Αλεξάνδρα Σδούκου στο Act for Earth: Έως τέλος Μαρτίου το νέο «Κινούμαι Ηλεκτρικά»
Η Ελλάδα πορεύεται με συνέπεια στην ενεργειακή μετάβαση και μάλιστα είναι μπροστά από τους στόχους της, επισημαίνει η γενική γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών του υπουργείου Περιβάλλοντος, κ. Αλεξάνδρα Σδούκου, μιλώντας για την ηλεκτροκίνηση, την απολιγνιτοποίηση, το νέο σχήμα διαγωνιστικών διαδικασιών για νέα έργα ΑΠΕ και την αναθεώρηση του ΕΣΕΚ.
«Αυτό δεν αποτελεί λόγο εφησυχασμού αλλά, αντίθετα, μας ωθεί να αυξήσουμε την φιλοδοξία μας και να επιδιώξουμε να κινηθούμε πιο γρήγορα και πιο αποφασιστικά προς την κατεύθυνση του “net zero”, δηλαδή της επίτευξης κλιματικής ουδετερότητας το 2050», επισημαίνει η ίδια χαρακτηριστικά, χαρακτηρίζοντας ως «μεγάλη ευκαιρία» της Ελλάδας την ενεργειακή μετάβαση, για να κάνει η χώρα μας το «άλμα προς τα εμπρός».
Η κυρία Σδούκου αναφέρεται στην ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης, χαρακτηρίζοντάς την «ταχύτατη», καθώς έχουν ήδη υπερκαλυφθεί οι στόχοι: «Μέχρι και τον Νοέμβριο 2021 είχαν αθροιστικά ταξινομηθεί περίπου 8.344, υπερβαίνοντας κατά 160% τις προβλέψεις μας, χωρίς να υπολογίζουμε τον Δεκέμβριο. Και φυσικά δεν θα μπορούσα να παραλείψω τα 13.000 ηλεκτρικά ποδήλατα και 4.000 ηλεκτρικά δίκυκλα που διατέθηκαν μέσα από το Κινούμαι Ηλεκτρικά και προωθώντας στην πράξη τη βιώσιμη αστική μικροκινητικότητα».
Παράλληλα, η ίδια προαναγγέλλει το καινούριο πρόγραμμα «Κινούμαι Ηλεκτρικά», με ενισχυμένα κίνητρα που θα είναι έτοιμο περί τα τέλη Μαρτίου, όπως και το πρόγραμμα «Πράσινα ΤΑΞΙ», στην ίδια κατεύθυνση, ενώ προετοιμάζεται και πρόγραμμα επιδότησης για την εγκατάσταση δημόσια προσβάσιμων σημείων φόρτισης ηλεκτρικών αυτοκινήτων.
Η κ. Σδούκου επίσης αναφέρει πως στον τομέα των ΑΠΕ, «ωριμάζουν πολύ περισσότερα έργα από αυτά που χρειαζόμαστε για να καλύψουμε τους στόχους μας για συμμετοχή των ΑΠΕ της τάξης του 35% στο ενεργειακό μείγμα έως το 2030», ενώ προσθέτει πως έως τον Μάρτιο θα ενεργοποιηθεί το νέο σχήμα διαγωνιστικών διαδικασιών για νέα έργα ΑΠΕ, «μέσω του οποίου θα λάβουν τιμές αποζημίωσης νέοι αιολικοί και φωτοβολταϊκοί σταθμοί συνολικής ισχύος 3 GW έως το 2025». Στόχος, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, είναι να γίνουν «ο ήλιος και ο άνεμος τα νέα εθνικά μας καύσιμα».
Σχολιάζοντας την ενεργειακή κρίση, επισημαίνει πως «η κρίση είναι, πρώτον, διεθνής και, δεύτερον, παροδική», τονίζοντας πως «η ενεργειακή μετάβαση ‘απαντά’ όχι μόνο στην κλιματική κρίση αλλά και στην κρίση τιμών ενέργειας».
Τέλος, η κ. Σδούκου αναφέρεται στην αναθεώρηση του ΕΣΕΚ, που όπως εξηγεί θα είναι «και μια αναπτυξιακή στρατηγική των επόμενων δεκαετιών, βασισμένη σε ένα παραγωγικό μοντέλο σύγχρονο, καινοτόμο, αειφόρο και φιλικό στο περιβάλλον».
«Η ενέργεια και το κλίμα είναι δύο μόνο ψηφίδες στο ευρύτερο μωσαϊκό της οικονομικής και κοινωνικής ευημερίας και ανάπτυξης. Γι’ αυτό και οι ενεργειακές μας πολιτικές σχεδιάζονται κατά τρόπο ώστε να έχουν το βέλτιστο αποτύπωμα σε όλους τους τομείς δραστηριότητας, όπως αυτοί περιγράφονται από τους 17 Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης, τα γνωστά SDGs της Ατζέντας 2030 του Ο.Η.Ε.», επισημαίνει ακόμα η κ. Σδούκου στη συνέντευξή της στο Act for Earth, δίνοντας την πυξίδα προσανατολισμού της κυβερνητικής στόχευσης.
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη της κυρίας Αλεξάνδρας Σδούκου, γενικής γραμματέως Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας:
Κυρία Σδούκου, σε ποιο στάδιο βρίσκεται η Ελλάδα σχετικά με την Πράσινη Μετάβαση στον τομέα της Ενέργειας, με σημείο αναφοράς τις δεσμεύσεις που προκύπτουν από το Πράσινο Σύμφωνο της ΕΕ, αλλά και τους 17 παγκόσμιους στόχους του ΟΗΕ για το Κλίμα;
Η πορεία της Ελλάδας προς την ενεργειακή μετάβαση τα τελευταία δυόμιση χρόνια είναι συνεπής και έχει ήδη φέρει απτά αποτελέσματα: Σταχυολογώ μερικά από αυτά: Η λιγνιτική παραγωγή περιορίστηκε σε 5,7 Τεραβατώρες το 2020 (όταν το 2008 ήταν 29,9 TWh) και εκτιμάται ότι το 2024 θα είναι μόλις 1,5 Τεραβατώρες. Την περίοδο Ιανουάριος 2020- Σεπτέμβριος 2021 συνδέθηκαν στο ηλεκτρικό δίκτυο έργα ΑΠΕ 1844 MW, δηλαδή σχεδόν το ένα τέταρτο της συνολικής εγκατεστημένης «πράσινης» ισχύος μέχρι σήμερα (8093 MW) που αποτυπώνει την επιτάχυνση της στροφής προς τις φιλικές προς το περιβάλλον πηγές ενέργειας. Εκπονήσαμε έναν λεπτομερή οδικό χάρτη για τη στήριξη των περιοχών που πλήττονται από την απολιγνιτοποίηση, το λεγόμενο Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης που θα διοχετεύσει πάνω από 5 δις ευρώ στη Δυτική Μακεδονία και τη Μεγαλόπολη τα επόμενα χρόνια. Τρέχουμε αυτή τη στιγμή το νέο «Εξοικονομώ» με στόχο την ενεργειακή αναβάθμιση ακόμα 50.000 κατοικιών και ετοιμαζόμαστε να βγάλουμε στον αέρα ανάλογα προγράμματα για δημόσια κτίρια και για βιομηχανίες.
Αυτά είναι ενδεικτικά παραδείγματα, για να δώσω τη μεγάλη εικόνα:
Με αφετηρία την εμβληματική απόφαση για πλήρη απολιγνιτοποίηση της ηλεκτροπαραγωγής ως το 2028 και με σημαντικές πολιτικές και προγράμματα για μεγαλύτερη και ταχύτερη διείσδυση των ΑΠΕ, για ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης, για μεγιστοποίηση της εξοικονόμησης ενέργειας στο κτιριακό μας απόθεμα, για διασύνδεση των νησιών και απεξάρτησή τους από τα ρυπογόνα και ακριβά παράγωγα του πετρελαίου, σχεδιάζουμε και υλοποιούμε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που θα αλλάξει τον τρόπο που παράγουμε την ενέργεια, που χρησιμοποιούμε την ενέργεια αλλά και που σκεφτόμαστε την ενέργεια.
Σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία έχουμε ένα πλήρες στρατηγικό σχέδιο για τη δεκαετία που διανύουμε, το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) και μια Μακροπρόθεσμη Εθνική Στρατηγική για το 2050. Όσον αφορά στην πρόοδό μας, είμαστε όχι απλώς on track αλλά και μπροστά από τους στόχους μας.
Αυτό δεν αποτελεί λόγο εφησυχασμού αλλά, αντίθετα, μας ωθεί να αυξήσουμε την φιλοδοξία μας και να επιδιώξουμε να κινηθούμε πιο γρήγορα και πιο αποφασιστικά προς την κατεύθυνση του “net zero”, δηλαδή της επίτευξης κλιματικής ουδετερότητας το 2050. Γι’ αυτό και στη διαδικασία αναθεώρησης του ΕΣΕΚ που θα ολοκληρωθεί εντός του έτους – ένα χρόνο πριν την προθεσμία που έχουν θέσει οι Βρυξέλλες - τα δύο στρατηγικά κείμενα (ΕΣΕΚ ως το 2030, Μακροπρόθεσμη Στρατηγική ως το 2050) θα ενοποιηθούν και θα συνθέσουν ένα ολοκληρωμένο και συνεκτικό στρατηγικό όραμα για την ενεργειακή μετάβαση της Ελλάδας τις ερχόμενες τρεις δεκαετίες.
Τέλος, αντιλαμβανόμαστε ότι η ενέργεια και το κλίμα είναι δύο μόνο ψηφίδες στο ευρύτερο μωσαϊκό της οικονομικής και κοινωνικής ευημερίας και ανάπτυξης. Γι’ αυτό και οι ενεργειακές μας πολιτικές σχεδιάζονται κατά τρόπο ώστε να έχουν το βέλτιστο αποτύπωμα σε όλους τους τομείς δραστηριότητας, όπως αυτοί περιγράφονται από τους 17 Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης, τα γνωστά SDGs της Ατζέντας 2030 του Ο.Η.Ε. Ενώ λοιπόν οι δράσεις μας αφορούν, πρωτίστως -και λόγω αρμοδιότητας- τον Στόχο 7 («Φθηνή και Καθαρή Ενέργεια») και τον Στόχο 13 («Δράση για το Κλίμα»), παράλληλα όμως συνδέονται στενά με τους Στόχους για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας στο νερό (Στόχος 14) και στη στεριά (Στόχος 15), την εργασία και την ανάπτυξη (Στόχος 8), τη βιομηχανία και τις υποδομές (Στόχος 9), την υγεία και ευεξία (Στόχος 3), το πόσιμο νερό (Στόχος 5) και άλλους. Εντέλει, έμμεσα ή άμεσα, η δουλειά μας στην ενέργεια αντανακλά και βελτιώνει κάθε έκφανση της ανθρώπινης ζωής, με στόχο την ανάπτυξη και τη βιωσιμότητα τις δεκαετίες που έρχονται.
Το καλοκαίρι του 2020 η κυβέρνηση ψήφισε νόμο που έδινε κίνητρα για την προώθηση της ηλεκτροκίνησης στη χώρα μας. Είστε ικανοποιημένη από την εξέλιξή του; Ποια είναι τα επόμενα βήματα που σχεδιάζει το υπουργείο ως προς την ηλεκτροκίνηση;
Η μείωση του κόστους κτήσης και χρήσης ενός ηλεκτρικού οχήματος είναι μια βασική παράμετρος για την προώθηση της ηλεκτροκίνησης. Είναι αλήθεια ότι το κόστος ενός ηλεκτρικού αυτοκινήτου ήταν και είναι υψηλό, όχι μόνον στην Ελλάδα αλλά στο σύνολο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μελετήσαμε τα μοντέλα ανάπτυξης και τα αντίστοιχα κίνητρα σε χώρες με υψηλά ποσοστά διείσδυσης ηλεκτρικών οχημάτων στο μίγμα των καθημερινών μετακινήσεων και προσπαθήσαμε να προσεγγίσουμε και να προσαρμόσουμε καλές ευρωπαϊκές πρακτικές στα ελληνικά δεδομένα. Ταυτόχρονα θέσαμε συγκεκριμένους ποσοτικούς ετήσιους στόχους προκειμένου να μετράμε την εξέλιξη και την διείσδυση της ηλεκτροκίνησης.
Τόσο τα φορολογικά κίνητρα που ισχύουν μέσω του Ν.4710, όσο και το πρόγραμμα «Κινούμαι Ηλεκτρικά» συνέβαλαν αποφασιστικά στο να υπερβούμε τους βραχυπρόθεσμους στόχους μας. Χαρακτηριστικά θα σας πω ότι ενώ οι στόχοι που είχαν τεθεί στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα για τα έτη 2020 και 2021 αφορούσαν συνολικά περί τα 5.000 ηλεκτρικά αυτοκίνητα, μέχρι και τον Νοέμβριο είχαν αθροιστικά ταξινομηθεί περίπου 8.344, υπερβαίνοντας κατά 160% τις προβλέψεις μας, χωρίς να υπολογίζουμε τον Δεκέμβριο. Και φυσικά δεν θα μπορούσα να παραλείψω τα 13.000 ηλεκτρικά ποδήλατα και 4.000 ηλεκτρικά δίκυκλα που διατέθηκαν μέσα από το Κινούμαι Ηλεκτρικά και προωθώντας στην πράξη την βιώσιμη αστική μικροκινητικότητα. Ταυτόχρονα, τα δημόσια προσβάσιμα σημεία φόρτισης εκτινάχθηκαν από τα 177 σημεία στα 1.040, με τον ιδιωτικό τομέα να αναπτύσσεται εντυπωσιακά.
Άρα ναι, είμαι ικανοποιημένη καθώς η κοινωνία έχει ενστερνιστεί το όραμά μας. Παραμένω όμως σε εγρήγορση καθώς θα πρέπει να ανταποκριθούμε σε αυτό το αγκάλιασμα της ηλεκτροκίνησης, κάνοντας περαιτέρω βήματα, εισάγοντας νέα κίνητρα για να προωθήσουμε την κινητικότητα μηδενικών ρύπων.
Ετοιμάζουμε ήδη -και θα παρουσιάσουμε έως το τέλος Μαρτίου- το καινούριο Κινούμαι Ηλεκτρικά, με ενισχυμένα κίνητρα, και το πρόγραμμα «Πράσινα ΤΑΞΙ» που απευθύνεται σε ιδιοκτήτες ταξί που επιθυμούν να αντικαταστήσουν το παλιό ρυπογόνο αυτοκίνητο τους με αμιγώς ηλεκτρικό αποκομίζοντας σημαντικό όφελος από την επιδότηση που προβλέπουμε.
Επιπλέον, εντός του 2022 θα δημοσιευτεί και το πρόγραμμα επιδότησης που σχεδιάζουμε για την εγκατάσταση δημόσια προσβάσιμων σημείων φόρτισης ηλεκτρικών αυτοκινήτων καθώς το ενδιαφέρον, αλλά και η ανάγκη, είναι εξίσου μεγάλη. Συνοψίζοντας, θα έλεγα ότι έχουμε κάνει μια δυναμική εκκίνηση αλλά ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς και θα συνεχίσουμε να αναλαμβάνουμε πρωτοβουλίες προκειμένου να καλύψουμε την απόσταση που μας χωρίζει από άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Θεωρείτε επομένως πως ο στόχος που έθεσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, το 2030 ένα στα τρία νέα αυτοκίνητα που θα ταξινομούνται να είναι ηλεκτρικό, μπορεί να επιτευχθεί, με βάση τα σημερινά δεδομένα;
Τα στοιχεία που σας ανέφερα παραπάνω μας οδηγούν σε καταφατική απάντηση, καθώς οι αριθμοί αποδεικνύουν ότι ξεπερνάμε ήδη τους στόχους μας, καθώς η ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης είναι ταχύτατη.
Ωστόσο οι στόχοι δεν επιτυγχάνονται χωρίς σχεδιασμό, αναθεώρηση, επανεκτίμηση, δράσεις και πρωτοβουλίες προσανατολισμένες στα δεδομένα της αγοράς και της εποχής.
Θυμίζω ότι στον κλιματικό νόμο που παρουσιάσαμε πρόσφατα και βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση θέσαμε δύο επιπλέον απαιτητικούς στόχους. Ο ένας είναι από την 1η.1.2023 τουλάχιστον το ένα τέταρτο των νέων εταιρικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης που ταξινομούνται να είναι αμιγώς ηλεκτρικά οχήματα ή υβριδικά ηλεκτρικά οχήματα εξωτερικής φόρτισης ρύπων έως πενήντα (50) γραμμαρίων διοξειδίου του άνθρακα ανά χιλιόμετρο (CO2/χλμ) και ο δεύτερος είναι από την 1.1.2025 τα νέα ταξί στην Αθήνα και Θεσσαλονίκη να είναι μηδενικών εκπομπών.
Για όλα τα παραπάνω, θα συνεχίσουμε να δημιουργούμε τα εργαλεία που θα υποστηρίξουν την εφαρμογή τους, με συνέχεια και συνέπεια στο σχεδιασμό μας.
Αποτελεί κοινή παραδοχή πως η χώρα μας είναι πλούσια σε πόρους ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ποιες πιστεύετε πως πρέπει να είναι οι κινήσεις της ελληνικής πολιτείας προς την καλύτερη αξιοποίησή τους; Σε μια χρονιά που ολόκληρη η υφήλιος δοκιμάστηκε από τη λεγόμενη ενεργειακή κρίση, ποια πιστεύετε πως θα πρέπει να είναι τα επόμενα βήματά μας;
Στο πρώτο σκέλος της ερώτησής σας, θα απαντούσα ότι η ελληνική κυβέρνηση προσανατόλισε από την πρώτη κιόλας ημέρα σταθερά την «πυξίδα» της στην ανάπτυξη των ΑΠΕ, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή να ωριμάζουν πολύ περισσότερα έργα από αυτά που χρειαζόμαστε για να καλύψουμε τους στόχους μας για συμμετοχή των ΑΠΕ της τάξης του 35% στο ενεργειακό μείγμα έως το 2030. Αυτό αποτελεί εγγύηση ότι θα υλοποιηθούν τα έργα αυτά που είναι πιο ανταγωνιστικά, πιο φθηνά, πιο φιλικά προς το περιβάλλον, πιο δίκαια κατανεμημένα στην επικράτεια χωρίς ανισόρροπη επιβάρυνση κάποιων περιοχών. Και οι πρωτοβουλίες που έχουμε αναλάβει εγγυώνται ότι αυτός ο ρυθμός θα διατηρηθεί και τα επόμενα χρόνια. Εξηγούμαι:
Έως τον Μάρτιο θα ενεργοποιήσουμε το νέο σχήμα διαγωνιστικών διαδικασιών για νέα έργα ΑΠΕ, μέσω του οποίου θα λάβουν τιμές αποζημίωσης νέοι αιολικοί και φωτοβολταϊκοί σταθμοί συνολικής ισχύος 3 GW έως το 2025. Παράλληλα, σε συνέχεια των νομοθετικών ρυθμίσεων που έχουν ήδη θεσπιστεί για την διευκόλυνση των επενδύσεων σε ΑΠΕ, προωθούμε ένα νέο «ενεργειακό πολυνομοσχέδιο» με τρεις πυλώνες: Ο πρώτος είναι η περαιτέρω απλοποίηση και επιτάχυνση της αδειοδότησης των «πράσινων» έργων. Ο δεύτερος είναι η θέσπιση του πλαισίου για πρώτα συστήματα αποθήκευσης με μπαταρίες ώστε να «μπει στην πρίζα» το τεράστιο επενδυτικό ενδιαφέρον για την εν λόγω τεχνολογία. Και ο τρίτος πυλώνας είναι η εισαγωγή των κανόνων για την ανάπτυξη υπεράκτιων αιολικών πάρκων.
Με τις παρεμβάσεις αυτές -σε συνδυασμό και με το νέο Ειδικό Χωροταξικό Σχέδιο για τις ΑΠΕ που αναμένεται να ολοκληρωθεί φέτος- φιλοδοξούμε να μπουν γερές βάσεις ώστε να γίνουν ο ήλιος και ο άνεμος τα νέα εθνικά μας καύσιμα.
Αναφορικά με το δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, που συνδέει την ενεργειακή μετάβαση με την κρίση των τιμών ενέργειας, θα έλεγα ότι αντιλαμβανόμενοι ότι η κρίση είναι, πρώτον, διεθνής και, δεύτερον, παροδική, αντιμετωπίζουμε σε πρώτη φάση τις δυσμενείς συνέπειες για αυτούς που θίγονται άμεσα. Το «δίχτυ προστασίας» που έχουμε απλώσει σε καταναλωτές και επιχειρήσεις, με μέτρα στήριξης ύψους 1,7 δις. ευρώ για το πεντάμηνο Σεπτέμβριος 2021-Ιανουάριος 2022 απορροφά σημαντικό μέρος των βραχυπρόθεσμων αυξήσεων στις τιμές ενέργειας, με ενισχυμένη μέριμνα για τους πιο ευάλωτους. Η ίδρυση ενός μόνιμου φορέα, του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης, διασφαλίζει την ύπαρξη εργαλείων και πόρων για να θωρακιστούμε από ενδεχόμενες αντίστοιχες κρίσεις στο μέλλον. Την ίδια στιγμή, με δεδομένο ότι η ενεργειακή κρίση συνδέεται σε μεγάλο βαθμό από την υψηλή εξάρτησή μας -σε επίπεδο ΕΕ- από τα ορυκτά καύσιμα και δη από το εισαγόμενο φυσικό αέριο, η απάντησή μας είναι η επιτάχυνση του στρατηγικού σχεδιασμού για την ενεργειακή μετάβαση. Ενθαρρύνοντας την φθηνή και εγχώρια παραγόμενη ενέργεια από ΑΠΕ. Επιβεβαιώνοντας τον μεταβατικό ρόλο του φυσικού αερίου ως «γέφυρα» προς την πράσινη ενέργεια με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις υποδομές που αναπτύσσονται. Δίνοντας έμφαση στην εξοικονόμηση ενέργειας και τις δράσεις ενεργειακής αποδοτικότητας. Το βασικό δίδαγμα που αντλούμε είναι ότι η ενεργειακή μετάβαση «απαντά» όχι μόνο στην κλιματική κρίση αλλά και στην κρίση τιμών ενέργειας. Και με το συμπέρασμα αυτό θα συνεχίσουμε να πορευόμαστε.
Θεωρείτε πως η αναθεώρηση του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) καθώς και ο νέος κλιματικός νόμος, αρκούν προκειμένου η χώρα να βαδίσει προς την ενεργειακή μετάβαση; Ποιες ρυθμίσεις/αλλαγές θεωρείτε κομβικής σημασίας ως προς αυτό;
Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα μας δίνει τη «μεγάλη εικόνα» για το ενεργειακό μέλλον της Χώρας. Το ΕΣΕΚ του 2019 αποτελεί τον «οδικό χάρτη» για μια Ελλάδα με καθαρή, φθηνή και άφθονη ενέργεια στο τέλος της δεκαετίας, θέτοντας επιμέρους στόχους που σε πολλές περιπτώσεις ξεπερνούν τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς, όπως για παράδειγμα ο στόχος για 35% μερίδιο ΑΠΕ στην τελική ακαθάριστη κατανάλωση ενέργειας (έναντι ευρωπαϊκού στόχου για 32%) και ο στόχος για 38% βελτίωση ενεργειακής απόδοσης, αντί του ευρωπαϊκού στόχου για 32,5%. Χωρίς βέβαια να ξεχνάμε και το χρονοδιάγραμμα για εξάλειψη του λιγνίτη από το ενεργειακό μας μείγμα έως το 2028.
Όπως προανέφερα, έχει ήδη συσταθεί Διυπουργική Επιτροπή, της οποίας έχω την τιμή να προεδρεύω, με αντικείμενο την αναθεώρηση του ΕΣΕΚ. Το αναθεωρημένο Σχέδιο θα ανταποκρίνεται στην αυξημένη ευρωπαϊκή φιλοδοξία για μείωση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 55% σε σχέση με το έτος αναφοράς 1990 και θα ενεργοποιεί τα νέα εργαλεία που τώρα οριστικοποιεί η Ένωση ώστε να επιτύχουμε τον στόχο αυτό: το νομοθετικό πακέτο με την ονομασία «Fit for 55». Το Αναθεωρημένο ΕΣΕΚ όμως, πέρα από υποχρεώσεις, θα περιλαμβάνει και την αξιοποίηση μιας νέας σειράς «εργαλείων» που θα διευκολύνουν και θα επιταχύνουν την επίτευξη της ενεργειακής μας μετάβαση: Νέες τεχνολογίες (όπως τα υπεράκτια αιολικά, η αποθήκευση, το υδρογόνο και τα υπόλοιπα ανανεώσιμα αέρια) αλλά και νέες πηγές χρηματοδότησης (όπως το Ταμείο Ανάκαμψης, το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης και το Ταμείο Απανθρακοποίησης Νησιών) που θα διευκολύνουν τη διαδικασία και θα αναδείξουν τις αναπτυξιακές ευκαιρίες που συνδέονται με αυτή.
Το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ θα είναι, πέραν των άλλων, και μια αναπτυξιακή στρατηγική των επόμενων δεκαετιών, βασισμένη σε ένα παραγωγικό μοντέλο σύγχρονο, καινοτόμο, αειφόρο και φιλικό στο περιβάλλον.
Την ίδια στιγμή, ο Κλιματικός Νόμος περιβάλλει τη φιλοδοξία αυτή με νομική δεσμευτικότητα και περιγράφει επιμέρους υποχρεώσεις και ρυθμίσεις που καθιστούν την διαδικασία της ενεργειακής μετάβασης τη βάση μιας μακρόπνοης συλλογικής προσπάθειας που περιλαμβάνει, και αφορά, όλους: το Κράτος, τους ΟΤΑ, τις επιχειρήσεις, την κοινωνία των πολιτών.
Αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι και το μεγάλο στοίχημα. Να δούμε την ενεργειακή μετάβαση όχι μόνο ως ανάγκη που επιβάλλεται από την ολοένα και επιδεινούμενη κλιματική κρίση που διανύουμε και βιώνουμε. Αλλά ως τη μεγάλη ευκαιρία της Ελλάδας για να κάνει το «άλμα προς τα εμπρός» τα επόμενα χρόνια, μέσα από σύγχρονες πολιτικές, καινοτόμες τεχνολογικές λύσεις και μέγιστη απορρόφηση του «πακτωλού» κονδυλίων που βρίσκονται στη διάθεσή μας για τους σκοπούς αυτούς.