Η στάση του ΔΝΤ ο άγνωστος «Χ» της τρίτης αξιολόγησης
Η στάση που θα κρατήσει το ΔΝΤ στο πλαίσιο της τρίτης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος είναι παράμετρος που εκτός από την ελληνική κυβέρνηση προβληματίζει και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Το ΔΝΤ δίνει μεγάλο βάρος σε παρεμβάσεις όπως η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ο περιορισμός των συμβασιούχων στο Δημόσιο, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, η απελευθέρωση κλειστών επαγγελμάτων, η λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές και η επίσπευση της μείωσης του αφορολογήτου, δράσεις που δεν βρίσκουν σύμφωνη την κυβέρνηση, αλλά σε μεγάλο βαθμό θεωρούνται υπερβολικές και από τους Κομισιόν, ΕΚΤ και ESM.
Από την πλευρά τους οι ευρωπαϊκοί θεσμοί δίνουν μεγαλύτερο βάρος στην εφαρμογή ήδη συμπεφωνημένων παρεμβάσεων όπως η επιτάχυνση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων, ο επανυπολογισμός των νέων συντάξεων, η απελευθέρωση του επαγγέλματος των μηχανικών, η προσαρμογή του κοινωνικού τιμολογίου της ΔΕΗ και η αξιολόγηση στο Δημόσιο.
Βρυξέλλες και η Αθήνα αναμένουν τις επόμενες εβδομάδες να διαπιστώσουν τη θέση του ΔΝΤ. Αν στις διαβουλεύσεις μεταξύ των τεχνικών κλιμακίων δεν τεθεί από το Ταμείο θέμα νέων μέτρων, εκτιμάται πως οι διαπραγματεύσεις θα κυλήσουν σχετικά γρήγορα, αν όχι, θα μπούμε και πάλι σε καθυστερήσεις. Πάντως, υπάρχει η ανησυχία πως το ΔΝΤ θα απαιτήσει να εφαρμοστεί από την 1η Ιανουαρίου 2019, αντί για την 1η Ιανουαρίου 2020, η μείωση της έκπτωσης φόρου από τα 1.900 στα 1.250 ευρώ για κάθε φορολογούμενο, επικαλούμενο τις προβλέψεις του πως η Ελλάδα δεν θα πετύχει το στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ (6,6δισ. ευρώ) το 2018.
Η εμμονή του ΔΝΤ με τη διενέργεια άσκησης επισκόπησης ενεργητικού (AQR) για την αποτύπωση ενεχόμενων κεφαλαιακών αναγκών των ελληνικών τραπεζών είναι ένα ακόμη από τα βασικά ζητήματα διαφωνίας Ευρωπαίων - Ελλάδος με το Ταμείο. Όπως σημειώνουν στελέχη του υπουργείου Οικονομικών, οι ελληνικές τράπεζες είναι σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΚΤ οι όγδοες καλύτερα κεφαλαιοποιημένες στην ευρωζώνη και από μόνη της μια τέτοια διαδικασία ελέγχου θα μπορούσε να οδηγήσει σε αποσταθεροποίηση, να φρενάρει τις εισροές καταθέσεων, να περιορίσει τη ρευστότητα στην αγορά, να μπλοκάρει προσωρινά την έξοδο των τραπεζών στις αγορές και να αφήσει πίσω την ελληνική οικονομία.
Δεν είναι τυχαίο πως με το αίτημα του ΔΝΤ για διενέργεια AQR με διαφωνεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και ο SSM πουν έχουν την εποπτεία και την ευθύνη του κεφαλαιακού ελέγχου των ελληνικών τραπεζών.
Πολλοί βλέπουν πίσω από την τακτική του ΔΝΤ προσπάθεια να απεμπλακεί από τη χρηματοδοτική του συμμετοχή στο ελληνικό πρόγραμμα. Οι ίδιοι μάλιστα θεωρούν πως η απόφαση του Εκτελεστικού Συμβούλιου του ΔΝΤ να εγκρίνει στα τέλη Ιουλίου την υιοθέτηση του Εργαλείου Συντονισμού Πολιτικής (Policy Coordination Instrument - PCI) -ενός εργαλείου ανοικτού σε όλα τα μέλη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που δεσμεύει τις χώρες σε μεταρρυθμίσεις που φέρουν τη σφραγίδα του Ταμείου, αλλά δεν συνοδεύονται από χρηματοδότηση- αποτελεί τη μετεξέλιξη της παρουσίας του οργανισμού στη χώρα μας.
Να τονιστεί πως παρόλο που η ενεργοποίηση του Εργαλείου Συντονισμού Πολιτικής δεν συνεπάγεται χρήση των πόρων του Ταμείου, οι πολιτικές που υποστηρίζονται από αυτό θα πρέπει να πληρούν τα ίδια πρότυπα με εκείνα που απαιτούνται βάσει ενός τυποποιημένου δανείου από το ΔΝΤ. Εάν το Εργαλείο Συντονισμού Πολιτικής ήταν σε ισχύ όταν αποφασίσθηκε το πρόγραμμα του ESM για την Ελλάδα (Αύγουστος 2015) πιθανότατα να μην χρειαζόταν να προβλεφθεί η χρηματοδοτική εμπλοκή του ΔΝΤ στην Ελλάδα, η οποία οδήγησε στην απόφαση για «επί της αρχής» έγκριση του ελληνικού προγράμματος από το Συμβούλιο του ΔΝΤ. Αυτό γιατί πιθανότατα Γερμανία και Ολλανδία θα συναινούσαν να παραμείνει το ΔΝΤ στην Ελλάδα με πρόγραμμα που προβλέπει επιτήρηση χωρίς χρηματοδότηση.