Το σχέδιο Μητσοτάκη για την αποδόμηση του Αλέξη Τσίπρα
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να εμφανίστηκε ήπιος απέναντι στον προκάτοχό του, Αλέξη Τσίπρα, θέλει όμως να δείξει ότι αυτός είναι καλύτερος από εκείνον. Γι' αυτόν το λόγο το «σχέδιο» του είναι να εμφανιστεί πιο κοντά στον ελληνικό λαό με απτά αποτελέσματα - και όχι μόνο στα λόγια.
«Η σύγκριση μαζί του είναι αναπόφευκτη» αναφέρουν συνεργάτες του κυρίου Μητσοτάκη και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι όλο του το βάρος το ρίχνει στην οικονομία και στην ενδυνάμωση των ασθενέστερων κοινωνικών τάξεων - εκείνων που θεωρητικά ήταν πολιτικά κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ και όχι τόσο στη Νέα Δημοκρατία. Αυτούς θέλει να κερδίσει ο κ. Μητσοτάκης - και όσους, φυσικά, έχουν υποστεί τεράστια οικονομική αφαίμαξη από την προηγούμενη κυβέρνηση - δίνοντας έμφαση στη μείωση της φορολογίας και επομένως στην αύξηση των εισοδημάτων τους.
Το εγχείρημα του κ. Μητσοτάκη αναμφίβολα είναι δύσκολο, καθώς εμπεριέχει το στοιχείο του στοιχήματος. Δεν εξαρτάται μόνο από τον ίδιον αλλά από το σύνολο της κυβέρνησής του. Ο ίδιος δηλώνει πίστη στο κυβερνητικό σχήμα και αισιόδοξος ως προς το τελικό αποτέλεσμα.
Για το λόγο αυτό, ένα 24ωρο μετά τη συνέντευξη του πρωθυπουργού στους εκπροσώπους των ΜΜΕ στο περιθώριο της ΔΕΘ, το Μέγαρο Μαξίμου ξεχώρισε εκείνα τα μέτρα που στόχο έχουν την οικονομική ανακούφιση των πολιτών. Πρόκειται για ένα «σχέδιο ανόρθωσης της μεσαίας τάξης που τίθεται άμεσα σε εφαρμογή» αναφέρουν οι συνεργάτες του πρωθυπουργού, που σημαίνει ότι το Μέγαρο Μαξίμου έχει σχεδιάσει γρήγορες κινήσεις για να μην χαθεί το πολιτικό momentum που είναι το αβαντάζ της κυβέρνησης.
Το σχέδιο ανόρθωσης της μεσαίας τάξης
Το πρόγραμμα αυτό αφορά νοικοκυριά, αγρότες, την αγορά ακινήτων και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις με τέτοιο τρόπο ώστε να γίνει αντιληπτή η διαφορά της σημερινής κυβέρνησης από την προηγούμενη. Στον κατάλογο των θετικών μέτρων που ανέδειξε εκ νέου το Μέγαρο Μαξίμου περιλαμβάνονται οι εξής παρεμβάσεις:
- Διατήρηση του αφορολόγητου και μείωση του συντελεστή για τα εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ στο 9%, από 22% που είναι σήμερα. Πρόσθετο αφορολόγητο 1.000 ευρώ ανά παιδί.
- Ο φόρος στα νέα αγροτικά σχήματα θα είναι μόνο 10%.
- Μείωση του φόρου επιχειρήσεων από 28% στο 24%, και των μερισμάτων από 10% σε 5%.
- Αναστολή για τρία χρόνια του ΦΠΑ στις νέες οικοδομές, και έκπτωση 40% στις δαπάνες για ανακαίνιση ή ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων. Αναστολή, επίσης, του φόρου υπεραξίας των ακινήτων.
- Επίδομα 2.000 ευρώ για κάθε νέο παιδί, με εξαίρεση όσους ανήκουν σε πολύ υψηλή εισοδηματική κατηγορία.
- Μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ 13% για τα βρεφικά είδη, τα παιδικά καθίσματα και τα κράνη.
- Διατήρηση του έκτακτου επιδόματος των συνταξιούχων, που θα καταβληθεί στο τέλος του 2020.
Ωστόσο, ο ΣΥΡΙΖΑ διαφωνεί ριζικά λέγοντας πως ό,τι ανακοινώνει η σημερινή κυβέρνηση η οποία ανεβάζει το κόστος στο 1,7 δις ευρώ, είναι ένα νέο μνημόνιο.
Οι μεγάλοι κερδισμένοι
Σύμφωνα με τις αλλαγές αυτές, εξετάζεται η μείωση του φόρου εισοδήματος μεταξύ 150-200 ευρώ για κάθε μισθωτό που το εισόδημά του κινείται σε χαμηλά επίπεδα ενώ παράλληλα θα διατηρηθεί το αφορολόγητο - όπως, άλλωστε, δεσμεύτηκε ο κ. Μητσοτάκης - περίπου στις 8.636 ευρώ.
Όλα αυτά τα μέτρα στοχεύουν στο να αρχίσει η μεσαία τάξη να δραστηριοποιείται πιο έντονα στην καταναλωτική αγορά και, σε συνδυασμό με την «αφύπνιση» της αγοράς ακινήτων, να προκληθεί θετικό σοκ στην οικονομία.
«Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να αλλάξουμε το σπιράλ και, από την μίζερη οικονομική ύφεση που ήμασταν μέχρι τώρα, να μπορέσουμε να γυρίσουμε σελίδα» αναφέρει κυβερνητικό στέλεχος που ασχολείται με τα οικονομικά δεδομένα.
Είναι επίσης πολύ σημαντικό ότι οι αλλαγές στη φορολογική κλίμακα θα ισχύσουν από το νέο έτους, κάτι που πρακτικά σημαίνει πως οι φορολογούμενοι θα δουν άμεσα διαφορά στην τσέπη τους!
Αν όλα αυτά εξελιχθούν ομαλά και χωρίς απρόοπτα, τότε ασφαλώς η κυβέρνηση, όπως εκτιμά, θα έχει κερδίσει το στοίχημα και ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα πετύχει αυτό που ανέκαθεν ήθελε: Να αποδείξει ότι ο προκάτοχός του στην ουσία δεν ενδιαφερόταν για την πραγματική οικονομία και το βιοτικό επίπεδο των πολιτών, διότι πολύ απλά το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να μην φέρνει αντιρρήσεις στους Ευρωπαίους εταίρους.