Ο Κικίλιας αποφασισμένος: Το 2020 η χρονιά των νοσοκομείων – Τι υποστηρίζει η ΕΕΜΥΥ
Αποφασισμένος να δώσει αξιόπιστες και διαρκείς λύσεις για το ΕΣΥ, τοποθετώντας τα δημόσια νοσοκομεία στην καρδιά του συστήματος υγείας, είναι ο υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας για το 2020.
Αυτό δηλώνει σε κάθε του βήμα, σε κάθε δήλωση και συνέντευξη, αυτό δήλωσε και στην προ χριστουγεννιάτικη συνάντηση που είχε ο υπουργός με τους εκπροσώπους του τύπου πριν μερικές ημέρες. Το 2020 θα είναι η χρονιά των νοσοκομείων, τονίζει συχνά ο Βασίλης Κικίλιας.
Τα δημόσια νοσοκομεία απαιτούν σοβαρές λύσεις, διότι τα προβλήματα είναι πολλά και μεγάλα και διότι οι ανάγκες των ασθενών είναι τεράστιες και δεν μπορούν να περιμένουν.
Από την οργάνωση και διοίκηση των νοσοκομείων, μέχρι τον εξοπλισμό, την συντήρηση, τον καλλωπισμό τους και μέχρι τα μπάνια τους, ο υπουργός Υγείας, φαίνεται ότι είναι αποφασισμένος να τα αλλάξει όλα και να παρέμβει σε πολλά σημεία. Μάλιστα, φαίνεται ότι θα ακολουθήσει σε πολλά νοσοκομεία, το μοντέλο των στρατιωτικών νοσοκομείων, το οποίο εκτιμά ιδιαίτερα, καθώς πιστεύει ότι τόσο τα στρατιωτικά, όσο και τα ναυτικά νοσοκομεία, αποτελούν τα τελευταία οχυρά της δημόσιας υγείας και του συστήματος. Γι’ αυτό άλλωστε κάποιοι διοικητές νοσοκομείων, είναι στρατιωτικοί, απόφαση για την οποία στηλιτεύτηκε σφόδρα ο υπουργός Υγείας…
Όσον αφορά την χρηματοδότηση του ΕΣΥ, αυτή θα κινηθεί σε τέσσερις άξονες, όπως ξεκαθάρισε ο Βασίλης Κικίλιας στη συνάντηση με τους δημοσιογράφους: χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, από τους τόκους των ομολόγων των τραπεζών, από ΣΔΙΤ (συμπράξεις δηλαδή δημόσιου και ιδιωτικού τομέα) καθώς και από δωρεές. Γενικότερα φαίνεται ότι το σύστημα των χορηγιών και των δωρεών από τους σύγχρονους Έλληνες Ευεργέτες, θα τεθεί απενοχοποιημένα στην υπηρεσία της υγείας και του υγειονομικού συστήματος, σύμφωνα με τον σχεδιασμό του υπουργού Υγείας.
Το ΕΣΥ λοιπόν στο επίκεντρο της πολιτικής του υπουργείου Υγείας, στο επίκεντρο των κοινωνικών αναγκών.
Η Εταιρεία Management Υπηρεσιών Υγείας, έχει άλλη γνώμη
Την ώρα ωστόσο που ο υπουργός Υγείας ξεδιπλώνει το δικό του όραμα για το ΕΣΥ, ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Management Υπηρεσιών Υγείας (ΕΕΜΥΥ), Γιώργος Ι. Στάθης, σε άρθρο του, στηλιτεύει τις αποφάσεις της ηγεσίας, με αφορμή τον διορισμό των διοικητών, τονίζοντας ότι «η διαχρονική έλλειψη πολιτικού οράματος, αλλά και η απουσία βούλησης για εκσυγχρονισμό των νοσοκομείων και βαθιές μεταρρυθμίσεις στο ΕΣΥ, στοιχίζουν στο ελληνικό δημόσιο πολλά χρήματα, χωρίς να προσφέρουν ουσιαστικές υπηρεσίες στον πολίτη».
Αναφέρει μεταξύ άλλων ο κ. Στάθης στο άρθρο του:
«Η πρόσφατη επιλογή διοικητών σηματοδοτεί -κατ’ αρχάς- ότι η σημερινή κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες, δεν έχει όραμα και επεξεργασμένη πρόταση για το αυριανό νοσοκομείο του ΕΣΥ.
Τα σημερινά κρατικά (και όχι δημόσια) νοσοκομεία είναι πανάκριβα και σπάταλα, χωρίς να παρέχουν ανάλογες υπηρεσίες στους πολίτες. Απορροφούν το 42% των δαπανών υγείας, όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι 30% και στην Πορτογαλία μόλις 26%. Ορισμένα κακώς υφίστανται με τη σημερινή μορφή τους, ενώ θα μπορούσαν να έχουν άλλη, χρήσιμη αποστολή. Σχεδόν σε όλα υπάρχουν τμήματα που υπολειτουργούν (και συχνά είναι μονίμως κλειστά), ο βιοϊατρικός εξοπλισμός δεν χρησιμοποιείται αποδοτικά (όταν δεν βρίσκεται για χρόνια στα κουτιά), τα κτίρια δεν συντηρούνται (και κάθε τόσο καταρρέουν), οι ασθενείς ταλαιπωρούνται (και κάποτε αντιδρούν επιθετικά), οι ξενοδοχειακές συνθήκες νοσηλείας (ράντζα, καθαριότητα, φύλαξη, σίτιση) είναι συγκρίσιμες πανδοχείων, άνευ αστέρων κατάταξης. Το δημοσιοϋπαλληλικό νοσοκομειακό προσωπικό δεν έχει κίνητρα, δεν επιμορφώνεται, εργάζεται μηχανικά με κύριο εφόδιο τη συνείδησή του, η οποία προσαρμόζεται σταδιακά στις υπάρχουσες συνθήκες. Οι διεθνείς δείκτες και μετρήσεις ποιότητας, αποτελεσματικότητας, αποδοτικότητας, ικανοποίησης των ασθενών και γενικά όλες οι συνιστώσες του επιστημονικού health management είναι έννοιες άγνωστες και απωθητικές. Όσο και να ψάξει κάποιος στις αναπτυγμένες χώρες -και των πέντε ηπείρων- δεν θα συναντήσει παρόμοιο μοντέλο νοσοκομειακής οργάνωσης, διοίκησης και λειτουργίας.
Για τη διαιώνιση της σημερινής κατάστασης επαρκεί, πράγματι, ένα οποιοδήποτε, άσχετο κομματικό στέλεχος σε ρόλο υποτιθέμενου «διοικητή», με μοναδική αποστολή να λειτουργεί ως ιμάντας διεκπεραίωσης ακατανόητων εντολών και ποικιλόμορφων εξυπηρετήσεων. Άλλωστε, ο κ. Κικίλιας δεν πρωτοτύπησε με τον διορισμό –κατά μεγάλη πλειοψηφία- ακατάλληλων και ανεπαρκών προσώπων. Τα ίδια διέπραξαν προηγουμένως οι κ.κ. Ξανθός-Πολάκης, Γεωργιάδης, Λυκουρέντζος, Λοβέρδος, Ξενογιαννακοπούλου, Αβραμόπουλος και ο πρώτος τον λίθον βαλέτω Ν. Κακλαμάνης. Οι ελάχιστες εξαιρέσεις ικανών διοικητών νοσοκομείων, κατά την τελευταία δεκαπενταετία, υπήρξαν εύνοια της τύχης και του νόμου των πιθανοτήτων. Αλλά και αυτοί δεν αφέθηκαν να λειτουργήσουν αναπτυξιακά, έστω, στο δικό τους μικρόκοσμο, όταν βρέθηκαν αντιμέτωποι με συντεχνιακά, συνδικαλιστικά και κομματικά συμφέροντα. Οι άλλοι, οι πολλοί, είτε αδράνησαν, είτε επιδόθηκαν στην επέκταση της αναξιοκρατίας προς τα κάτω, στις διοικούμενες υπηρεσίες, φοβούμενοι ότι η παρουσία ικανών στελεχών σε θέσεις ευθύνης έθετε σε συγκριτική αμφισβήτηση τη δική τους ανεπάρκεια.
Διαφορετικές θα ήταν οι επιλογές του κ. Κικίλια, αν υπήρχε πρόθεση υλοποίησης των προεκλογικών εξαγγελιών της κυβέρνησης, για τον αναπτυξιακό εκσυγχρονισμό του ΕΣΥ. Σήμερα, με την εξαίρεση των συνδικαλιστών του χώρου, οι πάντες συμφωνούν πως το νομικό καθεστώς των νοσοκομείων είναι επιβλαβές και αιτία πλειάδας διαχειριστικών, εργασιακών και ποιοτικών στρεβλώσεων, σε βάρος των ασθενών και του κρατικού προϋπολογισμού. Είναι διάχυτη η πεποίθηση ότι, η χώρα χρειάζεται ένα νέο νοσοκομειακό χάρτη αυτόνομων ΝΠΙΔ, ανταποκρινόμενο στις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού (νοσοκομειακές, προνοσοκομειακές και μετανοσοκομειακές). Όλοι παραδέχονται ότι, το υγειονομικό προσωπικό είναι ανορθόδοξα και αντιπαραγωγικά κατανεμημένο, το ισοπεδωτικό ενιαίο μισθολόγιο και η έλλειψη συστήματος κινήτρων-αντικινήτρων αντιστρατεύεται τόσο την προσέλευση των ικανότερων επαγγελματιών, όσο και την παραγωγική αξιοποίηση των υποδομών, αλλά και την πλήρη γεωγραφική κάλυψη του ελλαδικού χώρου. Στην εποχή των «ψηφιακών νοσοκομείων», το ΕΣΥ επιμένει στις ιλαροτραγικές παραγγελίες διπλότυπων μπλοκς, καρμπόν, ακτινογραφικών φιλμς και υγρών εμφάνισης κ.ά. Γενικότερα, η ελληνική πολιτεία δεν ενστερνίζεται ακόμη την παγκόσμια παραδοχή ότι, τα νοσοκομεία είναι διοικητικά προηγμένες, κοινωφελείς «επιχειρήσεις», με εισροές αμειβόμενων παραγωγικών συντελεστών και εκροές εξοφλούμενων υπηρεσιών. Οι πληρωτές (ασθενείς- «πελάτες»), που συνήθως έχουν προπληρώσει, έχουν δικαίωμα να διεκδικούν την καλύτερη ποιότητα, στην καλύτερη τιμή. Η διατήρηση ενός καθεστώτος, όπου τα νοσοκομεία θεωρούνται παραδοσιακές δημόσιες υπηρεσίες ταλαιπωρίας των πολιτών, εκφεύγει των προδιαγραφών ενός σύγχρονου κράτους.
Η ασθενοκεντρική αναμόρφωση του νοσοκομειακού πλέγματος του ΕΣΥ, με προσδοκίες ποιότητας, αποδοτικότητας, αποτελεσματικότητας και ικανοποίησης ασθενών και προσωπικού, προϋποθέτει την ανάθεση της «μετάβασης» σε εξειδικευμένα στελέχη διοίκησης.
Οι νοσοκομειακοί Διοικητές δεν μπορεί να αναζητούνται σε συγκεκριμένους κομματικούς, κοινωνικούς, δημοσιογραφικούς, εκκλησιαστικούς, αθλητικούς κ.λπ. κύκλους, όπως συνέβη για μία ακόμη φορά. Τα αναγκαία προσόντα τους είναι συγκεκριμένα:
Μεταπτυχιακή εκπαίδευση στην Οργάνωση, Σχεδιασμό, Διοίκηση, Οικονομία, Πληροφορική, Τεχνολογία κ.λπ., με εξειδίκευση στον Τομέα Υγείας,
Ικανή εργασιακή εμπειρία, με επιτυχή διεκπεραίωση εκσυγχρονιστικών πρωτοβουλιών, κατά προτίμηση σε υγειονομικούς σχηματισμούς και
Εμφανές προσωπικό κύρος, ώστε η παρουσία τους στον πολυ-επαγγελματικό κόσμο των νοσοκομείων να είναι αποδεκτή, διαφορετικά τους περιμένει η σιωπηρή απόρριψη.
Όσοι νομίζουν πως είναι λίγα αυτά τα στελέχη στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, κάνουν λάθος. Αυτοί, όμως, που διάβασαν τα βιογραφικά τους και τα αγνόησαν, έβλαψαν σοβαρά τη δημόσια υγεία».