Μειώνεται το κόστος της ρύπανσης από τις μεγάλες βιομηχανίες - Όχι όμως αρκετά
Ανανεώθηκε:
Μείωση της τάξεως του ενός τρίτου παρουσιάζει το κόστος της ρύπανσης που παράγουν οι μεγάλες βιομηχανίες της Ε.Ε., ωστόσο εξακολουθεί να συνιστά την μεγαλύτερη αιτία ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
Ειδικότερα, σύμφωνα με νεότερα δεδομένα που συνέλεξε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (ΕΟΠ), το κόστος αυτής της ρύπανσης έχει μειωθεί περίπου σε ποσοτό 33% από το 2012 έως το 2021.
Μόνο ένα μικρό ποσοστό των πιο ρυπογόνων εγκαταστάσεων, πολλές εξ αυτών εργοστάσια παραγωγής ενέργειας από άνθρακα, στην πραγματικότητα αποτελεί το ήμισυ του προβλήματος.
Το κόστος της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που προκαλείται από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές μονάδες της Ευρώπης είναι σημαντικό, κατά μέσο όρο μεταξύ 268 και 428 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως , δείχνει η ανάλυση του ΕΟΧ.
Το 2021, αυτές οι δαπάνες αντιστοιχούσαν στο 2% περίπου του ΑΕΠ της ΕΕ.
Το 80% της μείωσης από τον ενεργειακό τομέα
Αξίζει να σημειωθεί, πως περίπου 80% της συνολικής μείωσης του κόστους ρύπανσης προέρχεται από από τον ενεργειακό τομέα της Ε.Ε.
Η μετατόπιση αυτή είναι αποτέλεσμα κυρίως υιοθέτησης βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών (ΒΔΤ), της στροφής προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και της υιοθέτησης λιγότερο ρυπογόνων καυσίμων.
Το «δρόμο» προς μια πιο πράσινη και ψηφιακή η βιομηχανία φαίνεται να άνοιξε η «Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία», αλλά και η αναθεώρηση της Οδηγίας για τις Βιομηχανικές Εκπομπές και ο νέος Κανονισμός Πύλης Βιομηχανικών Εκπομπών (IEPR), με σκοπό να ασκηθούν πιέσεις στη μεγάλη ευρωπαϊκή βιομηχανία να προχωρήσουν στην «απεξάρτηση» από τον άνθρακα, τη μηδενική ρύπανση και την κυκλική οικονομία.
Η ενίσχυση της Οδηγίας της ΕΕ για την ποιότητα του αέρα αναμένεται να υποστηρίξει περαιτέρω αυτήν την εξέλιξη, φέρνοντας το μέγεθος της ρύπανσης πιο κοντά στις κατευθυντήριες γραμμές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.