Οι προκλήσεις της Ελλάδας τους επόμενους μήνες – Ο νέος στόχος της 3ης αξιολόγησης
«Ο κύκλος της δημοσιονομικής σύσφιγξης (fiscal tightening) έχει ολοκληρωθεί. Η τρίτη αξιολόγηση θα εστιάσει στην επιστροφή της Ελλάδος στη βιώσιμη ανάπτυξη και στα βήματα που πρέπει να γίνουν προς την κατεύθυνση αυτή. Υπό αυτή την οπτική το φθινόπωρο θα έχουμε παραγωγικές συζητήσεις με την ελληνική κυβέρνηση». Στην δήλωση αυτή προχώρησε στέλεχος του Ευρωσυστήματος το οποίο ρωτήθηκε από το CNN Greece για τις προκλήσεις με τις οποίες θα έρθει αντιμέτωπη η Ελλάδα τους προσεχείς μήνες στο πλαίσιο της τρίτης αξιολόγησης του τρίτου προγράμματος στήριξης.
Πηγή των δανειστών ξεκαθάρισε στο CNN Greece πως οι επαναλαμβανόμενες αναφορές του ESM, της ΕΚΤ και της Κομισιόν τις τελευταίες ημέρες στην ανάγκη εστίασης της κυβέρνησης στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και ειδικά σε παρεμβάσεις τόνωσης της ανάπτυξης δεν είναι καθόλου τυχαίες. «Υπάρχει διάχυτη ανησυχία για το παραγωγικό κενό (output gap) που εμφανίζει η ελληνική οικονομία. Το κενό αυτό είναι σημαντικό και δείχνει πως η εμπέδωση βιώσιμης ανάπτυξης είναι μια πρόκληση. Το σταθερό πολιτικό περιβάλλον και η πλήρης εφαρμογή του προγράμματος είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για να προχωρήσουμε ομαλά την προσπάθεια αυτή», ανέφερε η ίδια πηγή.
Για τους μη γνωρίζοντες ως παραγωγικό κενό ορίζεται η διαφορά του πραγματικού ΑΕΠ από το δυνητικό ΑΕΠ, δηλαδή την ανάπτυξη που θα προέκυπτε αν η οικονομία δούλευε πλήρως (αν όλοι οι παραγωγικοί συντελεστές απασχολούνταν πλήρως). Με βάση τα στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) το 2007, την εποχή της «φούσκας», το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδος ξεπερνούσε κατά 8,9% το δυνητικό ΑΕΠ! Ωστόσο, από τότε και μετά από 7 χρόνια Μνημονίων η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική με το παραγωγικό κενό να φτάνει το στο -10,4%. Δηλαδή το πραγματικό ΑΕΠ είναι σχεδόν 10% χαμηλότερο από το δυνητικό ΑΕΠ.
Οι θεσμοί γνωρίζουν πως εάν το παραγωγικό κενό δεν μειωθεί τότε η Ελλάδα πολύ δύσκολα θα μπορέσει να μειώσει την ανεργία της και να πετύχει διατηρήσιμη ανάπτυξη και υγιή δημόσια οικονομικά. Έτσι, έχουν στρέψει το πρόγραμμα προς την κατεύθυνση της υλοποίησης μεταρρυθμίσεων που θα καταστήσουν την ελληνική οικονομία θελκτική στους επενδυτές και θα καταστήσουν το τραπεζικό σύστημα ικανό να χορηγεί εκ νέου πιστώσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Να σημειωθεί πως το παραγωγικό κενό κλείνει όταν αυξάνεται το πραγματικό ΑΕΠ. Λίγες ωστόσο οικονομίες δημιουργούν τις συνθήκες εκείνες ώστε οι παραγωγικοί συντελεστές να απασχολούνται πλήρως. Την τελευταία τριετία το παραγωγικό κενό στο σύνολο των χωρών του ΟΟΣΑ είναι στο 1,5%, ήτοι το πραγματικό ΑΕΠ υπολείπεται κατά 1,5% του δυνητικού. Στόχος των θεσμών είναι η Ελλάδα να περιορίσει το παραγωγικό της κενό από το 10,4% εφέτος, στο 1% που είναι ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ.
Ο βασικός κορμός αυτής της προσπάθειας, όπως αποτυπώνεται στα 113 προαπαιτούμενα της τρίτης αξιολόγησης, αφορά στη μείωση φορολογικών και ρυθμιστικών βαρών που πλήττουν τις επιχειρήσεις, στον περιορισμό της παρουσίας του Κράτους στην οικονομία και στην τόνωση των χορηγήσεων και της ρευστότητας στην αγορά.
Ειδικότερα, το αναθεωρημένο Μνημόνιο προβλέπει για την τρίτη αξιολόγηση την επανεξέταση των φορολογικών κινήτρων για τις επιχειρήσεις, την κατάργηση όσων κρίνονται αναποτελεσματικά, την κωδικοποίηση και απλοποίηση της νομοθεσίας ΦΠΑ, την επαναξιολόγηση της φορολογικής μεταχείρισης της ναυτιλίας, την ευθυγράμμιση των αντικειμενικών αξιών με τις τιμές αγοράς, αλλαγές στη διαμεσολάβηση και διαιτησία, αλλά και την αυστηροποίηση του πλαισίου προκήρυξης απεργιών. Στο σκέλος της εξυγίανσης των τραπεζών προβλέπεται ενεργοποίηση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και περαιτέρω διευκόλυνση των διαδικασιών που σχετίζονται με τη μείωση των κόκκινων δανείων.
Το εάν οι παρεμβάσεις αυτές θα μπορέσουν να αυξήσουν το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδος είναι κάτι που σχετίζεται άμεσα με την ταχύτητα της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας, την αποτελεσματικότητας της και το πολιτικό περιβάλλον. Εμπειρικά, όσο μεγαλύτερα είναι τα επίπεδα της εμπιστοσύνης σε μια οικονομία τόσο ταχύτερα γεφυρώνεται το παραγωγικό της κενό και τόσο ταχύτερα ανακάμπτει. Αυτό είναι κάτι που αποτυπώνει καίρια τη σημασία της πολιτικής σταθερότητας στην ανάταξη των επενδύσεων και στη σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος.