Χωρίς προσδοκίες για τα πλεονάσματα ο Μητσοτάκης στο Βερολίνο
Την Πέμπτη ο Κυριάκος Μητσοτάκης μεταβαίνει στο Βερολίνο για την πρώτη επίσημη επίσκεψή του στη γερμανική πρωτεύουσα ως πρωθυπουργός.
Σύμφωνα με όσα είπε ο Στέλιος Πέτσας στο briefing, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα συζητήσει με την καγκελάριο Μέρκελ και τον αντικαγκελάριο Σολτς για την οικονομία, το προσφυγικό - μεταναστευτικό και ζητήματα επενδύσεων στον τομέα της ενέργειας.
Τα πλεονάσματα
Δεν στερείται πολιτικής σημασίας ότι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δεν συμπεριέλαβε το ζήτημα των πλεονασμάτων στην ατζέντα της συνάντησης, περιοριζόμενος σε μια γενική αναφορά στη οικονομία. Στη συνέχεια, ερωτώμενος από δημοσιογράφο, ο κ. Πέτσας υπογράμμισε ότι αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση προτάσσει το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμά της και όχι τα πλεονάσματα. Συγκεκριμένα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε:
«Η μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων βρίσκεται στον πυρήνα της πολιτικής μας από το 2016. Το έχει πει επανειλημμένως ο πρωθυπουργός. Η κυβέρνηση έχει σχέδιο, προτάσσουμε το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα και το θέμα των πλεονασμάτων θα τεθεί, όπως έχει πει ο πρωθυπουργός από το 2021. Η συζήτηση έχει ξεκινήσει από την επιστολή που έχει στείλει ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας.»
Σε ερώτηση για το αν τίθεται στις διεθνείς συναντήσεις το θέμα της επιστροφής των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα που διακρατούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες, ο κ. Πέτσας απάντησε ότι όλες οι τεχνικές που μπορούν να συμβάλλουν στον στόχο της μείωσης των πλεονασμάτων είναι ευπρόσδεκτες.
Από τις απαντήσεις του κ. Πέτσα προκύπτει ότι το θέμα των πλεονασμάτων πάει για αργότερα. Από τη στιγμή μάλιστα που μιλάμε μόνο για τα έτη 2021 και 2022, η ελάφρυνση που μπορεί να προκύψει είναι της τάξης του των 3,6 δισ. (1% του ΑΕΠ ανά έτος). Επομένως, ο δημοσιονομικός χώρος για τις φοροελαφρύνσεις μπορεί να προκύψει κατά κύριο λόγο από περικοπές στις κρατικές δαπάνες. Εκτός βέβαια αν τελικά πιστωθεί η Ελλάδα τα κέρδη από τα SMP/ANFA των κεντρικών τραπεζών. Σε αυτήν την περίπτωση, η εικόνα θα αλλάξει.
Η Μέρκελ
Η τακτική της κυβέρνησης της κυβέρνησης προσαρμόζεται στην ξεκάθαρη τοποθέτηση της Άνγκελα Μέρκελ. Ήδη από τις 10 Ιουλίου η καγκελάριος είχε δηλώσει σχετικά με τη μείωση των πλεονασμάτων: «Οι υπουργοί Οικονομικών ήδη έχουν κάνει την ανακοίνωσή τους, ότι κατ΄ αρχάς το πλαίσιο προϋποθέσεων παραμένει. Και βεβαίως δεν παίζει ρόλο σε ποιο κόμμα ανήκει ο εκάστοτε πρωθυπουργός, αλλά αυτά είναι προγράμματα, για τα οποία έχει γίνει εκτεταμένη διαπραγμάτευση. Τώρα βεβαίως θα δούμε τι θα κάνει ο Έλληνας πρωθυπουργός, τι αιτήματα θα θέσει, αλλά έχω μιλήσει μαζί του τηλεφωνικώς και μου υποσχέθηκε προ πάντων ότι θα υλοποιήσει γοργά μια μεταρρυθμιστική ατζέντα, η οποία θα δημιουργήσει και οικονομική ανάπτυξη.»
Το μήνυμα της γερμανικής «αμεροληψίας» το επανέλαβε σήμερα με tweet της η γερμανική πρεσβεία. Στο tweet αναφέρεται: «Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ο πέμπτος Έλληνας Πρωθυπουργός, τον οποίο υποδέχεται η Καγκελάριος κ. Άνγκελα Μέρκελ κατά τη μακρόχρονη θητεία της στην Ομοσπονδιακή Καγκελαρία.» Παρατίθενται μάλιστα φωτογραφίες της κ. Μέρκελ με τους κκ Τσίπρα, Σαμαρά, Καραμανλή και Παπανδρέου. Εν ολίγοις, οι πρωθυπουργοί αλλάζουν, αλλά η καγκελάριος μένει.
Το γερμανικό πλεόνασμα
Πέρα από τη γερμανική εμμονή να «τηρούνται τα συμφωνημένα», θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μια ακόμα παράμετρο: Τις δημοσιονομικές επιδόσεις της ίδιας της Γερμανίας. Παρά το ότι η γερμανική οικονομία κατέγραψε αρνητικούς ρυθμούς το δεύτερο τρίμηνο του έτους, τα δημόσια οικονομικά εμφανίζονται κραταιά. Το πρώτο εξάμηνο καταγράφηκε ένα τεράστιο πλεόνασμα ύψους 45,3 δισ. ευρώ, ήτοι 2,7% του ΑΕΠ. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση κατέγραψε πλεόνασμα 17,7 δισ. ευρώ, τα 16 ομόσπονδα κρατίδια 12,7 δισ. ευρώ, οι δήμοι 7,1 δισ. ευρώ και το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης 7,7 δισ. ευρώ. Οι καλοθελητές λοιπόν θα μπορούσαν να πουν ότι οι Έλληνες ζητούν μικρότερο πλεόνασμα (2,5%) από αυτό που πετυχαίνουν οι δανειστές τους Γερμανοί. Βεβαίως η σύγκριση είναι άδικη μεταξύ της κραταιάς Γερμανίας και της Ελλάδας που έχει χάσει το 25% του ΑΕΠ της με το Μνημόνιο. Αλλά σε μια περίοδο που γίνονται τοπικές εκλογές στο Βρανδεμβούργο, τη Σαξονία και τη Θουριγγία, είναι σίγουρο ότι θα βρεθούν καλοθελητές να κάνουν άδικες συγκρίσεις.