Πολύ μακριά από κλείσιμο της αξιολόγησης, ελάφρυνση χρέους και QE
Πολύ μακριά βρίσκεται η συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο (staff level agreement) για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης όπως επιβεβαιώθηκε εκ νέου στη χθεσινή τηλεδιάσκεψη κυβέρνησης – θεσμών. Πλέον το μόνο που έχει να αναμένει η κυβέρνηση από το Eurogroup της Δευτέρας είναι να διαγνώσει το εάν η πολιτική διαπραγμάτευση μπορεί να αποδώσει για ασφαλιστικό και εργασιακά και να διαπιστώσει το τι θα μπορούσε να λάβει από τη ζώνη του ευρώ εάν υποχωρήσει στα επώδυνα δημοσιονομικά μέτρα 3,6 δισ. ευρώ για το 2019.
Το ιδανικό σενάριο για την κυβέρνηση θα ήταν η υπαγωγή της Ελλάδος στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ μέσα στο καλοκαίρι και η έξοδος της χώρας στις αγορές το φθινόπωρο. Ωστόσο, με την αξιολόγηση να έχει ήδη μπει σε τροχιά Μαΐου - καθώς ο Απρίλιος δεν αναμένεται να είναι παραγωγικός από την άποψη διαπραγματεύσεων – τόσο μια λύση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, όσο και μια πιθανή συμμετοχή στο QE μοιάζουν εξαιρετικά μακριά.
Και στις χθεσινές διαπραγματεύσεις φάνηκε πως ΔΝΤ και Ευρωπαϊκοί θεσμοί είναι αμετακίνητοι σε σχέση με τις μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά, αλλά και στη μείωση της ασφαλιστικής δαπάνης. Αν και για τα αντισταθμιστικά μέτρα συζητούν πολλές από τις κυβερνητικές προτάσεις, ωστόσο διαφωνούν στη βασικότερη που σχετίζεται με τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 40%, δηλαδή τη μείωση των εσόδων από το φόρο στο 1,6 δισ. ευρώ, από 2,6 δισ. ευρώ σήμερα στην περίπτωση που η Ελλάδα πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2019.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει πως εάν δεχθεί τη μείωση του αφορολογήτου στην περιοχή των 6.000- 5.900 ευρώ και συναινέσει στη μείωση της ασφαλιστικής δαπάνης κατά 1,8 δισ. ευρώ αποδεχόμενη τη συνταγή ΔΝΤ, τότε το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019 θα ξεπεράσει το 5% του ΑΕΠ , δηλαδή θα διαμορφωθεί στα 10 δισ. ευρώ, έναντι στόχου 7 δισ. ευρώ περίπου στο Μνημόνιο. Η υπεραπόδοση αυτή των 3 δισ. ευρώ θα μπορούσε κατά την κυβέρνηση να επιτρέψει τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 1 δισ. ευρώ.
Το ΔΝΤ θεωρεί αυτά τα νούμερα μη ρεαλιστικά, καθώς βλέπει πως οι ρυθμοί ανάπτυξης της οικονομίας τα επόμενα έτη θα είναι μικρότεροι από αυτούς που είχε αρχικά εκτιμήσει και πως το εξωτερικό περιβάλλον δεν θα είναι τόσο διευθυντικό. Όλοι οι θεσμοί αναγνωρίζουν πως για όσο παραμένουν τα capital controls ακόμη και μια πιθανή συμμετοχή της Ελλάδος στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ με ένα ποσό 3-4 δισ. ευρώ θα είχε μικρές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία.
Τέλος, όσο καθυστερεί το κλείσιμο της αξιόλογης και η εκταμίευση της δόσης τόσο θα επιδεινώνεται η επενδυτική αβεβαιότητα, αλλά και η ρευστότητα του Ελληνικού Δημοσίου και τόσο θα καθυστερούν οι πληρωμές προς τους προμηθευτές του. Είναι χαρακτηριστικό πως στο πρώτο δίμηνο του έτους αποπληρώθηκαν μόλις 78 εκατ. ευρώ από τα 4 δισ. ευρώ των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου.