Τα δηλητηριασμένα δολώματα «πληγή» για τα υπό εξαφάνιση είδη άγριας ζωής
«Πληγή» για τα σπάνια είδη της άγριας ζωής συνιστούν τα δηλητηριασμένα δολώματα, με το πρόβλημα να είναι ιδιαίτερα έντονο σε περιοχές «όπου διαβιούσαν σημαντικά είδη ορνιθοπανίδας» τονίζει μιλώντας στο CNN Greece, ο προϊστάμενος του Τμήματος Διαχείρισης Ερευνητικών Έργων και Αναπτυξιακών Προγραμμάτων του ΟΦΥΠΕΚΑ, Κωνσταντίνος Ζορμπάς.
Μάλιστα, σύμφωνα με τις ενδείξεις που διαθέτουν οι επιστήμονες του Οργανισμού Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής «πολλά από τα πτωματοφάγα πουλιά, όπως τα όρνια και οι γύπες έχουν υποστεί δραματικές συνέπειες στους πληθυσμούς τους στη χώρα μας, λόγω των δηλητηρίων» τονίζει ο κ. Ζορμπάς.
Στα όρια της εξαφάνισης
Σε κάποιες περιπτώσεις, οι φόλες έχουν οδηγήσει ορισμένα είδη στα όρια της εξαφάνισης, με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα τον Γυπαετό, που πλέον διαβιεί μόνο στην Κρήτη, τον Μαυρόγυπα, που βρίσκεται μόνο στο Εθνικό Πάρκο της Δαδιάς-Λευκίμης-Σουφλίου, τον Ασπροπάρη, που είναι το πλέον απειλούμενο είδος πτηνού στη χώρα, καθώς έχουν απομείνει μόλις τέσσερα ζευγάρια, καθώς και το Όρνιο, ο ηπειρωτικός πληθυσμός του οποίου έχει καταρρεύσει.
Η χρήση, όμως, των δηλητηρίων εντοπίζεται ακόμη και στα αστικά κέντρα.
«Αλυσίδα» δηλητηριάσεων
Ο κ. Ζορμπάς, μιλώντας για τις «αλυσιδωτές» επιπτώσεις που έχει αυτή η πρακτική αναφέρει πως «το θέμα με τις φόλες στην ύπαιθρο είναι ότι συνήθως τοποθετούνται με άλλο στόχο και καταλήγουν να επηρεάζουν είδη για τα οποία δεν προορίζονται για αυτά αρχικά».
Εξηγώντας, ο ίδιος σημειώνει πως «πολλές φορές ορισμένοι χρησιμοποιούν δηλητήρια για να προφυλάξουν τα κοπάδια τους και να αντιμετωπίσουν την "απειλή" αλεπούδων και λύκων».
Όμως, όπως υπογραμμίζει ο ίδιος το κουφάρι μιας δηλητηριασμένης αλεπούς θα γίνει βορρά για ένα όρνιο ή έναν γύπα, με αποτέλεσμα τα ζώα αυτά να υφίστανται δευτερογενή δηλητηρίαση.
«Οπότε οι επιπτώσεις καταλήγουν να αφορούν και είδη τα οποία είναι σπάνια ή και κινδυνεύουν με εξαφάνιση, ενώ δεν είναι εκείνα στα οποία στοχεύουν οι δράστες».
Εγκληματική ενέργεια
Αναφερόμενος στο θεσμικό πλαίσιο που υπάρχει για την τοποθέτηση δηλητηριασμένων δολωμάτων, ο κ. Ζορμπάς ξεκαθαρίζει πως «η χρήση δηλητηρίων είναι μια παράνομη και εγκληματική πρακτική από το 1993, είτε χρησιμοποιείται στην ύπαιθρο, είτε στα αστικά κέντρα».
«Στο εξωτερικό η πράξη αυτή αντιμετωπίζεται και ως τέτοια» προσθέτει.
Ενώ σχολιάζοντας από που απορρέει η πρακτική αυτή σημειώνει πως «οι δράστες έχουν συγκεκριμένο προφίλ, το οποίο πρέπει να αναλυθεί για να διαπιστωθεί τι οδηγεί σε αυτές τις πράξεις. Δεν είναι μια τυπική συμπεριφορά να χρησιμοποιείς δηλητήριο. Με την αντίστοιχη σοβαρότητα επιδιώκει να αντιλαμβάνεται το φαινόμενο και ο ΟΦΥΠΕΚΑ».
Συστηματοποίηση ελέγχων
Παρά το μέγεθος του προβλήματος, όμως, δεν υπάρχουν αναλυτικά δεδομένα, τα οποία θα σκιαγραφούν μια ξεκάθαρη εικόνα για το φαινόμενο, καθώς μέχρι πρότινος δεν υπήρξε συστηματοποιημένος έλεγχος και ακριβής καταγραφή των περιστατικών, που μπορεί να σημειώνονται στην Ελλάδα.
Ο ΟΦΥΠΕΚΑ, όπως αναφέρει ο κ. Ζορμπάς, δημιούργησε πρόσφατα ένα δίκτυο επτά Μονάδων Ανίχνευσης Δηλητηριασμένων Δολωμάτων και για πρώτη φορά γίνεται έρευνα και στην περιοχή της Πελοποννήσου, όπου έχουν εντοπιστεί ευρήματα που δεν ήταν ποτέ διαθέσιμα στις Αρχές.
«Στο παρελθόν, οι δασικές υπηρεσίες, με όσα προβλήματα είχαν, ήταν εκείνες που προσπαθούσαν να συνεισφέρουν στο έργο της ανίχνευσης και του ελέγχου, μέσω των διαθέσιμων πόρων και δυνάμεων που μπορούσαν να διαθέτουν και σε συνεργασία με τις ομοσπονδιακές θηροφυλακές. Στην Κρήτη, όπου φιλοξενεί μεγάλους πληθυσμούς πτωματοφάγων πουλιών το έργο αυτό έχει επωμιστεί η θηροφυλακή» εξηγεί.
Ενημέρωση - Ανίχνευση - Συνεργασία
Στο επίπεδο της αντιμετώπισης του φαινομένου, ο κ. Ζορμπάς σημειώνει πως είναι ιδιαίτερα σημαντική η ενημέρωση των πολιτών, προκειμένου να καταστεί σαφές «στη συνείδηση των ανθρώπων, που μένουν στην ύπαιθρο και δη εκείνοι που ασχολούνται με την κτηνοτροφία» το μέγεθος της επικινδυνότητας των ουσιών που χρησιμοποιούνται για τις δηλητηριάσεις.
«Να σημειωθεί πως, ορισμένοι δεν διαθέτουν καν τη γνώση του κατά πόσο επικίνδυνη και τοξική είναι ακόμη και για τους ίδιους η ουσία που χρησιμοποιούν για τα δηλητηριασμένα δολώματα» αναφέρει.
Την ίδια ώρα, ο ΟΦΥΠΕΚΑ προσπαθεί να βρίσκεται σε στενή επικοινωνία με τους αρμόδιους φορείς, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα δίκτυο συνεργασίας του οργανισμού με τη δασική υπηρεσία, την αστυνομία, την κτηνιατρική υπηρεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης.
«Επί της αρχής, όμως, θα έπρεπε να διενεργείται ένας έλεγχος, ώστε να μην κυκλοφορούν καν αυτές οι ουσίες. Είναι πρόβλημα, δηλαδή, που μπορεί να διατεθούν σε οποιονδήποτε στην αγορά» επισημαίνει. «Συνιστά παράνομη διακίνηση γεωργικών φαρμάκων, τα οποία είναι απαγορευμένα», προσθέτει.
Για να καταλήξει πως «πρόσφατα στην Ευρώπη ψηφίστηκε νέα νομοθεσία για την καταπολέμηση του περιβαλλοντικού εγκλήματος, γεγονός που αναδεικνύει τη σοβαρότητα του φαινομένου και την αναγκαιότητα της συλλογικής αντιμετώπισής του».