ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Βάρος στα αντισταθμιστικά μέτρα θα ρίξει η Ελλάδα στο Eurogroup

Βάρος στα αντισταθμιστικά μέτρα θα ρίξει η Ελλάδα στο Eurogroup
(EUROKINISSI/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ)

«Μας ζητήσατε πλεόνασμα 0,5% για το 2016, σας φέραμε 3,4%». Μια παραλλαγή της φράσης αυτής αναμένεται να χρησιμοποιήσει αύριο στο Eurogroup ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, προκειμένου να υποστηρίξει τα επιχειρήματα της Ελλάδος σε σχέση με τις δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας και να αποσπάσει τα μεγαλύτερα δυνατά ανταλλάγματα για τα αντισταθμιστικά μέτρα από τους εταίρους.

Η κυβέρνηση επενδύει στην πολιτική διαπραγμάτευση αφενός για να μειώσει το δημοσιονομικό πακέτο των 3,6 δισ. ευρώ – το βασικό κορμό του οποίου έχει αποδεχτεί- αφετέρου για να αποσπάσει από τους δανειστές αντισταθμιστικά μέτρα ικανά να στηρίξουν πολιτικά την επιχειρούμενη συμφωνία με τους θεσμούς.

Ως μέρος αυτής της πολιτικής διαπραγμάτευσης, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης θα παρουσιάσουν στους υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης τα αναθεωρημένα στοιχεία για τις δημοσιονομικές επιδόσεις του 2016. Βάσει του προγράμματος η Ελλάδα θα έπρεπε να παρουσιάσει πρωτογενές πλεόνασμα 0,50% του ΑΕΠ το 2016, ήτοι πλεόνασμα 875 εκατ. ευρώ.

Τελικά, μέσα από μεγάλες περικοπές δαπανών (κυρίως συντάξεων) και αυξήσεις εμμέσων και αμέσων φόρων, η Ελλάδα πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα 3,4% του ΑΕΠ, ήτοι πλεόνασμα 5,94 δισ. ευρώ. Εάν μάλιστα αθροιστούν και τα 600 εκατ. ευρώ που δόθηκαν στους συνταξιούχους τον περασμένο Δεκέμβριο έως 13η σύνταξη, τότε το πρωτογενές πλεόνασμα ανήλθε πέρυσι στο 3,75% του ΑΕΠ ή στα 6,59 δισ. ευρώ!

Η κυβέρνηση στις επαφές τις Αθήνας χρησιμοποιώντας τα παραπάνω μεγέθη «έπεισε» τους επικεφαλής των κλιμακίων των ΔΝΤ, ΕΕ, ΕΚΤ και ESM ότι μέχρι το 2018 θα επιτυγχάνει χωρίς πρόβλημα το στόχο του προγράμματος για τα πρωτογενή πλεονάσματα (1,75% εφέτος και 3,5% το 2018). Ωστόσο, το οικονομικό επιτελείο υποστηρίζει πως με βάση τις δημοσιονομικές επιδόσεις του 2016 η Ελλάδα θα μπορεί να καταγράφει έως και το 2021 πλεονάσματα αισθητά υψηλότερα των στόχων, ακόμη και εάν δεν λάβει τα μέτρα 3,6 δισ. ευρώ που ζητούν οι θεσμοί.

Το προσχέδιο του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής της περιόδου 2018-2021 προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 2,3% του ΑΕΠ για το 2017, 3,8% του ΑΕΠ για το 2018, πλεόνασμα 4,3% του ΑΕΠ για το 2019, πλεόνασμα 4,5% του ΑΕΠ για το 2020 και πλεόνασμα πάνω από το 5% του ΑΕΠ για το 2021. Εάν ληφθούν υπόψη τα επιπλέον μέτρα λιτότητας 2% του ΑΕΠ που ζητούν οι πιστωτές για το 2019 τότε η κυβέρνηση εκτιμά πως το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019 θα ξεπεράσει το 5% του ΑΕΠ, έναντι στόχου 3,5% που προβλέπει το Μνημόνιο.

Στη βάση αυτή η κυβέρνηση, η οποία έχει συναινέσει στη μείωση του αφορολόγητου ορίου από το 2019 (θα ξεκινά από 6.000 ευρώ για τον άγαμο), αλλά και στη μείωση των συντάξεων από το 2020 μέσω της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς στις εκδοθείσες πριν από τον Μάιο του 2016 συντάξεις, αναζητά πλέον σωσίβιο στα αντισταθμιστικά μέτρα.

Το οικονομικό επιτελείο υποστηρίζει πως το 2019 η δημοσιονομική υπεραπόδοση, δηλαδή ο δημοσιονομικός χώρος που θα δημιουργηθεί και από τον οποίο θα χρηματοδοτηθούν τα αντισταθμιστικά μέτρα θα κυμανθεί μεταξύ 0,7% του ΑΕΠ (εάν δεν ληφθούν τα μέτρα λιτότητας που ζητά το ΔΝΤ) έως 1,5% του ΑΕΠ (εάν τελικά ληφθούν), δηλαδή θα δοθούν για αναπτυξιακές και κοινωνικές πολιτικές από 1,26 δισ. ευρώ έως 2,7 δισ. ευρώ! Στη βάση αυτή για επικοινωνιακούς λόγους προσπαθεί να συσχετίσει τη δημοσιονομική υπεραπόδοση με τη μείωση φόρων.

Ωστόσο, ΔΝΤ, ΕΕ, ΕΚΤ και ESM μέχρι σήμερα έχουν αποδεχθεί μόνο οριακές παρεμβάσεις, όπως προγράμματα για την αντιμετώπιση της παιδικής φτώχειας –συσσίτια που θα καλύψουν περίπου 300.000 μαθητές – και έχουν αρνηθεί τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 40%, δηλαδή κατά εάν 1 δισ. ευρώ! Ακόμη δεν έχουν συναινέσει στην καταβολή επιδόματος ενοικίου στους φτωχούς, στη μείωση της συμμετοχής του ασφαλισμένου στην αγορά φαρμάκων και στη μείωση της ασφαλιστικής εισφοράς για την υγεία, ενώ καλοβλέπουν τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών.

Σε κάθε περίπτωση εάν η κυβέρνηση δεν αποστάσει ένα ικανοποιητικό πακέτο αντισταθμιστικών μέτρων και δεν αποκτήσει «ορίζοντα» για τη συμμετοχή της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ τότε πολύ δύσκολα θα μπορέσει να διαχειριστεί πολιτικά την κατάσταση.