Εμμανουέλα Δούση: Ζητούμενο είναι η πράσινη μετάβαση να είναι δίκαιη για όλους
Για τα θετικά σημεία του Συμφώνου της Γλασκώβης, τα κρίσιμα ζητήματα της πράσινης μετάβασης και τις ιδιαιτερότητες στις οποίες πρέπει να δώσει έμφαση η Ελλάδα, μίλησε στο Act for Earth του CNN Greece η κυρία Εμμανουέλα Δούση, Καθηγήτρια Διεθνών Θεσμών στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, κάτοχος της έδρας UNESCO για την Κλιματική Διπλωματία και ειδική σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ.
Παρότι οι προσδοκίες από τη Διάσκεψη του ΟΗΕ τον περασμένο Νοέμβριο ήταν πολύ υψηλές, η κ. Δούση επισημαίνει ότι «το Σύμφωνο της Γλασκώβης περιλαμβάνει ορισμένα θετικά βήματα», απαριθμώντας την «εμπιστοσύνη στην επιστήμη», τη «ρητή αναφορά, για πρώτη φορά σε απόφαση COP, στη σταδιακή απανθρακοποίηση και την κατάργηση των επιδοτήσεων στα ορυκτά καύσιμα» αλλά και το γεγονός πως «προχώρησε η συζήτηση για άλλα ζητήματα, καταλήγοντας σε ειδικές συμφωνίες, όπως για τη μείωση των εκπομπών μεθανίου». Ξεχωριστή αναφορά κάνει η ίδια στην κοινή διακήρυξη ΗΠΑ-Κίνας για την ενίσχυση της κλιματικής δράσης, με την υποσημείωση βέβαια ότι αναμένονται οι λεπτομέρειες αυτής.
Ειδικά για την Ελλάδα και την πορεία προς την πράσινη μετάβαση, η κ. Δούση τονίζει πως αν και η χώρα μας «δεν είναι σημαντικός παραγωγός του προβλήματος, επηρεάζεται άμεσα από τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής» και τονίζει:
«Το ζητούμενο είναι η μετάβαση να είναι δίκαιη για όλους, πράγμα το οποίο δεν σημαίνει μόνον να αποκατασταθούν οι θέσεις που θα χαθούν από την κατάργηση των ρυπογόνων οικονομικών δραστηριοτήτων, αλλά να εξασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη περιβαλλοντική και οικονομική βιωσιμότητα των περιοχών που για δεκαετίες είχαν επενδύσει σε ρυπογόνες δραστηριότητες και τώρα καλούνται να στραφούν σε βιώσιμες εναλλακτικές».
Στη συνέντευξή της στο Act for Earth, η κ. Δούση μιλά για το θέμα των ανεμογεννητριών, κάνοντας λόγο για «άγνοια και παραπληροφόρηση» από τη μια, αλλά και «όντως δικαιολογημένες αντιδράσεις» από την άλλη.
Τέλος, μιλώντας για το μεγάλο «στοίχημα» της Ευρώπης, τονίζει πως «η μεγαλύτερη πρόκληση για την ΕΕ είναι να πείσει και άλλες χώρες να θέσουν φιλόδοξους στόχους, να δημιουργήσει ένα μεγάλο συνασπισμό για την κλιματική ουδετερότητα κινητοποιώντας τα εταιρικά της δίκτυα και να διερευνήσει τη δυνατότητα επιβολής φόρου άνθρακα στις εισαγωγές σε συνεργασία με άλλες χώρες».
«Η αδράνεια θα κοστίσει πολύ περισσότερο από την πρόληψη και αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη», καταλήγει.
Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη της Εμμανουέλας Δούση, Καθηγήτριας Διεθνών Θεσμών στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, κατόχου της έδρας UNESCO για την Κλιματική Διπλωματία και ειδικής συμβούλου του ΕΛΙΑΜΕΠ στο Act for Earth του CNN Greece:
- Κ. Δούση θα ήθελα, ξεκινώντας, ένα σχόλιό σας για τη Διάσκεψη της Γλασκώβης και το αποτέλεσμά της. Είστε αισιόδοξη για την πορεία της προσπάθειας αναστροφής των συνεπειών της κλιματικής κρίσης;
Οι προσδοκίες από την 26η διεθνή διάσκεψη για το κλίμα ήταν πολύ μεγάλες. Θα πρέπει ωστόσο να λάβουμε υπόψη ότι η διάσκεψη είχε συγκεκριμένη ατζέντα, η οποία επικεντρωνόταν στον απολογισμό των εθνικών σχεδίων δράσης για την αναχαίτιση της κλιματικής αλλαγής και στην ολοκλήρωση των κανόνων εφαρμογής της Συμφωνίας του Παρισιού. Τα σχέδια δράσης για τη μείωση των επιβλαβών εκπομπών που είχαν κατατεθεί στα Ηνωμένα Έθνη πριν ξεκινήσει η διάσκεψη δεν επαρκούσαν για τη συγκράτηση της υπερθέρμανσης σε ανεκτά όρια. Παρά τις επίμονες εκκλήσεις του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Antonio Guterres, λίγες χώρες προσήλθαν στην Γλασκώβη με νέες ή αναθεωρημένες δεσμεύσεις. Έστω και αν υλοποιηθούν κατά γράμμα, η απόσταση που τις χωρίζει από τον στόχο εξακολουθεί να είναι μεγάλη.
Το αποτέλεσμα της διάσκεψης αποτυπώθηκε στο Σύμφωνο της Γλασκώβης, το οποίο δεν είναι μια νέα διεθνής συνθήκη αλλά απόφαση που συμπληρώνει τη Συμφωνία του Παρισιού και υιοθετήθηκε με συναίνεση 197 κρατών. Κανένας συμβιβασμός δεν είναι τέλειος. Σε κάθε περίπτωση, το Σύμφωνο της Γλασκώβης περιλαμβάνει ορισμένα θετικά βήματα.
Το πρώτο είναι η εμπιστοσύνη στην επιστήμη. Η συγκράτηση της μέσης θερμοκρασίας της Γης στον 1,5 βαθμό και όχι στους 2 βαθμούς που πρότασσε η Συμφωνία του Παρισιού, είναι πλέον ο κανόνας και η επίτευξή του απαιτεί άμεση λήψη δραστικών μέτρων για τη μείωση των εκπομπών αυτή τη δεκαετία. Το κείμενο καλεί τα κράτη που δεν κατέθεσαν νέα ή αναθεωρημένα σχέδια να το πράξουν μέχρι την επόμενη διάσκεψη το 2022, πολύ πριν το 2025 που είχε αρχικά προβλέψει η Συμφωνία του Παρισιού. Ευθυγραμμίζεται έτσι με την τελευταία έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για το Κλίμα (IPCC) που δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο και η οποία προειδοποιεί για τους κινδύνους της ανεπαρκούς προετοιμασίας.
Ένα άλλο θετικό βήμα είναι η ρητή αναφορά για πρώτη φορά σε απόφαση COP στην σταδιακή απανθρακοποίηση και την κατάργηση των επιδοτήσεων στα ορυκτά καύσιμα. Συμπληρώθηκαν επιπλέον οι κανόνες εφαρμογής της Συμφωνίας του Παρισιού, ρυθμίζοντας μια σειρά από τεχνικά ζητήματα που αφορούν μεταξύ άλλων στην λειτουργία των αγορών άνθρακα.
Στην Γλασκώβη προχώρησε επίσης η συζήτηση για άλλα ζητήματα, καταλήγοντας σε ειδικές συμφωνίες, όπως για τη μείωση των εκπομπών μεθανίου, του δεύτερου πιο σημαντικού αερίου μετά το διοξείδιο του άνθρακα. Μια άλλη συμφωνία που συγκέντρωσε τα φώτα της δημοσιότητας είναι η κοινή διακήρυξη ΗΠΑ-Κίνας για την ενίσχυση της κλιματικής δράσης. Παρότι οι πρακτικές συνέπειες δεν έχουν ακόμα διευκρινιστεί, είναι ένα σημαντικό πολιτικό κείμενο αν λάβουμε υπόψη τις ψυχρές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών και το γεγονός ότι και οι δύο μαζί συμβάλλουν κατά περίπου 40% στις παγκόσμιες εκπομπές.
Συνεπώς, η μεγαλύτερη πρόκληση για τη νέα χρονιά είναι να πεισθούν οι ουραγοί να αναθεωρήσουν τα εθνικά τους σχέδια ώστε να μειωθεί το χάσμα των παγκόσμιων εκπομπών σε ένα επίπεδο συμβατό με τον στόχο. Οι οιωνοί δεν είναι καλοί καθώς ορισμένες χώρες (όπως πχ η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία) ήδη ανακοίνωσαν ότι δεν θα αναθεωρήσουν τα σχέδιά τους. Χρειάζεται λοιπόν πολύ μεγάλη προσπάθεια και κυρίως κίνητρα για να πεισθούν οι ουραγοί να ενισχύσουν την κλιματική τους φιλοδοξία μέσα στον επόμενο χρόνο.
- Ποια από τις κοινωνικοπολιτικές συνέπειες της κλιματικής κρίσης αξιολογείτε ως σημαντικότερη και κρίνετε πως απαιτεί άμεσες λύσεις;
Η κλιματική κρίση πλήττει με διαφορετική ένταση και ρυθμό τις διάφορες χώρες. Η Ελλάδα για παράδειγμα, ενώ δεν είναι σημαντικός παραγωγός του προβλήματος επηρεάζεται άμεσα από τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής όπως άλλωστε όλη η Μεσόγειος που είναι θερμό σημείο της κλιματικής κρίσης. Οι υλικές ζημιές και οι ζημιές στις υποδομές, καθώς και στην ανθρώπινη υγεία συνεπάγονται υψηλό κόστος για την οικονομία και την κοινωνία.
Από την άλλη πλευρά, η υλοποίηση των δεσμεύσεων για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου συνεπάγεται δραστικές αλλαγές στον τρόπο παραγωγής αγαθών και παροχής υπηρεσιών, στον τρόπο που μετακινούμαστε και καταναλώνουμε, αλλά και στην οικονομία των τοπικών κοινωνιών που για χρόνια είχαν εγκλωβιστεί σε ρυπογόνες οικονομικές δραστηριότητες. Για παράδειγμα, η απόφαση για την απολιγνιτοποίηση δημιουργεί τεράστιες πιέσεις σε δύο περιοχές της χώρας που πρωτοστάτησαν για πολλά χρόνια στην ηλεκτροδότηση της χώρας, τη Δυτική Μακεδονία και την Αρκαδία. Αμφότερες αντιμετωπίζουν σοβαρές προκλήσεις, όπως μακροχρόνια ανεργία, φτώχεια, υποβάθμιση του επιπέδου υγείας, έλλειψη ευκαιριών απασχόλησης και ανάπτυξης νέων δεξιοτήτων, απουσία εναλλακτικών οικονομικών δραστηριοτήτων για την απορρόφηση του εργατικού δυναμικού, αλλά και ζητήματα ρύπανσης και αποκατάστασης των ορυχείων και του περιβάλλοντος μετά την παύση λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων. Οι προκλήσεις αυτές απέκτησαν μια νέα διάσταση με την πρόσφατη κρίση της πανδημίας και την οικονομική ύφεση που την ακολούθησε. Το ζητούμενο είναι η μετάβαση να είναι δίκαιη για όλους, πράγμα το οποίο δεν σημαίνει μόνον να αποκατασταθούν οι θέσεις που θα χαθούν από την κατάργηση των ρυπογόνων οικονομικών δραστηριοτήτων, αλλά να εξασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη περιβαλλοντική και οικονομική βιωσιμότητα των περιοχών που για δεκαετίες είχαν επενδύσει σε ρυπογόνες δραστηριότητες και τώρα καλούνται να στραφούν σε βιώσιμες εναλλακτικές.
Η μετάβαση είναι μια μακρόχρονη διαδικασία, η οποία απαιτεί στρατηγικό σχεδιασμό και ένα πλαίσιο πολιτικής με σαφείς στόχους και χρονοδιαγράμματα εφαρμογής. Το Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης για τις λιγνιτικές περιοχές περιλαμβάνει ορισμένες εμβληματικές επενδύσεις. Θα πρέπει ωστόσο να εφαρμοστεί μέσα σε ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα και αυτό αποτελεί μεγάλη πρόκληση για τα επόμενα χρόνια.
Αντίστοιχα, η μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα, δηλαδή τον μηδενισμό των εκπομπών άνθρακα έως το 2050 που είναι ο στόχος για την Ευρώπη, θέτει μεγάλες προκλήσεις και για άλλους τομείς, τις μεταφορές, τη βιομηχανία, τα κτίρια, την γεωργία και την κτηνοτροφία. Η επιτυχία της δίκαιης μετάβασης προϋποθέτει μια ολιστική προσέγγιση και, κυρίως, συνεργασία και ενεργό συμμετοχή των άμεσα ενδιαφερομένων και των τοπικών κοινωνιών που θα επηρεαστούν περισσότερο από τις επερχόμενες αλλαγές. Μόνο αν υπάρξει κοινωνική και πολιτική συναίνεση, η δίκαιη μετάβαση θα έχει ελπίδες για μια επιτυχημένη υλοποίηση.
- Πώς σχολιάζετε την προσπάθεια ενεργειακής μετάβασης σε καθαρές μορφές, τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο όσο και σε εθνικό; Πιστεύετε πως είναι επαρκή τα βήματα που ακολουθούμε;
Η στροφή στις καθαρές μορφές ενέργειας αποτελεί πλέον μονόδρομο και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι το μέσο που έχουμε αυτή τη στιγμή στη διάθεσή μας για να εγκαταλείψουμε τα ορυκτά καύσιμα. Ευτυχώς, η χώρα μας διαθέτει άφθονη ηλιοφάνεια και αέρα όλες τις εποχές του χρόνου, δηλαδή εναλλακτικές πηγές ενέργειας, καθαρές και εγχώριες που μπορούν να αξιοποιηθούν. Η προώθηση αυτών των πηγών ενέργειας θα πρέπει ωστόσο να γίνει με περίσκεψη για το ποιά πηγή ταιριάζει και πώς στο κάθε περιβάλλον και τοπίο, ανάλογα και με τις ανάγκες των τοπικών πληθυσμών.
Ειδικότερα το θέμα των ανεμογεννητριών έχει προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις τα τελευταία χρόνια. Ορισμένες οφείλονται σε άγνοια και παραπληροφόρηση, στο φόβο του αγνώστου, άλλες είναι όντως δικαιολογημένες. Ένα πολύ κρίσιμο ζήτημα αφορά την ορθή τους χωροθέτηση. Ορισμένες φορές τα σχέδια εγκατάστασης ανεμογεννητριών ξεπερνούν τις δυνατότητες που προσφέρει μια περιοχή. Δεν μπορείς για παράδειγμα σε ένα μικρό κατοικημένο νησί να κάνεις μια επένδυση με εκατοντάδες ανεμογεννήτριες. Το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο για την χωροθέτηση έχει σοβαρά ελλείμματα και χρειάζεται αναθεώρηση ώστε να προστατεύεται καλύτερα το περιβάλλον από άστοχες χωροθετήσεις ανεμογεννητριών. Από την άλλη πλευρά θα πρέπει να διασφαλιστεί και ο έλεγχος κατασκευής, λειτουργίας και απόσυρσης μετά την ολοκλήρωση του κύκλου ζωής τους.
Επιπλέον θα πρέπει να οργανωθεί σωστή και συστηματική ενημέρωση των πολιτών. Να μάθουν οι πολίτες για ποιο λόγο χρειάζεται η μετάβαση σε καθαρές μορφές ενέργειας, τι όφελος θα έχουν οι ίδιοι και πως μπορούν να συμβάλλουν σε αυτή την προσπάθεια. Να δώσουμε επίσης μεγαλύτερη έμφαση σε ενεργειακές κοινότητες δήμων και συνεταιρισμών που εξασφαλίζουν καλύτερη απόδοση με τοπική παραγωγή και κατανάλωση, χωρίς απώλειες λόγω μεταφοράς της ενέργειας σε μεγάλες αποστάσεις και χωρίς εξάρτηση από μεγάλες εταιρείες, ιδιωτικές ή και κρατικές. Κι αν γίνει μαζική εγκατάσταση ανανεώσιμων πηγών, ας διαπραγματευτούμε ως χώρα με τους προμηθευτές για όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία και, ει δυνατόν, συνολική κατασκευή στην Ελλάδα.
- Ποιο είναι το πιο σημαντικό σημείο, κατά την άποψή σας, της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, την εφαρμογή της οποίας ακολουθεί και η χώρα μας, στο πλαίσιο της ΕΕ;
Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία είναι η απάντηση της ΕΕ στην Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή η οποία βάζει όλες τις χώρες σε ένα κοινό μονοπάτι για τη σταδιακή αποδέσμευση των εθνικών οικονομιών από τα ορυκτά καύσιμα με στόχο τη συγκράτηση της υπερθέρμανσης σε ανεκτά όρια.
Το σχέδιο αυτό έχει πολλές αναγνώσεις. Από περιβαλλοντικής απόψεως είναι ένα σχέδιο που προστατεύει το κλίμα και το φυσικό κεφάλαιο της Ευρώπης και θέτει ως προτεραιότητα να γίνει η Ευρώπη κλιματικά ουδέτερη έως το 2050, δηλαδή να μηδενίσει τις καθαρές εκπομπές άνθρακα.
Μια δεύτερη ανάγνωση είναι η οικονομική και κοινωνική. Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία αποσκοπεί στην δημιουργία ενός βιώσιμου οικονομικού μοντέλου μέσα από μια σειρά μεταρρυθμίσεων που ξεκινούν από την απανθρακοποίηση του ενεργειακού κλάδου, τις πράσινες μεταφορές, την κυκλική οικονομία μέχρι μια νέα συμφωνία για τη γεωργία. Όλες αυτές οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να γίνουν με δίκαιο τρόπο, ιδίως για εκείνους που επηρεάζονται περισσότερο, δηλαδή τους εργαζομένους και τις τοπικές κοινωνίες που είχαν για χρόνια εγκλωβιστεί σε ρυπογόνες οικονομικές δραστηριότητες και τώρα καλούνται να στραφούν σε βιώσιμες εναλλακτικές.
Η υλοποίηση του σχεδίου προχωρά με γοργούς ρυθμούς. Η ΕΕ έθεσε νέο στόχο μείωσης των εκπομπών κατά 55% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990 έως το 2030 και θέσπισε τον «ευρωπαϊκό κλιματικό νόμο» ο οποίος μετατρέπει τον πολιτικό στόχο σε νομική υποχρέωση και ρυθμίζει τα αναγκαία βήματα για τη μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα (δηλαδή τον μηδενισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα) έως το 2050. Επιπλέον, τον Ιούλιο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε μια σειρά νέων νομοθετικών προτάσεων υπό τον τίτλο «Fit for 55» για την εναρμόνιση των ευρωπαϊκών πολιτικών με το νέο στόχο μείωσης των εκπομπών.
Βεβαίως, η επιτυχημένη εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη βούληση των κρατών μελών να ακολουθήσουν αυτό το μονοπάτι και να ξαναδούν συνολικά, να αναθεωρήσουν ενδεχομένως τα αναπτυξιακά τους σχέδια και τις ενεργειακές τους υποδομές. Από τη στιγμή που η ΕΕ δεν έχει κοινή ενεργειακή πολιτική, τα σημεία αφετηρίας είναι διαφορετικά για τα κράτη μέλη και το καθένα χωριστά θα πρέπει να λάβει σημαντικές αποφάσεις για το πως θα πετύχει το συλλογικό ευρωπαϊκό στόχο.
Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία έχει και μια ακόμα ανάγνωση που αφορά την εξωτερική της διάσταση. Η εφαρμογή της θα επηρεάσει με πολλούς τρόπους την ευρύτερη γειτονιά της ΕΕ και τους εμπορικούς της εταίρους. Για παράδειγμα, θα αναδιαμορφώσει τις σχέσεις της με τους προμηθευτές ορυκτών καυσίμων, εκείνες τις χώρες που δίνουν στην Ευρώπη πετρέλαιο και φυσικό αέριο όπως η Αλγερία και η Ρωσία ή η Σαουδική Αραβία. Θα τροποποιήσει τις συναλλαγές της με τις χώρες που παράγουν πρώτες ύλες για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τις καθαρές τεχνολογίες. Θα επηρεάσει επίσης το εμπόριο και τις επενδύσεις λόγω της επιβολής δασμού άνθρακα στις εισαγωγές.
Αν η Ευρώπη γίνει κλιματικά ουδέτερη σίγουρα δεν αρκεί αυτό για να σωθεί ο πλανήτης εφόσον η ΕΕ έχει πλέον ένα μικρό μερίδιο στις παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, κάτω από 10%. Υπάρχει δε ο κίνδυνος η εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας να προκαλέσει διαρροή άνθρακα σε άλλες χώρες και τότε η κατάσταση θα γίνει ακόμα χειρότερη. Συνεπώς, η μεγαλύτερη πρόκληση για την ΕΕ είναι να πείσει και άλλες χώρες να θέσουν φιλόδοξους στόχους, να δημιουργήσει ένα μεγάλο συνασπισμό για την κλιματική ουδετερότητα κινητοποιώντας τα εταιρικά της δίκτυα και να διερευνήσει τη δυνατότητα επιβολής φόρου άνθρακα στις εισαγωγές σε συνεργασία με άλλες χώρες. Επιπλέον, η ΕΕ θα πρέπει να προετοιμάσει τη γειτονιά της και τους εμπορικούς της εταίρους για να διαχειριστούν τις συνέπειες της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Όλες οι χώρες δεν έχουν τις ίδιες οικονομικές δυνατότητες ούτε την τεχνογνωσία για να προχωρήσουν την πράσινη μετάβαση. Η ΕΕ μπορεί να βοηθήσει τις πιο αδύναμες χώρες να ετοιμάσουν τα δικά τους σχέδια, αλλά και να διαχειριστούν τις καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής ώστε να αποφύγει μαζικές μεταναστεύσεις και άλλες δυσάρεστες καταστάσεις.
- Θεωρείτε πως υπάρχει ένα «ορόσημο» που εάν επιτευχθεί, θα σημάνει πως «πάμε καλά» σε αυτή την προσπάθεια προστασίας του ίδιου του πλανήτη;
Η δρομολόγηση δραστικών περικοπών στις μειώσεις των εκπομπών αυτή τη δεκαετία αναμένεται ότι θα συμβάλει στη συγκράτηση της υπερθέρμανσης σε ανεκτά επίπεδα. Η γρήγορη υλοποίηση των δεσμεύσεων που έχουν ανακοινωθεί είναι το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Το άλλο σκέλος αφορά την προετοιμασία για τις ζημιές που έχουν ήδη συμβεί και εκείνες που δεν μπορούμε να αποτρέψουμε. Η αδράνεια θα κοστίσει πολύ περισσότερο από την πρόληψη και αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη.