ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής για τη συμφωνία: Δεσμεύει μελλοντικές κυβερνήσεις

(EUROKINISSI/ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ/φωτογραφία αρχείου)

Ως ένα θετικό πρώτο βήμα για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην οικονομία, την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και την μελλοντική έξοδο της χώρας στις αγορές χαρακτηρίζει την τεχνική προκαταρκτική συμφωνία της κυβέρνησης με τους Θεσμούς, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.

Όπως αναφέρει στη τριμηνιαία έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα, με τη νέα συμφωνία ουσιαστικά μετατέθηκε η εφαρμογή μέρους του προγράμματος προσαρμογής (2015) για την περίοδο μετά το τέλος του, δεσμεύει επομένως και μελλοντικές κυβερνήσεις.

Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση θα μπορεί να λάβει μέτρα με κοινωνικό ή αναπτυξιακό πρόσημο («αντίμετρα»),υπό τον όρο ότι οι οικονομικές επιδόσεις είναι καλύτερες και με τα προηγούμενα μέτρα δημιουργείται «δημοσιονομικό περιθώριο» (fiscal space), δηλαδή επιτυγχάνεται υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% ΑΕΠ το 2018.42 Όμως, το ΔΝΤ θα κρίνει αν αυτό συμβαίνει.

Επομένως τα «αντίμετρα» τελούν υπό την αίρεση ότι η δημοσιονομική διαχείριση υπερβαίνει τον στόχο 3,5% ΑΕΠ και το ΔΝΤ αξιολογεί θετικά την πολιτική προσαρμογής το καλοκαίρι του 2018 μετά τη λήξη του προγράμματος. Συνεπώς είναι δύσκολο να υπολογισθεί σήμερα με ασφάλεια το ισοζύγιο της περιοριστικής και επεκτατικής επίπτωσης της τεχνικής προκαταρκτικής συμφωνίας της 1ης Μαΐου 2017.

Εκτός τούτου, ακόμα και ο στόχος του 3,5% ΑΕΠ ασκεί υφεσιακή πίεση στην οικονομία. Επομένως, τίθενται δύο ερωτήματα: πρώτον, αν το πρόγραμμα, σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα γνωστά δεδομένα μπορεί να πετύχει του στόχους του – να επαναφέρει τη χώρα σε τροχιά διαρκούς ανάπτυξης και δεύτερον, αν η κυβέρνηση μπορεί να πείσει τους δανειστές για αναθεώρηση των δεσμεύσεων για πρωτογενή πλεονάσματα και σοβαρή ελάφρυνση του χρέους, ενστερνιζόμενη, κυρίως, κρίσιμες μεταρρυθμίσεις.

Μόλις επιτευχθεί τεχνική συμφωνία (staff level agreement), η Ευρωομάδα θα εξετάσει το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό μονοπάτι μετά το τέλος του προγράμματος και τη βιωσιμότητα του χρέους, στηριζόμενη στη συμφωνία του Μαΐου 2016.

Ως προς την ελάφρυνση του χρέους, διαπιστώνουμε ότι η οριστική διευθέτησή του μετατοπίσθηκε χρονικά, μαζί με τα υπόλοιπα μέτρα. Μολονότι είναι πιθανόν ότι ήδη οι θεσμοί εξετάζουν παράλληλα τα «μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης» που είχαν αποφασισθεί τον Μάιο 2016 και αναζητούν τρόπους γεφύρωσης των διαφορών Βερολίνου και ΔΝΤ, η ελληνική κυβέρνηση εξακολουθεί να εξαρτά τις τελικές αποφάσεις της από περαιτέρω μέτρα για το χρέος.

«Δεν υπάρχει εφαρμογή χωρίς μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, ικανά να μας εντάξουν στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης». Με άλλα λόγια, πρέπει μέχρι τις 22 Μαΐου, το αργότερο, να έχουν κλείσει όλα τα θέματα.

Κατά τη γνώμη του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, η άνοιξη του 2018 θα είναι κρίσιμη πολιτικά και οικονομικά. Τότε θα κριθεί αν επιτυγχάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι το 2018, αν θα εφαρμοσθούν τα αντίμετρα, αν θα επισπευσθούν τα φορολογικά του 2020 στο 2019 και αν θα οριστικοποιηθούν οι αποφάσεις για το χρέος.

Για μια τελική αξιολόγηση της συμφωνίας το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής θα αναμείνει τη συγκεκριμενοποίηση των διαφόρων μέτρων (π.χ. μείωσης του αφορολόγητου, τροποποιήσεων της φορολογικής κλίμακας, συγκεκριμένων ρυθμίσεων για τους συνδικαλιστές κ.α.) και τη διευθέτηση εκκρεμοτήτων (για την ελάφρυνση του χρέους, την ενέργεια και τη ΔΕΗ) που θα αποτυπωθούν κατ’ αρχάς στο τεχνικό κείμενο συμφωνίας (staff-level agreement).

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης