτική διαδικασία όταν αυτά τα εγκλήματα γίνονται συνήθως χωρίς μάρτυρες;

-Το τεκμήριο αθωότητας δεν είναι ελληνικός θεσμός, αλλά εμφανίζεται σε όλα τα νομικά κείμενα της Ευρώπης, στη Χάρτα Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Οι μάρτυρες δεν είναι οι μόνοι που συμβάλλουν στην αποδεικτική διαδικασία. Ειδικά σήμερα η γρήγορη άρση τηλεφωνικού απορρήτου, ο συσχετισμός προσωπικών δεδομένων, η κατάθεση του ίδιου του θύματος και η ψυχοδιαγνωστική εξέτασή του μπορούν να δώσουν κρίσιμα στοιχεία.

Για αυτό η κατεύθυνση του δικονομικού μας συστήματος πρέπει να είναι στη γρήγορη αντίδραση του μηχανισμού απονομής της δικαιοσύνης, προκειμένου όσα στοιχεία υφίστανται να συλλέγονται και να αξιοποιούνται έγκαιρα και όχι να αφήνεται να μεσολαβήσει ιδιαίτερα μεγάλο χρονικό διάστημα ανάμεσα στην τέλεση του εγκλήματος και στην τιμωρία του.

Ο Ποινικός Κώδικας

-Σας κατηγορούν ότι με τον νέο Ποινικό Κώδικα επήλθε ελάφρυνση των ποινών σε σοβαρά αδικήματα. Τι απαντάτε;

-Κατ’ αρχάς, δεν γίνεται να κατηγορείται κανείς για τις επιλογές που έγιναν σε δυο εκτενείς κώδικες, που έτυχαν επεξεργασίας από τους πιο έγκριτους εκπροσώπους των δικαστικών ενώσεων, των νομικών σχολών και των δικηγορικών συλλόγων για διάστημα 10 χρόνων.

Μια Πολιτεία όταν θέλει να προβεί στο διάβημα να θεσπίσει ένα τόσο τεχνικό νομικό κείμενο αυτό ακριβώς οφείλει να κάνει, να εμπιστευθεί τους ειδικούς, την επιστήμη και τους φορείς της Δικαιοσύνης. Με το νέο Ποινικό Κώδικα ειδικά επιχειρήθηκε, άλλωστε, μια ισορροπημένη προσέγγιση στα ζητήματα ποινών. Εκσυγχρονίστηκε το προβλεπόμενο πλαίσιο, αλλά η χώρα μας στο ζήτημα της αυστηρότητας των ποινών εξακολουθεί να βρίσκεται πάνω από το μέσο όρο που εμφανίζεται στην Ευρώπη. Ειδικά στα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας για πρώτη φορά έγινε κακούργημα και εντάχθηκε στην έννοια του βιασμού «το σεξ, χωρίς συναίνεση», δηλαδή μια πράξη που επιχειρείται χωρίς βία ή απειλή, η οποία πριν δεν ήταν καν έγκλημα. Εξάλλου, τα σοβαρά πλημμελήματα πλέον εκτίονται στη φυλακή, ενώ πριν οι καταδικασθέντες περνούσαν από το ταμείο, πλήρωναν την ποινή και πήγαιναν στο σπίτι τους. Αντίστοιχα, στα κακουργήματα, το μέρος της ποινής που τελικά εκτίεται πραγματικά στη φυλακή ανέρχεται στα 2/5 αυτής αντί του 1/3 που ίσχυε πριν. Άρα, χρειάζεται κανείς να μελετήσει προσεκτικά πριν αποδώσει ο ίδιος ή πριν αποδεχθεί αιτιάσεις σε σχέση με την αυστηρότητα του νέου ΠΚ. Πρέπει, λοιπόν, να κοιτάξουμε και προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης των υποδομών εξιχνίασης αυτών των εγκλημάτων, καθώς και των θεσμών κοινωνικής υποστήριξης και νομικής αρωγής των θυμάτων και των μαρτύρων.

Η απεργία πείνας

-Πιστεύετε ότι στην περίπτωση του Δημήτρη Κουφοντίνα ο σωφρονιστικός νόμος εφαρμόζεται όπως πρέπει;

-Η ΝΔ με στόχο να «φωτογραφίσει» τον συγκεκριμένο κρατούμενο ψήφισε νόμο με τον οποίο περιόρισε γενικά θεσμούς επί δεκαετίες καταξιωμένους στη χώρα μας, όπως οι άδειες και οι αγροτικές φυλακές. Παρόλα αυτά, δεν εφάρμοσε πιστά ούτε το νόμο της, προκαλώντας την απεργία πείνας, έναντι της οποίας εμφανίζεται εξ αρχής ανυποχώρητη.

Ακόμη και την έσχατη στιγμή, ενώ ο κρατούμενος έχει φτάσει σε κρίσιμο σημείο, οπότε το ζήτημα θα έπρεπε να είναι η εξεύρεση μιας λύσης για τη σωτηρία της ζωής του και τη διαφύλαξη της αξιοπρέπειάς του, η κυβέρνηση εξακολουθεί να μην μετριάζει τη στάση της. Κάτι που θα της αναγνωριζόταν ως ένδειξη μιας μεγαλόψυχης κίνησης εκ μέρους των φορέων μιας ισχυρής δημοκρατίας.

Αντίθετα, παραμένει αδρανής με κίνδυνο τα πράγματα να εξελιχθούν προς το μοιραίο. Η ΝΔ πρέπει να επαναξιολογήσει τα δεδομένα και να υπαναχωρήσει από μια στάση που θα οδηγήσει στην ανεπανόρθωτη προσβολή των θεμελιωδών αρχών του κράτους δικαίου.