ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ανάπτυξη 1,5% προβλέπει για το 2017 το ΙΟΒΕ

Ανάπτυξη 1,5% προβλέπει για το 2017 το ΙΟΒΕ
Ο γεν. διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας (Α) και ο επιστημονικός σύμβουλος Α. Τσακανίκας (Δ) σε συνέντευξη τύπου του ΙΟΒΕ για την παρουσίαση της Έκθεσης για την Ελληνική Οικονομία ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/ ΣΥΜΕΛΑ ΠΑΝΤΖΑΡΤΖΗ

Ανάπτυξη 1,5% προβλέπει για το 2017 το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) στην πρώτη τριμηνιαία έκθεσή του για το 2017 που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα. Να σημειωθεί πως η κυβέρνηση ανέμενε ανάπτυξη 2,5% εφέτος, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανάπτυξη 2,7% (αν και προ ημερών ανέφερε πως ο στόχος θα αναθεωρηθεί) και το ΔΝΤ ανάπτυξη 2,2%.

Ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας ανέφερε πως ο ρυθμός ανάπτυξης θα περιοριστεί στο 1,5%, αρκεί να έχει ολοκληρωθεί εντός των χρονοδιαγραμμάτων η πρώτη αξιολόγηση. Όπως επεσήμανε αν και ο στόχος αυτός είναι μακριά από εκείνον που είχε τεθεί, ωστόσο είναι σημαντικός καθώς για πρώτη φορά μετά από τρία χρόνια στασιμότητας, η οικονομία φαίνεται ότι θα κινηθεί ανοδικά.

Ειδική αναφορά έκανε ο κ. Βέττας στην επίτευξη του υψηλού πρωτογενούς πλεονάσματος 3,9% του ΑΕΠ, τονίζοντας ότι πρόκειται για μια θετική εξέλιξη. Εξέφρασε δε τον προβληματισμό του για το πώς αυτό το πλεόνασμα μπορεί να είναι διατηρήσιμο σε βάθος χρόνου, σημειώνοντας ότι η επίτευξη πλεονασμάτων δεν θα πρέπει να υποκαταστήσει τις δομικές μεταρρυθμίσεις.

«Η επίτευξη του πλεονάσματος αυτού προήλθε σε σημαντικό βαθμό από τη συνεισφορά των ασφαλιστικών ταμείων, τόσο λόγω της μείωσης των συντάξεων όσο και της αύξησης των εισφορών, αλλά και από τις πληρωμές με ηλεκτρονικά μέσα, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα να «ασπρίσει» ένα σημαντικό κομμάτι της οικονομίας», ανέφερε σχετικά.

Όπως αναφέρεται στην τριμηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ, η πρόοδος στις διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση υλοποίησης του τρίτου Μνημονίου παραμένει στο επίκεντρο των πολιτικοοικονομικών εξελίξεων εγχωρίως και στο αρχικό τετράμηνο του 2017. Η διαδικασία της αξιολόγησης είναι για ακόμα μια φορά παρατεταμένη, γεγονός που έχει τις συνέπειες που είχε και στο παρελθόν, όπως η όξυνση της αβεβαιότητας εγχωρίως και διεθνώς για το αποτέλεσμά της, η αναβολή αποφάσεων από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις έως ότου οριστικοποιηθούν τα νέα δημοσιονομικά μέτρα και οι μεταρρυθμίσεις, καταστάσεις με αρνητικές επενέργειες στην οικονομική δραστηριότητα, αναφέρει το ΙΟΒΕ.

Ωστόσο, καθώς τα νέα δημοσιονομικά μέτρα θα αφορούν στη διετία 2019 - 2020, όπως αποφασίστηκε στο Eurogroup της 7ης Απριλίου, δεν θα προκύψουν πρόσθετες επιβαρύνσεις για το 2017, αναφέρει το ΙΟΒΕ και επισημαίνει ότι οι επιδράσεις στο προσεχές χρονικό διάστημα από τις πολιτικές οι οποίες θα αποφασιστούν στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης, αναμένεται να προέλθουν από τις διαρθρωτικές αλλαγές. Οι πλέον σημαντικές θα αφορούν στην αγορά εργασίας (συλλογικές διαπραγματεύσεις, ομαδικές απολύσεις), οι οποίες προς το παρόν δεν έχουν οριστικοποιηθεί.

Σημαντικές θεωρούνται σύμφωνα με το ΙΟΒΕ και οι μεταρρυθμίσεις στο ρυθμιστικό πλαίσιο για την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας σε τρεις τομείς (τρόφιμα - ποτά, τουριστικά καταλύματα, καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος - θέατρα - κινηματογράφοι), στον πτωχευτικό κώδικα, ο νέος χωρικός σχεδιασμός, οι οποίες ήδη έχουν νομοθετηθεί.

Οι ευνοϊκές επιδράσεις τους θα γίνουν αισθητές εφόσον ομαλοποιηθεί το πολιτικοοικονομικό περιβάλλον, εξέλιξη η οποία συσχετίζεται κυρίως με την εφαρμογή του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής και των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους, αναφέρει το ΙΟΒΕ.

Η πλέον σημαντική αρνητική επενέργεια των παρατεταμένων διαπραγματεύσεων, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, είναι η αναβολή της απόφασης σχετικά με την ένταξη ή όχι της Ελλάδας στο μηχανισμό ποσοτικής χαλάρωσης (Q-E) της Ευρωπαϊκής Τράπεζας (ΕΚΤ), το οποίο έχει παραταθεί έως το τέλος του 2017.

Όπως έχει επισημανθεί σε προηγούμενες τριμηνιαίες εκθέσεις του ΙΟΒΕ, μια ένταξη της Ελλάδας στο μηχανισμό ποσοτικής χαλάρωσης θα ενισχύσει τη ρευστότητα των τραπεζών και θα τονώσει την εμπιστοσύνη στην ευρωστία τους. Προς το παρόν, κυρίως λόγω της αβεβαιότητας που προξενεί η πολύμηνη διαπραγματευτική διαδικασία, σημειώνεται νέα εκροή καταθέσεων, παρά τους συνεχιζόμενους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων.

Στο τέλος του περασμένου Φεβρουαρίου, οι καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών έφθαναν τα 119,1 δισεκ. ευρώ, επίπεδο που είναι το χαμηλότερο από τον Οκτώβριο του 2001.Την επιφυλακτικότητα των καταθετών συντηρεί και η αναμονή των δυνατοτήτων διευθέτησης των «κόκκινων» δανείων, συμπεριλαμβανομένου του εξωδικαστικού συμβιβασμού, αναφέρει το ΙΟΒΕ.

Οι πιέσεις στη διαθεσιμότητα κεφαλαίων του τραπεζικού συστήματος έχουν οδηγήσει σε κλιμάκωση της πιστωτικής συρρίκνωσης στο πρώτο δίμηνο του τρέχοντος έτους. Εφόσον ολοκληρωθεί επιτυχώς η αξιολόγηση και λάβουν χώρα θετικές εξελίξεις για τον τραπεζικό τομέα (Q-E, καινούργιες διοικήσεις), προβλέπεται ότι η επιστροφή των καταθέσεων θα είναι σταδιακή, με αργό ρυθμό. Καθώς δεν αναμένεται σημαντική αύξηση των καταθέσεων, σε περίπτωση ένταξης στην ποσοτική χαλάρωση τα οποία οφέλη μάλλον θα αξιοποιηθούν κυρίως για την ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών, ενόψει και του επόμενου τακτικού πανευρωπαϊκού stress test από την ΕΚΤ τον Ιανουάριο του 2018, επισημαίνεται επίσης στην έκθεση.

Αναφορικά με την ιδιωτική κατανάλωση κατά το τρέχον έτος σύμφωνα με το ΙΟΒΕ αναμένεται να είναι η ήπια αύξησή της, κατά 1,2%.

Στο πεδίο των επενδύσεων, μεγαλύτερο πρόσκομμα στην υλοποίησή τους θα αποτελέσει για ακόμα ένα έτος η στενότητα πηγών χρηματοδότησης, τόσο από τον ιδιωτικό όσο και από το δημόσιο τομέα. Η διεύρυνση των σχετικών επιλογών συνδέεται κυρίως με την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, η οποία θα επιτρέψει την εξέταση της ένταξης στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Υπό τις ποικίλες επιδράσεις των παραγόντων οι οποίοι επηρεάζουν τις επενδύσεις, κυρίως από επενδύσεις σε μεταποιητικούς κλάδους και στον Τουρισμό και από το θετικό τεχνικό αποτέλεσμα της μεταβολής των αποθεμάτων, αυτές αναμένεται να διευρυνθούν φέτος, κατά 10 με 12%.

Επίσης το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι η ισχυρή ανοδική δυναμική των εξαγωγών υπηρεσιών αναμένεται να οδηγήσει σε αύξηση το σύνολο των εξαγωγών, κατά 5%- -5,5%.

Όπως αναφέρει το ΙΟΒΕ σύμφωνα με την πρώτη κοινοποίηση δημοσιονομικών στοιχείων για το 2016 από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. στη Eurostat, στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, το πρωτογενές ισοζύγιο Γενικής Κυβέρνησης ήταν ιδιαίτερα θετικό, της τάξης των 6,94 δισ. ευρώ (ή 3,9% του ΑΕΠ),έναντι στόχου 2,25 δισ. ευρώ ή (1,3% του ΑΕΠ) στον Προϋπολογισμό του 2017.

Το γενικό ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης επίσης ήταν πλεονασματικό, κατά 1,3 δισ. (ή 0,7% του ΑΕΠ), για πρώτη φορά τουλάχιστον από το 1995, έτος από το οποίο υπάρχουν στοιχεία βάσει της μεθοδολογίας της Eurostat. Η αντίστοιχη εκτίμηση στον Προϋπολογισμό του τρέχοντος έτους ήταν για έλλειμμα, ύψους 3,8 δισεκ. (2,2% του ΑΕΠ).

Αναφορικά με την υλοποίηση του Κρατικού Προϋπολογισμού 2017 το ΙΟΒΕ διαπιστώνει επιδείνωση σε σχέση με πέρυσι, ωστόσο επίτευξη των στόχων.

Ειδικότερα από τα διαθέσιμα, προσωρινά στοιχεία εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού στο πρώτο τρίμηνο φέτος, προκύπτει σημαντική επιδείνωση σε σχέση με το 2016. Το έλλειμμά του διαμορφώθηκε σε 1,3 δισ. ευρώ.έναντι 595 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο τρίμηνο πέρυσι, ενώ το πρωτογενές πλεόνασμα περιορίστηκε σχεδόν κατά 800 εκατ., σε 1,07 δισ. ευρώ. Από την άλλη πλευρά, τα αποτελέσματα του τριμήνου είναι ελαφρώς καλύτερα σε σχέση με τους τριμηνιαίους στόχους, για έλλειμμα 1,408 δισ. ευρώ και πρωτογενές πλεόνασμα 992 εκατ. Η επιδείνωση έναντι της προηγούμενης χρονιάς οφείλεται αποκλειστικά στην πλευρά των εσόδων.