ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Σακοράφα στο CNN Greece: Μίγμα αναχρονισμού και αδιέξοδων ρυθμίσεων το νομοσχέδιο Κεραμέως

Σακοράφα στο CNN Greece: Μίγμα αναχρονισμού και αδιέξοδων ρυθμίσεων το νομοσχέδιο Κεραμέως
ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΑΧΟΣ / ΙΝΤΙΜΕ

Σε συνέντευξη της στο CNN Greece η Σοφία Σακοράφα υποστηρίζει ότι το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας σηματοδοτεί την ολική επαναφορά της συντηρητικής αντιεκπαιδευτικής αντίληψης.

Πρόκειται για «ένα μίγμα αναχρονισμού και αδιέξοδων ρυθμίσεων, που αναπαράγουν τις παθογένειες του εκπαιδευτικού μας συστήματος» είπε χαρακτηριστικά η βουλεύτρια του ΜΕΡΑ 25 και αντιπρόεδρος της Βουλής.

Για την οικονομία η κ. Σακοράφα επισημαίνει ότι: «Αυτό που υπάρχει είναι μόνο η κυβερνητική εμμονή στην επικοινωνιακή διαχείριση των ορατών αδιεξόδων, που θέτει σε δεύτερη μοίρα την πραγματική αντιμετώπιση των προβλημάτων. Αυτό που προέχει για την Κυβέρνηση είναι ο αυτοσκοπός της διατήρησής της στην εξουσία».

Αναφέρει ακόμα: «Η αλλαγή της κατεύθυνσης της πολιτικής στην Ε.Ε. δεν είναι υπόθεση της διαπραγματευτικής ισχύος της μιας ή της άλλης χώρας. Είναι υπόθεση των πολιτικών κινημάτων σε όλες τις χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας».

Τέλος, για τα ελληνοτουρκικά η κ. Σακοράφα επισημαίνει: «Πιστεύω ότι το βασικό πρόβλημα στην ελληνική εξωτερική πολιτική δεν είναι ο βαθμός σκληρότητας στις αντιδράσεις μας. Είναι η αδυναμία χάραξης μιας εθνικής στρατηγικής, με στοχοθεσία και προοπτική».

Αναλυτικά η συνέντευξη της Σοφίας Σακοράφα στο CNN Greece

- Στη Βουλή εκφράσατε την αντίθεσή σας στον πολυνομοσχέδιο της κ. Κεραμέως. Σε ποια σημεία διαφωνείτε με την υπουργό Παιδείας;

- Κατ΄αρχάς, δεν πρόκειται για μια προσωπική διαφωνία. Είναι ένα νομοσχέδιο ολικής επαναφοράς της συντηρητικής αντιεκπαιδευτικής αντίληψης. Ένα μίγμα αναχρονισμού και αδιέξοδων ρυθμίσεων, που αναπαράγουν τις παθογένειες του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Θα αναφέρω μόνο τις πιο ενδεικτικές διατάξεις του. Την οπισθοδρομική επαναφορά της Διαγωγής στους τίτλους σπουδών στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Την ανάδειξη των πρυτανικών αρχών στα πανεπιστήμια με περιορισμό του εκλεκτορικού σώματος μόνο στους καθηγητές και την καθιέρωση της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας, που προβάλλεται ως δήθεν εκσυγχρονισμός, χωρίς καμία πρόνοια για το αδιάβλητο και τη μυστικότητα της ψηφοφορίας. Θεσπίζουν εντατικοποίηση των εξετάσεων, που υποβαθμίζει τον μορφωτικό χαρακτήρα του σχολείου. Επαναφέρουν και τον αποτυχημένο θεσμό της τράπεζας θεμάτων. Δηλαδή, κάνουν ό,τι μπορούν για να ενισχύσουν την παραπαιδεία. Εξοβελίζουν την κριτική ικανότητα, όπως και την αναλυτική και συνθετική σκέψη. Δηλαδή ακριβώς αυτά που έχουν λόγο να φοβούνται, εν όψει της ζοφερής πραγματικότητας που ετοιμάζουν για την κοινωνία μας. Δεν έχει νόημα να αναφερθώ και σε άλλες ρυθμίσεις. Όπως εύστοχα είπε και ο Γιάνης Βαρουφάκης, στη Βουλή, το νομοθέτημα αυτό έχει έντονη οσμή ΕΡΕ και όχι απλώς η Νέα Δημοκρατία. Δυστυχώς, βρήκαν «πόρτες ανοικτές» από τις άτολμες, συντηρητικές και χωρίς όραμα νομοθετικές πρωτοβουλίες του ΣΥΡΙΖΑ.

Οι προτάσεις

- Πέρα όμως από την κριτική, εσείς τι προτείνετε για το εκπαιδευτικό σύστημα; Χρειάζονται αλλαγές και ποιες είναι αυτές;

- Στο ΜέΡΑ25 θεωρούμε ότι ιδίως τα θέματα Παιδείας, αλλά όχι μόνο αυτά, θα πρέπει να είναι αντικείμενο ενός διαρκούς εθνικού διαλόγου, με άμεση κοινωνική αναφορά και συμμετοχή. Για αυτό προτείνουμε τη θεσμοθέτηση ενός Διαβουλευτικού Συμβουλίου Πολιτών (ΔΙΑΣΚΕΠ), με μέλη εκλεγμένα και κληρωτά, για την εκπροσώπηση της κοινωνίας και των λειτουργών της εκπαίδευσης. Ένα όργανο με τακτικές θεματικές συνεδριάσεις, που οι αποφάσεις του θα δίνουν τις κατευθύνσεις στην εκτελεστική και την νομοθετική εξουσία. Και εμείς, ως κόμμα, έχουμε καταθέσει τις προτάσεις μας για την Παιδεία. Η αντίληψή μας, σαφώς αντιστρατεύεται την μέχρι σήμερα κυρίαρχη λογική. Θέλουμε ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό, ανοιχτό αντιαυταρχικό εκπαιδευτικό σύστημα, που να προσφέρει ίσες ευκαιρίες σε όλα τα παιδιά, χωρίς διακρίσεις. Πάντως, προτάσσουμε την ουσιαστική λειτουργία του εθνικού και κοινωνικού διαλόγου, μέσω του ΔΙΑΣΚΕΠ, γιατί δεν πιστεύουμε στις αυθεντίες. Κανείς δεν κατέχει την απόλυτη αλήθεια, ούτε πολιτικός ούτε κόμμα, ούτε και εμείς.

Επικοινωνιακή διαχείριση

- Πάμε τώρα στην οικονομία. Πώς βλέπετε να εκτυλίσσεται η οικονομική κρίση; Συμμερίζεστε τη σχετική αισιοδοξία του κυβερνητικού επιτελείου;

- Στη χώρα μας βρισκόμαστε σε μια νέα φάση ύφεσης, ακόμη και πριν την επιδημία του κορωνοϊού. Είχαμε σημαντική μείωση του εθνικού εισοδήματος το τελευταίο τρίμηνο του 2019 και υστέρηση στους δημοσιονομικούς στόχους, ακόμα και τους δύο πρώτους μήνες του ’20. Δεν νομίζω ότι υπάρχει στην πραγματικότητα αισιοδοξία στα κυβερνητικά επιτελεία. Αυτό που υπάρχει είναι μόνο η κυβερνητική εμμονή στην επικοινωνιακή διαχείριση των ορατών αδιεξόδων, που θέτει σε δεύτερη μοίρα την πραγματική αντιμετώπιση των προβλημάτων. Αυτό που προέχει για την Κυβέρνηση είναι ο αυτοσκοπός της διατήρησής της στην εξουσία. Όμως, μια κυβέρνηση που απλά ωραιοποιεί την πραγματικότητα, καταδικάζει τη χώρα και το λαό αφήνοντάς το απροετοίμαστο για τα χειρότερα που έρχονται. Και ο τρόπος που λειτουργούν μέχρι σήμερα, δυστυχώς, μας προετοιμάζει για αυτήν την προοπτική.

Αντίληψη υπακοής

- Πώς κρίνετε τα μέτρα που έχει πάρει μέχρι τώρα η κυβέρνηση;

- Την υγειονομική διαχείριση της επιδημίας την επέβαλε η τραγική κατάσταση της παντελούς ανεπάρκειας του συστήματος Υγείας. Η αναστολή της λειτουργίας της κοινωνίας δυστυχώς ήταν το μόνο μέτρο που μπορούσε να πάρει μια νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση, όπως κι έγινε και σε όλη σχεδόν την υπόλοιπη Ευρώπη. Το κρεσέντο των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Η ίδια λογική χαρακτηρίζει και όσα μέτρα έχει πάρει μέχρι τώρα η κυβέρνηση. Την ίδια στιγμή που φαίνεται να μοιράζει επιδόματα στήριξης αφήνει απείραχτο το σχέδιο ΗΡΑΚΛΗΣ για τα κόκκινα δάνεια, που δίνει δώρο 12 δισ. στα διαβόητα Funds και θα φέρει ένα ανεξέλεγκτο κύμα πλειστηριασμών. Η ομολογία της βαθιάς ύφεσης τουλάχιστον για την επόμενη διετία είναι βέβαιο ότι δεν αντιμετωπίζεται με τα «δομημένα ομόλογα» που παρουσιάζονται ως μέτρα στήριξης από Ε.Ε. Η έκδοση ευρωομολόγου, πιθανώς να μπορούσε να ανασχέσει την καταστροφή αλλά οι κυρίαρχες δυνάμεις το αρνήθηκαν, για τους δικούς τους λόγους. Η ελληνική κυβέρνηση δεν τόλμησε ούτε καν να απειλήσει με βέτο. Η πολιτική τους αντίληψη στηρίζεται στην πειθήνια υπακοή και αδιαφορούν για το αν αυτή αποβεί μοιραία.

Η αλλαγή υπόθεση των κινημάτων

- Ωστόσο, η αντιπρόταση του ΜΕΡΑ 25 έχει ως βασική προϋπόθεση ότι η ΕΕ θα αλλάξει κεντρικά την οικονομική πολιτική της. Μπορεί να το πετύχει αυτό μια χώρα σαν την Ελλάδα της οποίας η διαπραγματευτική δύναμη είναι μικρή;

- Θα μου επιτρέψετε να πω ότι δεν είναι αυτή η αληθινή φύση των πραγμάτων. Το κρίσιμο ζήτημα δεν είναι η διαπραγματευτική δύναμη της μίας ή της άλλης χώρας. Αν ήταν έτσι, η Ελλάδα θα έπρεπε να έχει ήδη αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού θα ήταν καταδικασμένη να υφίσταται πάντοτε μία πολιτική, ακόμη και σε βάρος των συμφερόντων της. Η κρίσιμη αντιπαράθεση είναι αυτή που υπάρχει ανάμεσα στις πραγματικές ανάγκες των κοινωνιών και το κυρίαρχο σύστημα εξουσίας, που εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα. Πρόκειται, δηλαδή, για τον πυρήνα της πολιτικής δράσης, όπως αυτός ισχύει παντού. Τις αρνητικές συνέπειες της κεντρικής ευρωπαϊκής πολιτικής τις υφίστανται οι λαοί όλων των χωρών, ακόμα και των λεγόμενων ισχυρών. Η αλλαγή της κατεύθυνσης της πολιτικής στην Ε.Ε. δεν είναι υπόθεση της διαπραγματευτικής ισχύος της μιας ή της άλλης χώρας. Είναι υπόθεση των πολιτικών κινημάτων σε όλες τις χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Εξάλλου, αυτός είναι και ο πυρήνας της ύπαρξης και δραστηριοποίησης του Κόμματός μας, του ΜέΡΑ25. Αυτήν ακριβώς την αναγκαιότητα θέλουμε να υπηρετήσουμε.

Αδυναμία χάραξης εθνικής στρατηγικής

- Τέλος θα ήθελα το σχόλιό σας για τα ελληνοτουρκικά. Πρέπει η Αθήνα να σκληρύνει τη στάση της απέναντι στην Άγκυρα;

- Πιστεύω ότι το βασικό πρόβλημα στην ελληνική εξωτερική πολιτική δεν είναι ο βαθμός σκληρότητας στις αντιδράσεις μας. Είναι η αδυναμία χάραξης μιας εθνικής στρατηγικής, με στοχοθεσία και προοπτική. Έτσι, είμαστε μονίμως καταδικασμένοι να ακολουθούμε απλώς τις εξελίξεις και να εξαντλούμεθα σε αντανακλαστικές ή και σπασμωδικές κινήσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το τουρκολιβυκό σύμφωνο για τις ΑΟΖ, όπως και η εργαλειοποίηση του προσφυγικού από τον Ερντογάν. Εμείς καταφέρνουμε να είμαστε ταυτόχρονα και πανικόβλητοι και εφησυχασμένοι. Επαναλαμβάνουμε διαρκώς δήλωση προσκόλλησης προς τους «ισχυρούς συμμάχους», και κυρίως τις ΗΠΑ και την Ε.Ε., θεωρώντας ότι αρκεί για την προστασία των εθνικών μας συμφερόντων. Και μάλιστα είμαστε προβλέψιμοι έως γελοιότητος. Θυμηθείτε τον «διαβολικά καλό» Τράμπ του κυρίου Τσίπρα ή τον φίλο του τον «Μπίμπι», τον Νετανιάχου. Η ιστορία θα έπρεπε να μας έχει διδάξει ότι ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Η Τουρκία ενισχύει διαρκώς το ρόλο της και έχει αναδειχθεί σε σημαντική περιφερειακή δύναμη, άλλοτε με την εύγλωττη ανοχή και άλλοτε με τη ευθεία στήριξη των περίφημων συμμάχων μας. Η τακτική της υπακοής και του κατευνασμού είναι απλώς σύμπτωμα αδυναμίας και οφείλεται στην έλλειψη ελληνικής εθνικής στρατηγικής, που μας υποχρεώνει σε διαρκείς, και δυστυχώς προδιαγεγραμμένες, υποχωρήσεις. Στον αντίποδα θα αναφέρω χαρακτηριστικά τη θέση μας εναντίον των εξορύξεων. Είναι μία πρόταση που ακυρώνει ένα ολόκληρο πεδίο ανταγωνιστικών αντιθέσεων, αναγορεύει τη χώρα μας σε εγγυητή στην περιοχή και κυρίως αναδιατάσσει την παγκόσμια ατζέντα αφού αυτή η θέση υιοθετείται συνεχώς από όλο και περισσότερα κινήματα. Είναι μια θέση οραματική, πατριωτική αλλά και διεθνική και ενισχύει την προοπτική της ειρήνης, η οποία δεν πρέπει να θυσιαστεί προς χάρη των συμφερόντων των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον τομέα αυτό.