ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Κόντρα κυβέρνησης – εκκλησίας: «Άρωμα» εκτόνωσης της έντασης μετά το τετ α τετ Μητσοτάκη – Ιερώνυμου

Κόντρα κυβέρνησης – εκκλησίας: «Άρωμα» εκτόνωσης της έντασης μετά το τετ α τετ Μητσοτάκη – Ιερώνυμου
© Intime p.a.

Ενίσχυση στο «άρωμα» εκτόνωσης της διαφαινόμενης κρίσης που ερμηνεύτηκε ότι απέπνεε η ευχή του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου προς τα νέα μέλη της κυβέρνησης «για καλή συνεργασία», κατά τη διάρκεια της τελετής ορκωμοσίας, προσδίδει η κατ’ ιδίαν συνάντηση του αρχιεπίσκοπου Ιερώνυμου με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.

Το τετ-α-τετ των δυο ηγετών πραγματοποιήθηκε σε διαφορετικό χώρο από την Μεγάλη Αίθουσα του Προεδρικού.

Ωστόσο αμφότερες οι πλευρές τηρούν σιγή ασυρμάτου αναφορικά με τα διαμειβόμενα ανάμεσα στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο.

Μια συνάντηση που έγινε με φόντο την σφοδρή αντίδραση της ιεραρχίας και την προαναγγελία από πλευράς της Ιεράς Συνόδου για προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας για το ζήτημα της λειτουργίας των ναών στον εορτασμό των Θεοφανείων.

Προ της συναντήσεως και στα κενά διαστήματα που μεσολαβούσαν από τη μια τμηματική τελετή στην άλλη, μάλιστα Κυριάκος Μητσοτάκης και Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος είχαν διαδοχικές και σύντομες διάρκειας συνομιλίες.

Μετά την αιφνίδια επιδείνωση των σχέσεων της Δευτέρας, άλλωστε, όλα τα βλέμματα ήταν στραμμένα στις πρωτοβουλίες που πιθανώς θα αναλαμβάνονταν ώστε να ανοίξει η βαλβίδα αποσυμπίεσης για να αντιμετωπιστεί κρίση που στις σχέσεις πολιτείας και εκκλησίας με αφορμή τη λειτουργία των Θεοφανείων.

Με βάση τους υψηλούς τόνους που χρησιμοποιήθηκαν, η κάθε πλευρά είχε δείξει ότι στοιχιζόταν αυστηρά στην κόκκινη γραμμή που έχει χαράξει έναντι της άλλης.

Η κλιμάκωση, των ενεργειών που προαναγγέλθηκαν από την Ιερά Σύνοδο, με την προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, μαρτυρούν μια ραγδαία αλλαγή στο momentum που είχε διαμορφωθεί όλο το προηγούμενο διάστημα.

Αντιστοίχως και από το κυβερνητικό στρατόπεδο δεν επέτρεπαν να διαφανεί η πρόθεση για την εξεύρεση οποιουδήποτε περιθωρίου σύγκλισης.

Ενδεικτικό της επιδείνωσης ήταν το γεγονός ότι υποστηριζόταν από κάποιες πηγές ότι τελευταίες κυβερνητικές λέξεις σε αυτήν την κρίση δείχνουν να είναι αυτές που μεταδόθηκαν ως απάντηση στην ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου, το απόγευμα της Δευτέρας:

«Όμως ο νόμος δεν μπορεί να εφαρμόζεται κατά το δοκούν ώστε να τον αγνοεί όποιος διαφωνεί. Ευελπιστούμε ότι η Εκκλησία θα αντιληφθεί την κρισιμότητα των στιγμών για την κοινωνία, όπως έως σήμερα με υπευθυνότητα έπραξε», ανέφερε χαρακτηριστικά το μήνυμα της κυβέρνησης στο οποίο τονιζόταν εμφατικά ότι: «Η εφαρμογή των μέτρων πρόληψης και προφύλαξης αποτελεί υποχρέωση αλλά και πράξη κοινωνικής αλληλεγγύης και ευθύνης όλων μας».

Για την κυβέρνηση άλλωστε η στάση της καθ΄ όλη τη διάρκεια της πανδημίας δεν επιδέχεται παρερμηνειών αναφορικά με την ξεκάθαρη επιδίωξη να μην επέλθει ρήξη με την εκκλησία.

Όπως υπενθυμιζόταν στην σχετική ενημέρωση, σε όλα τα στάδια της πανδημίας η κυβέρνηση βρισκόταν σε διαρκή διαβούλευση με την Εκκλησία για τα θέματα των λειτουργιών, με σεβασμό στη δημόσια υγεία αλλά και την πίστη των ανθρώπων. Αποτέλεσμα αυτών των προσπαθειών, που έλαβαν χώρα και στο ανώτατο επίπεδο με τις διαδοχικές επικοινωνίες του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Προκαθήμενο της Ελλαδικής Εκκλησίας, πραγματοποιήθηκαν οι Λειτουργίες Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς και προβλέφθηκε η Λειτουργία των Θεοφανείων.

Σε κάθε περίπτωση έχει διαμηνυθεί ότι το διακύβευμα της προσεχούς περιόδου είναι να μην διαταραχθεί η σταθερή πορεία για την καταπολέμηση του ιού.

Προς αυτήν την κατεύθυνση και με διακηρυγμένη την προτεραιότητα της επαναλειτουργίας των σχολείων, είχε καταστεί ευκρινές ότι για την εφαρμογή αυτής της απόφασης, θα αναστελλόταν οποιαδήποτε άλλη που αφορούσε στην χαλάρωση των περιορισμών.

Από την τρέχουσα εβδομάδα ήταν λοιπόν σαφές ότι θα επέστρεφαν στον αστερισμό των μέτρων που ίσχυαν πριν από την εορταστική περίοδο εκτός από τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας και οι εκκλησίες για τις οποίες όμως διατηρείται δυνατότητα παρεμπίπτουσας ατομικής προσευχής των πιστών στους ναούς.