Γεραπετρίτης: Νέα προγράμματα για την ενίσχυση της αγοράς και της οικονομίας
«Δε θα είναι μια εύκολη άσκηση, έχω όμως την αισιοδοξία ότι θα πάρει και πάλι μπροστά η οικονομία», τόνισε ο υπουργός Επικρατείας, Γιώργος Γεραπετρίτης, αισιοδοξία την οποία στηρίζει στα ως τώρα δημοσιονομικά δεδομένα, αλλά και τις νέες ενισχύσεις, εθνικές και κοινοτικές.
Σε συνέντευξη του στο ραδιόρφωνο της ΕΡΤ και συναισθανόμενος, όπως είπε, την αγωνία γονέων και κοινωνίας για το άνοιγμα των σχολείων, παρατήρησε πως δεν αντιλαμβάνεται για ποιον λόγο θα πρέπει, εάν τα υγειονομικά δεδομένα το επιτρέπουν, «να μην επανέλθουμε στο καθεστώς της φυσικής εκπαίδευσης».
Ειδικότερα, για τα Δημοτικά είπε πως «υπάρχει ένα θέμα, το οποίο θα το δούμε στον χρόνο του».
Εν αναμονή, κατ' αρχάς, των ανακοινώσεων του πρωθυπουργού και άλλων μελών της κυβέρνησης, ο κ. Γεραπετρίτης διεμήνυσε ότι «εάν δούμε δηλαδή ότι η απελευθέρωση στην κίνηση των πολιτών δημιουργεί πολύ μεγάλες συγκεντρώσεις, θα επανέλθουμε σε ένα καθεστώς ελεγχόμενης κίνησης ή συναθροίσεων».
Για την οικονομική κατάσταση, αναγνώρισε ότι «έχει υποστεί πολύ μεγάλη βλάβη η οικονομία» και πρόσθεσε: «Θέλω να είμαι αισιόδοξος, η αίσθησή μου είναι ότι η πληγή στην οικονομία τουλάχιστον στο κομμάτι της ανεργίας θα μπορέσει να συγκρατηθεί».
Εξήγησε για το θέμα ότι «πήραμε πολύ ριζικά μέτρα προς την κατεύθυνση διατήρησης της εργασίας με πιο ριζικό μέτρο την απαγόρευση των απολύσεων για όσους εντάσσονται στα ευεργετήματα που δώσαμε για τη διατήρηση των επιχειρήσεων». Κατά συνέπεια, τόνισε, «αισθάνομαι ότι έχουν παραμείνει όρθιες οι επιχειρήσεις. Βεβαίως δε θα είναι μια εύκολη άσκηση, έχω όμως την αισιοδοξία ότι θα πάρει και πάλι μπροστά η οικονομία. Αυτό στηρίζεται και στα γενικότερα δημοσιονομικά δεδομένα π.χ. πήγαμε καλύτερα σε σχέση με τα έσοδα που περιμέναμε. Περιμέναμε μια απόλυτη κατακρήμνιση των εσόδων, παρά ταύτα υπήρξε μια σχετική συγκράτηση, που είναι πολύ ενθαρρυντικό γεγονός».
Ταυτοχρόνως, ο υπουργός Επικρατείας είπε ότι θα κυκλοφορήσει «νέο χρήμα», παραπέμποντας στο σημερινό άνοιγμα της πλατφόρμας για τη δανειοδότηση επιχειρήσεων, «θα υπάρξει μια δανειοδότηση με εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου ως το 80% για το 25% των εισοδημάτων (που είναι) πολύ μεγάλη ανάσα. Η επιστρεπτέα προκαταβολή είναι μεγάλη ανάσα επίσης».
Μίλησε, όμως, και για «νέα προγράμματα που θα ενισχύσουν πολύ την αγορά και την οικονομία», επέμεινε δε στο ότι -όπως ανέφερε- θα μπούμε σε ένα μοντέλο επιδότησης της εργασίας από αυτό, σήμερα, της επιδότησης της ανεργίας. «Θα δούμε πώς αυτό θα αναρρυθμιστεί σε επίπεδο ασφαλιστικών εισφορών και φορολογικών υποχρεώσεων. Θα υπάρξουν πολύ μεγάλες κινητροδοτήσεις, ήδη επεξεργαζόμαστε ένα σχέδιο για να λειτουργήσει προωθητικά η οικονομία, αναμένουμε πολύ σημαντικούς πόρους στην απελευθέρωση Κοινοτικών προγραμμάτων, και από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και από το πρόγραμμα χρήσης των ελληνικών ομολόγων ως ενεχύρων», τόνισε ο κ. Γεραπετρίτης ξεδιπλώνοντας όλο το κυβερνητικό σχέδιο αναθέρμανσης της οικονομίας.
Άρα, πρόσθεσε, «έχουμε πολλά εργαλεία πλέον, η Ε.Ε. μπορεί να μην πήρε αποφάσεις απολύτως ρηξικέλευθες, αλλά, όμως, υπερέβη τουλάχιστον τις δικές μου προσδοκίες. Τα ποσά που φέρονται να κινούνται για την αντιμετώπιση του ιού είναι περί το 1,5 τρισ. -είναι το μεγαλύτερο κεφάλαιο που θα έχει απελευθερωθεί σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Επειδή, όμως, «η ελληνική οικονομία έχει το εγγενές πρόβλημα ότι στηρίζεται πάρα πολύ στις υπηρεσίες, μεταφορές και τουρισμό, που κατεξοχήν πλήττονται από την επιδημία (…), υπάρχει το σχέδιο για ανάκαμψη και στον τουρισμό», ανέφερε για το θέμα, με την πρόσθετη επισήμανση ότι «η Ελλάδα είναι από τους επισπεύδοντες στη διαμόρφωση των ευρωπαϊκών πολιτικές για τις μεταφορές και τον τουρισμό, έχουμε πάρα πολύ ενεργό ρόλο εκεί».
Για τα σχολεία
Για το θέμα επαναλειτουργίας της εκπαίδευσης με την κλασική της μορφή, ο Γ. Γεραπετρίτης ξεκίνησε λέγοντας ότι αντιλαμβάνεται «πλήρως την αγωνία των γονέων και της κοινωνίας, ιδίως για το θέμα των σχολείων». Από την άλλη, όπως είπε, «θα πρέπει να επανέλθουμε στη ζωή μας όχι κατ' ανάγκην για λόγους οικονομίας, αλλά για λόγους που ανάγονται στη γενικότερη στάση μας και για την ψυχολογική ενίσχυση που χρειαζόμαστε όλοι. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στο στάδιο της μετάβασης προς την ομαλότητα, ακόμη και σε χώρες που έχουν υποστεί πραγματικά μια πανωλεθρία σε ό,τι αφορά τα επιδημιολογικά δεδομένα. Οι χώρες που έχουν πληγεί στο δικό μας επίπεδο ή έστω λίγο περισσότερο, ήδη έχουν επανεκκινήσει και τα σχολεία και την αγορά», υπογράμμισε και πρόσθεσε: «Δεν αντιλαμβάνονται για ποιον λόγο θα πρέπει, εάν τα υγειονομικά δεδομένα το επιτρέπουν, να μην επανέλθουμε στο καθεστώς της φυσικής εκπαίδευσης, η οποία έχει να κάνει και με την ψυχική ισορροπία των παιδιών και με την κοινωνικότητά τους και με ένα καθεστώς ισότητας στη γνώση εν τέλει».
Στις ενστάσεις για τη λειτουργία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης απάντησε ότι «στα δημοτικά υπάρχει, πράγματι, μια ιδιαιτερότητα γιατί τα παιδιά δεν μπορούν πάντα να παρακολουθήσουν, και λόγω της ηλικίας τους, την υποχρέωση για ατομική υγιεινή. Άρα, πράγματι, υπάρχει ένα θέμα το οποίο θα το δούμε στον χρόνο του. Το σταδιακό άνοιγμα, ξεκινώντας από την Γ' Λυκείου, μετά τις υπόλοιπες τάξεις Λυκείου και Γυμνασίου, θα γίνει τηρώντας απολύτως και τις αποστάσεις και την έλλειψη κοινωνικού συγχρωτισμού και τα μέτρα προφύλαξης», ήταν η τριπλή διαβεβαίωση του υπουργού.
Η κυβερνητική απάντηση για δικαστήρια – πλειστηριασμούς
Στο ερώτημα, τέλος, αν η κυβέρνηση ξεκίνησε από τα δικαστήρια, με σκοπό να ξεπαγώσουν οι πλειστηριασμοί, ο υπουργός Επικρατείας απάντησε λέγοντας ότι «τα δικαστήρια πρέπει να ανοίξουν, είναι μέρος της κοινωνικής πραγματικότητας, το οποίο έχει μεγάλη σημασία για τους πολίτες. Θα ανοίξουν όλα τα δικαστήρια σταδιακά υπό όρους. Ο λόγος για τον οποίον άνοιξαν πρώτα τα κομμάτια των υποθηκοφυλακείων, ειρηνοδικείων και πρωτοδικείων, που αφορούν προσημειώσεις υποθηκών, δεν ήταν, προφανώς, για να εξυπηρετηθούν πλειστηριασμοί. Αυτό το λέει εκείνος, ο οποίος δεν έχει καμία γνώση του δικονομικού συστήματος».
«Άνοιξαν οι συγκεκριμένες διαδικασίες για να μπορούν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις να λαμβάνουν δάνεια, όταν οι ίδιοι το επιθυμούν», και τούτο γιατί «ο έλεγχος των ιδιοκτησιακών τίτλων και οι διαδικασίες ενώπιον των δικαστηρίων είναι αναγκαία προϋπόθεση για να μπορέσει να υπάρξει ρευστότητα στην αγορά. Άρα, είναι θέμα της οικονομίας των πολιτών και σε καμία περίπτωση, σας διαβεβαιώ, θέματα πλειστηριασμών.
«Το θέμα αυτό», σημείωσε κλείνοντας, και «ειδικώς της α' κατοικίας το χειρίζεται με υπευθυνότητα η ελληνική κυβέρνηση και θα έχουμε νεότερα τις αμέσως επόμενες ώρες και ημέρες. Ως τις 30/4 θα έχουμε το χρονικό ορίζοντα παράτασης για την προστασία της α' κατοικίας, ένα ζήτημα ιδιαίτερα λεπτό, που το χειριζόμαστε με υπευθυνότητα».