Μητσοτάκης για Αγία Σοφία: Η απόφαση του Ερντογάν προσβάλλει τον παγκόσμιο πολιτισμό
Ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, με γραπτή του δήλωση το βράδυ της Παρασκευής, εξέφρασε την απερίφραστη καταδίκη της Ελλάδας ως προς την απόφαση της Τουρκίας να προχωρήσει στη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί.
«Η Ελλάδα καταδικάζει με τον πιο έντονο τρόπο την απόφαση της Τουρκίας να μετατρέψει την Αγία Σοφία σε τζαμί. Η απόφαση αυτή -και μάλιστα 85 χρόνια από την ανακήρυξή της ως μουσείου- προσβάλλει τον οικουμενικό χαρακτήρα της. Πρόκειται για επιλογή που προσβάλλει επίσης όλους όσοι αναγνωρίζουν το μνημείο ως κτήμα του παγκόσμιου πολιτισμού. Και, βεβαίως, επηρεάζει όχι μόνο τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ελλάδα, αλλά και τις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση, την UNESCO και την παγκόσμια κοινότητα συνολικά», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός.
«Είναι θλιβερό ότι η τουρκική ηγεσία, που εργάστηκε το 2005 για τη Συμμαχία των Πολιτισμών, επιλέγει σήμερα να κινηθεί στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση», κατέληξε στην ανακοίνωσή του ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Προκλητικό διάγγελμα Ερντογάν: «Ανοίγουμε την Αγία Σοφία για προσευχή στις 24 Ιουλίου»
Νωρίτερα, λίγο πριν από τις 21:00 την Παρασκευή σε διάγγελμά του προς τον τουρκικό λαό, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε ότι πλέον η Αγία Σοφία μπορεί να λειτουργήσει ως τόπος λατρείας για τους μουσουλμάνους από τις 24 Ιουλίου.
«Θα ανοίξουμε την Αγία Σοφία για προσευχή στις 24 Ιουλίου», δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Τουρκίας και πρόσθεσε πως η χώρα του ασκεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα με τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί.
Όπως υποστήριξε ο Ερντογάν, «το τζαμί της Αγίας Σοφίας θα είναι ανοιχτό σε όλους τους μουσουλμάνους, τους χριστιανούς, σε όλους τους ξένους, χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση».
Μάλιστα, κάλεσε τον κόσμο να μη σπεύσει να επισκεφθεί την Αγία Σοφία πριν από το επίσημο άνοιγμά της ως μουσουλμανικό τέμενος, ήτοι πριν από τις 24 Ιουλίου.
Ο Ερντογάν χαρακτήρισε την Αγία Σοφία «το μαργαριτάρι της Κωνσταντινούπολης» και πρόσθεσε πως «κατέχει μια ειδική θέση στην καρδιά του τουρκικού έθνους».
«Η Αγία Σοφία είναι το σύμβολο του έθνους και του κράτους μας», συνέχισε ο ίδιος, ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε σε ιστορικά στοιχεία, υποστηρίζοντας ότι «όλοι οι σουλτάνοι συνέβαλαν στη διατήρηση του μνημείου».
Σε ό,τι αφορά τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε μουσείο, ο Τούρκος πρόεδρος ανέφερε πως «κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να γίνει ποτέ, γιατί αντίκειται στο νόμο». Μάλιστα, πρόσθεσε ότι «οποιαδήποτε επαναφορά στο πρότερο καθεστώς [ενν. στη μετατροπή του ναού σε τζαμί] είναι η καλύτερη απάντηση απέναντι στις επιθέσεις που δέχονται οι αξίες μας».
«Καλώ όλους να σεβαστούν την απόφαση για την Αγία Σοφία που ελήφθη από τα δικαστικά και εκτελεστικά όργανα της χώρας μας. Το θέμα για το πώς και ποιο σκοπό θα χρησιμοποιηθεί η Αγία Σοφία είναι κυριαρχικό μας δικαίωμα. Έτσι απ' αυτή την άποψη, θεωρούμε ότι οποιαδήποτε στάση ή έκφραση πέρα από την απόφαση των δικαστικών και εκτελεστικών οργάνων της χώρας συνιστά παραβίαση της εθνικής μας ανεξαρτησίας», είπε εμφατικά.
«Θα διατηρήσουμε την κοινή πολιτιστική κληρονομιά της Αγίας Σοφίας», συνέχισε ο Ερντογάν και είπε ότι «το τζαμί θα αγκαλιάσει τους πάντες».
«Το νέο άνοιγμα της Αγίας Σοφίας ως τζαμί είναι η θέληση πολλών Τούρκων», ανέφερε.
Πλήθος κόσμου έξω από την Αγία Σοφία
Νωρίτερα, μετά την ανακοίνωση του προέδρου Ερντογάν, εκατοντάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν κοντά στην Αγία Σοφία για να γιορτάσουν την απόφαση. «Αυτοί που την έχτισαν το έκαναν για να λατρεύουν τον Θεό επίσης», δήλωσε ο δάσκαλος Οσμάν Σαριχάν. «Δόξα τον Θεό, σήμερα επέστρεψε στον αρχικό σκοπό της. Σήμερα θα λατρεύσουμε τον Θεό σε αυτό το τζαμί», πρόσθεσε. Στο κοινοβούλιο, στην Άγκυρα, οι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) σηκώθηκαν όρθιοι και χειροκρότησαν ενώ διαβαζόταν το διάταγμα που υπέγραψε ο πρόεδρος Ερντογάν.
«Αποφασίστηκε ότι η Αγία Σοφία θα τεθεί υπό την εποπτεία της Ντιγιανέτ (Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων) και θα ξανανοίξει για προσευχή», είχε αναφέρει ο Ερντογάν σε μια ανακοίνωση που αναρτήθηκε στο Twitter.
Νωρίτερα, το τουρκικό Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε την απόφαση του 1934 με την οποία η τότε τουρκική κυβέρνηση είχε μετατρέψει την Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης σε μουσείο.
Στην απόφαση του τουρκικού ΣτΕ αναφέρεται ότι η Αγία Σοφία αποτελεί κτήμα του κοινοφελούς ιδρύματος που είχε ιδρύσει ο Σουλτάνος Μωάμεθ ο Πορθητής μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης και είχε μετατρέψει τον ορθόδοξο ναό σε τέμενος.
Δείτε το προεδρικό διάταγμα:
Αντίστοιχα, το 2008, είχε κρίνει ότι δεν είναι αντίθετη προς τη νομοθεσία η χρήση του μνημείου ως μουσείο. Το ίδιο τμήμα έρχεται σήμερα, σε αντίθεση με τις προηγούμενές του αποφάσεις να ακυρώσει το διάταγμα του 1934 που φέρει την υπογραφή του ιδρυτή της Τουρκικής Δημοκρατίας Κεμάλ Ατατούρκ.
Υπενθυμίζεται ότι το ίδιο τμήμα του τουρκικού ΣτΕ είχε αποφασίσει στο παρελθόν την ακύρωση αντίστοιχης απόφασης του 1945 του Υπουργικού Συμβουλίου, που αφορούσε τη μετατροπή σε μουσείο της Μονής της Χώρας, του άλλου σημαντικού βυζαντινού μνημείου.
Η δίκη αυτή είχε ξεκινήσει και πάλι με προσφυγή του ίδιου συνδέσμου.
Δείτε στην παρακάτω gallery όλη την απόφαση του τουρκικού ΣτΕ:
Με την απόφαση αυτή το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της Τουρκίας έκρινε ουσιαστικά ότι το προεδρικό διάταγμα του Κεμάλ Ατατούρκ το 1934 δεν έχει ισχύ ανοίγοντας τον δρόμο για την λειτουργία του μνημείο ως τζαμί.
Η υπόθεση συζητήθηκε στις 2 Ιουλίου στο 10 τμήμα του τουρκικού Συμβουλίου της της Επικρατείας (Danistay), σε μία δίκη εξπρές που διήρκησε μόλις 17 λεπτά. Η δίκη αφορούσε μία παλιά προσφυγής του 2016 που έκανε ο, κατά τα άλλα άγνωστος, «Σύνδεσμος Προσφοράς στα Βακούφια, τα Ιστορικά Μνημεία και το Περιβάλλον».
Η UNESCO θα επανεξετάσει το καθεστώς της Αγίας Σοφίας
Την ίδια ώρα, η UNESCO ανακοίνωσε ότι η Επιτροπή Παγκόσμιας Κληρονομιάς θα αξιολογήσει εκ νέου το καθεστώς της Αγίας Σοφίας.
«Είναι λυπηρό που η απόφαση της Τουρκίας δεν ήταν αντικείμενο διαλόγου, ούτε υπήρξε κάποια γνωστοποίηση νωρίτερα», ανέφερε η Εκπαιδευτική, Επιστημονική και Επιμορφωτική Οργάνωση των Ηνωμένων Εθνών σε ανακοίνωσή της.
«H UNESCO καλεί τις τουρκικές αρχές να ξεκινήσουν χωρίς καθυστέρηση διάλογο προκειμένου να αποφευχθεί η οπισθοχώρηση από την παγκόσμια αξία αυτής της σπάνιας κληρονομιάς, η διατήρηση της οποίας θα επανεξεταστεί από την Επιτροπή Παγκόσμιας Κληρονομιάς στην επόμενη συνεδρίασή της», πρόσθεσε η διευθύντρια της UNESCO, Οντρεΐ Αζουλέ.