Φον ντερ Λάιεν: Πρέπει να επενδύσουμε στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για πιο σταθερές τιμές
Σοβαρό χαρακτήρισε το ζήτημα των υψηλών τιμών στην ενέργεια η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τονίζοντας πως είναι υψίστης σημασίας για την Ε.Ε. να επενδύσει σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειες μακροπρόθεσμα προκειμένου να αποφευχθούν μελλοντικές αυξήσεις.
«Θεωρώ ότι πρέπει να είμαστε πολύ ξεκάθαροι ότι οι τιμές του φυσικού αερίου εκτοξεύονται. Όμως στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας οι τιμές έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια και παραμένουν σταθερές» δήλωσε σε δημοσιογράφους πριν από την έναρξη της συνόδου Ε.Ε. – Δυτικών Βαλκανίων στη Σλοβενία.
«Για εμάς είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι μακροπρόθεσμα είναι σημαντικό να επενδύσουμε σε ανανεώσιμες πηγές που μας προσφέρουν σταθερές τιμές και περισσότερη ανεξαρτησία, καθώς το 90% του φυσικού αερίου εισάγεται στην Ε.Ε.», τόνισε.
Σε δηλώσεις της χθες από την Εσθονία, ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ανέφερε πως στη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. στις 21-22 Οκτωβρίου οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα σζυζητήσουν για το ενδεχόμενο δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού στρατηγικού αποθέματος φυσικού αερίου, αλλά και το θέμα της αποσύνδεσης των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας από τις τιμές του φυσικού αερίου.
Την Τρίτη με κοινή τους δήλωση οι υπουργοί Οικονομικών της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Γαλλίας, της Τσεχίας και της Ρουμανίας απηύθυναν έκκληση για μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική ώστε να αντιμετωπιστεί η αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας. Ειδικότερα, πρότειναν μία προσέγγιση, βασισμένη σε πέντε πυλώνες, σημειώνοντας τα εξής:
- «Πρώτον, απαιτείται μια κοινή προσέγγιση σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Χρειαζόμαστε μια ευρωπαϊκή εργαλειοθήκη πολιτικών, ώστε να συντονίσουμε τα εθνικά μέτρα για άμεση αντίδραση στις δραματικές κατακόρυφες αυξήσεις τιμών.
- Δεύτερον, αναφορικά με το φυσικό αέριο, πρέπει να διερευνηθεί η λειτουργία της ευρωπαϊκής αγοράς φυσικού αερίου, ώστε να καταλήξουμε γιατί αποδείχθηκαν ανεπαρκή τα υφιστάμενα συμβόλαια φυσικού αερίου. Πρέπει, επίσης, να διαμορφώσουμε κοινές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την αποθεματοποίηση φυσικού αερίου, ώστε να περιορίσουμε και να εξομαλύνουμε τις αυξήσεις τιμών. Επιπλέον, πρέπει να βελτιώσουμε τον συντονισμό των αγορών μας σε φυσικό αέριο, ώστε να αυξήσουμε τη διαπραγματευτική ισχύ μας.
- Τρίτον, είναι ανάγκη να μεταρρυθμίσουμε τη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας έχει πολλά πλεονεκτήματα: διασφαλίζει ενεργειακά αποθέματα αδιαλείπτως, για όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες. Όμως, χρειάζεται να βελτιωθεί, ώστε να διαμορφώνει καλύτερα τη σύνδεση ανάμεσα στην τιμή που πληρώνουν οι καταναλωτές και στο μέσο κόστος παραγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας στα εθνικά μείγματα παραγωγής. Αυτό καθίσταται ολοένα και σημαντικότερο, καθώς η απολιγνιτοποίηση θα αυξήσει τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας στην οικονομία μας.
- Τέταρτον, πρέπει να επικεντρωθούμε στην επίτευξη ενεργειακής ανεξαρτησίας, επενδύοντας στη διαφοροποίηση της ενεργειακής μας προμήθειας και να μειώσουμε την εξάρτηση της Ευρώπης από χώρες-εξαγωγείς φυσικού αερίου, το ταχύτερο δυνατόν. Οι ενεργειακές μορφές χαμηλών εκπομπών άνθρακα, όπως για παράδειγμα η βιομάζα, η αιολική και η ηλιακή ενέργεια, θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στη διαφοροποίηση της ενεργειακής μας προμήθειας.
- Πέμπτον, το Σύστημα Εμπορίας Ρύπων (ETS) είναι θεμελιώδες για τον καθορισμό τιμής για τον άνθρακα και για την προώθηση της ενεργειακής μετάβασης. Συνεπώς, για να προσφέρουμε στους δημόσιους και ιδιώτες ενδιαφερόμενους την ευκαιρία να σχεδιάσουν και να στρέψουν τις επενδύσεις τους προς δραστηριότητες με χαμηλές εκπομπές άνθρακα, πρέπει να διασφαλίσουμε μια πιο προβλέψιμη τιμή για τον άνθρακα και να αποφύγουμε την υπερβολική διακύμανσή της».