Σε μία δεκαετία μπορεί να καλυφθεί το έλλειμμα της Ελλάδας στον τομέα της ανακύκλωσης
«Γιατί να κάνω ανακύκλωση, αφού τελικά τα απορρίμματα μαζί καταλήγουν», είναι κάτι που επαναλαμβάνουν πολλοί.
Αρκετοί, όμως, επιμένουν να διαχωρίζουν τα σκουπίδια τους, με τη σκέψη, «όλο και κάτι θα γίνεται», όπως ο Πάνος Κ.
Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερο η ανακύκλωση μπαίνει στη συζήτηση και στη ζωή των Ελλήνων, όμως η Ελλάδα παραμένει στις 2-3 τελευταίες θέσεις των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο θέμα της διαχείρισης των απορριμμάτων.
Κύριο πρόβλημα, ότι η Ελλάδα εκτρέπει από την ταφή μόνο το 23% των απορριμμάτων της, έναντι 72%, που είναι ο μέσος όρος στην ΕΕ, επισημαίνει ο Φίλιππος Κυρκίτσος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, πρόεδρος της Οικολογικής Εταιρείας Ανακύκλωσης (ΟΕΑ).
«Η Ελλάδα βρίσκεται 25 με 30 χρόνια διαφορά φάσης από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά το χάσμα μπορεί να καλυφθεί μέσα σε δέκα χρόνια, αν δρομολογηθούν γρήγορα οι κινήσεις», συμπληρώνει ο κ. Κυρκίτσος.
Εναλλακτική διαχείριση απορριμμάτων
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ελληνικού Οργανισμού Ανακύκλωσης (ΕΟΑΝ), λειτουργούν 22 συστήματα εναλλακτικής διαχείρισης για επτά ρεύματα αποβλήτων: συσκευασίες (χαρτί-χαρτόνι, πλαστικά, γυαλί, μέταλλα, ξύλο), οχήματα στο τέλος κύκλου ζωής, απόβλητα εκσκαφών κατασκευών και κατεδαφίσεων, μεταχειρισμένα ελαστικά οχημάτων, λιπαντικά έλαια, μπαταρίες, είδη ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού.
Γενικά ισχύει, ότι οι ευρωπαϊκοί στόχοι για όλα τα απόβλητα σε εναλλακτική διαχείριση έχουν επιτευχθεί, εκτός του επιμέρους στόχους για το γυαλί (επιτυγχάνεται ο στόχος για ανακύκλωση και ανάκτηση αποβλήτων συσκευασίας) και για την συλλογή συσσωρευτών οχημάτων και βιομηχανίας (επιτυγχάνεται όμως για την ανακύκλωση), όμως μένει να γίνει πολλή δουλειά για να χαρακτηριστεί «καλή» η γενική εικόνα της ανακύκλωσης στην Ελλάδα, αναφέρει η Ρόζυ Χαριτοπούλου στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, διευθύντρια Εναλλακτικής Διαχείρισης στον ΕΟΑΝ.
Τα συστήματα εναλλακτικής διαχείρισης βασίζονται στην αρχή της διευρυμένης ευθύνης του παραγωγού, δηλαδή οι παραγωγοί και εισαγωγείς αναλαμβάνουν τη διαχείριση των ανακυκλώσιμων προϊόντων τους.
«Αυτό αποτελεί μια καλή πρακτική, εμπλέκεται ο ίδιος ο παραγωγός και τα χρήματά του στη διαδικασία, γι' αυτό και αποδίδει», εξηγεί η κ. Χαριτοπούλου.
Δυστυχώς, δεν συμβάλουν όλοι οι παραγωγοί, παρότι είναι υποχρεωμένοι, και ο ΕΟΑΝ προσπαθεί να τους εντοπίσει.
Μπλε κάδοι
«Υπάρχουν 35 κέντρα διαλογής σε όλη την Ελλάδα, τα οποία υπολειτουργούν, καθότι δέχονται πολύ λιγότερες ποσότητες από αυτά που μπορούν να επεξεργαστούν», αναφέρει ο κ. Κυρκίτσος, μιλώντας για τα απορρίμματα των μπλε κάδων.
Το υλικό των αστικών αποβλήτων, που συλλέγεται στους μπλε κάδους, θα μπορούσε να είναι ποιοτικότερο και περισσότερο, λέει η κ. Χαριτοπούλου. Μια συνθήκη, που δυσχεραίνει την κατάσταση, είναι όταν απορρίπτονται στους μπλε κάδους και μη ανακυκλώσιμα σκουπίδια. Τότε, μεταφέρονται όλα μαζί, γίνεται η διαλογή, ξεχωρίζονται τα ανακυκλώσιμα, αλλά ήδη έχει χαθεί χρόνος και τελικά λιγότερα υλικά καταλήγουν στο εργοστάσιο, από ότι να ήταν ο κάδος γεμάτος με μόνο ανακυκλώσιμα, προσθέτει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Κυρκίτσος.
Κατά τον κ. Κυρκίτσο, η έλλειψη συντονισμού φορέων -Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης- υπουργείων και η απουσία ενός συνεχιζόμενου σχεδίου, που θα περιλαμβάνει και την ευαισθητοποίηση των πολιτών, καταγράφονται ως οι πιο σημαντικοί λόγοι για την καθυστέρηση της χώρας, όσο αφορά την ανακύκλωση των αστικών αποβλήτων.
«Οι αρμόδιοι αλλάζουν με κάθε κυβέρνηση, αντί να παραμένουν οι άνθρωποι που γνωρίζουν το αντικείμενο στις θέσεις τους. Αποτέλεσμα, καθυστέρηση μέχρι να ενημερωθούν οι καινούργιοι, οι οποίοι πιθανώς να έχουν και διαφορετικά πλάνα. Παρατηρείται και το φαινόμενο της άγνοιας αντικειμένου, για παράδειγμα, υπάρχουν δήμαρχοι, οι οποίοι δεν γνωρίζουν τι σημαίνει πρόληψη παραγωγής αποβλήτων. Επίσης κυριαρχεί το "όχι στη δική μου αυλή", πχ για τη χωροθέτηση των εργοστασίων ή των μπλε κάδων», συμπληρώνει ο κ. Κυρκίτσος.
Θετικές εξελίξεις
Τα τελευταία χρόνια σημειώνονται ενέργειες προς τη σωστή κατεύθυνση, παραμένει, όμως το μεγάλο θέμα του συνολικού σχεδίου διαχείρισης των απορριμμάτων.
«Είμαστε η μόνη χώρα με τόσες ανεξέλεγκτες χωματερές και επικίνδυνα τοξικά απόβλητα, ενώ μας έχουν επιβληθεί πρόστιμα και για τα δυο. Από το 1981, που η Ελλάδα έγινε μέλος της ευρωπαϊκής κοινότητας, έχει λάβει πάρα πολλά χρήματα για το συγκεκριμένο σκοπό, η παρούσα κατάσταση δε δικαιολογείται. Άλλες χώρες, που έγιναν μέλη πολλά χρόνια αργότερα, διευθέτησαν σύντομα τις εκκρεμότητές τους με τα απορρίμματα», τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Κυρκίτσος.
Από το 2017 αρκετοί ΧΑΔΑ (Χώροι Ανεξέλεγκτης Διάθεσης Αποβλήτων) μειώθηκαν και αποκαταστάθηκαν, τέθηκε σε λειτουργία η πρώτη Μονάδα Επεξεργασίας Απορριμμάτων (ΜΕΑ) στην Ελλάδα, συγκεκριμένα στην Κοζάνη, ξεκίνησε το μέτρο της μείωσης της πλαστικής σακούλας, ενώ πρόσφατα, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κωστής Χατζηδάκης, ανακοίνωσε την προώθηση των καφέ κάδων, οι οποίοι θα συγκεντρώνουν τα υπολείμματα τροφών.
Στον δήμο Χαλανδρίου έχει ξεκινήσει από το 2016 πιλοτικά, σε συνεργασία με το Πολυτεχνείο, ένα μικρό σύστημα συλλογής και επεξεργασίας οργανικών υπολειμμάτων τροφής, το οποίο μετατρέπεται σε αέριο-καύσιμο (βιομεθάνιο), μοναδικό στην Ελλάδα. Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Σπύρος Νιάκας, ηλεκτρολόγος μηχανολόγος και συντονιστής του έργου στο δήμο Χαλανδρίου, σήμερα δυο απορριμματοφόρα του δήμου κινούνται από το παραγόμενο βιοκαύσιμο. Προς το παρόν 250 νοικοκυριά της πόλης συμμετέχουν στο πρόγραμμα.
Μετά την πρώτη και επιτυχημένη εφαρμογή, η οποία καλύπτει το 10% του Χαλανδρίου, βγήκαν τα απαραίτητα συμπεράσματα και μένει να επεκταθεί και σε κλίμακα πόλης, δηλαδή να συμμετέχουν όσο το δυνατό περισσότερα νοικοκυριά και όλα τα οργανικά υπολείμματα της πόλης να μπορέσουν να κινήσουν όλα τα οχήματα του δήμου, περιγράφει ο κ. Νιάκας.
«Τα οργανικά απόβλητα είναι τα πιο επιβαρυντικά για το περιβάλλον. Τα στραγγίσματά τους περνούν στον υδροφόρο ορίζοντα, όταν αποσυντίθενται εκλύουν μεθάνιο, το οποίο είναι κατά πολύ πιο επιβλαβές από το διοξείδιο του άνθρακα, και είναι παθογόνα, έχουν δηλαδή μικρόβια», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Νιάκας.
Παρόμοια συστήματα θα μπορούσαν να εφαρμοστούν σε κάθε τοπική κοινότητα, ενισχύοντας την κυκλική οικονομία, που είναι και το ζητούμενο, καταλήγει ο κ. Νιάκας.