Και ο Ρέγλινγκ στη γραμμή Σόιμπλε: Το χρέος δεν είναι αιτία ανησυχίας
Το προεξοφλούμενο άκαρπο EuroWorking Group στις Βρυξέλλες και η συνεχιζόμενη αντιπαράθεση Ευρωπαίων – ΔΝΤ επιδρούν αρνητικά στην ελληνική αγορά ομολόγων. Το αρνητικό κλίμα τροφοδότησε και άρθρο του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Κλάους Ρέγλινγκ στους Financial Times σύμφωνα με τον οποίο το ελληνικό χρέος δεν είναι αιτία ανησυχίας.
Ο Κλάους Ρέγκλινγκ αποδίδει τις απαισιόδοξες προβλέψεις του ΔΝΤ για το ελληνικό χρέος στο γεγονός ότι οι αναλυτές του δεν έχουν κατορθώσει ακόμα να λάβουν υπόψη τους τα πλεονεκτήματα που απολαμβάνει η Ελλάδα ως μέλος της ευρωζώνης.
Στο άρθρο αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής:
«Μια ψύχραιμη ματιά στα γεγονότα δείχνει ότι η κατάσταση του χρέους στην Ελλάδα δεν πρέπει να είναι λόγος συναγερμού. Ο ESM και ο EFSF, τα κεφάλαια διάσωσης της ευρωζώνης, έχουν ως τώρα διανείμει 174 δισ. ευρώ στη χώρα. Δεν θα δανείζαμε αυτό το ποσό, αν πιστεύαμε ότι δεν θα πάρουμε πίσω τα χρήματά μας.
«Πολλά έχουν ήδη γίνει για να ελαφρύνουν το βάρος του χρέους. Τόσο οι επίσημοι όσο και οι ιδιώτες πιστωτές έκαναν πρωτοφανείς προσπάθειες για να κρατήσουν το χρέος βιώσιμο. Καμιά άλλη χώρα στον κόσμο δεν έχει λάβει σημαντικότερη ελάφρυνση. Το 2012 οι ιδιώτες πιστωτές δέχτηκαν κούρεμα διαγράφοντας 107 δισ. ευρώ ελληνικού χρέους. Οι επίσημοι πιστωτές ελάφρυναν σημαντικά τους όρους δανεισμού. Αυτό μείωσε την οικονομική αξία του χρέους κατά 40% περίπου. Ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα απολαμβάνει εξοικονόμηση στον προϋπολογισμό 8 δισ. ευρώ ετησίως, ποσό αντίστοιχο με το 4,5% του ΑΕΠ, και θα συνεχίσει αυτό για χρόνια. Αυτό δεν δημιουργεί κόστος για τους Ευρωπαίους φορολογούμενους. Ωστόσο αναλαμβάνουν ρίσκο».
Ως αποτέλεσμα, το πραγματικό κόστος της Ελλάδας για την εξυπηρέτηση του χρέους είναι ένα από τα μικρότερα στην Ευρώπη και θα παραμείνει έτσι για πολύ καιρό. Οι μεικτές χρηματοδοτικές της ανάγκες θα μειωθούν τα επόμενα χρόνια και θα πέσουν πολύ κάτω από αυτές των περισσότερων χωρών της ευρωζώνης ως το 2020.
Τα πρόσφατα βραχυπρόθεσμα μέτρα που πάρθηκαν από τον ESM επίσης βοηθούν. Αν το συμφωνημένο πρόγραμμα εφαρμοστεί πλήρως, η βιωσιμότητα χρέους είναι εντός.
»Γιατί το ΔΝΤ οδηγείται σε διαφορετικό συμπέρασμα; Το Ταμείο ως τώρα δεν είναι σε θέση να εντάξει στην ανάλυσή του για την Ελλάδα δομικούς παράγοντες που διαφοροποιούν ένα μέλος της ευρωζώνης από άλλες χώρες του πλανήτη.
"Ο ESM παρέχει πολύ μακροπρόθεσμα δάνεια, με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους. Τον Μάιο του 2016, οι εταίροι της Ελλάδας στην ευρωζώνη δεσμεύτηκαν για πρόσθετη ελάφρυνση χρέους στο τέλος του προγράμματος του ESM στα μέσα του 2018, εάν υπάρχει ανάγκη. Και μακροχρόνια, δεσμεύτηκαν για ακόμη μεγαλύτερη βοήθεια, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα τηρήσει τη δική της πλευρά της συμφωνίας. Είναι δύσκολο να υπερεκτιμήσει κανείς αυτή τη δέσμευση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης. Η αλληλεγγύη προς την Ελλάδα θα συνεχιστεί.
Οι χώρες εκτός ευρωζώνης δεν μπορούν να βασιστούν σε αυτές τις δεσμεύσεις. Από τη στιγμή που θα ολοκληρωθούν οι εκταμιεύσεις του ΔΝΤ, είναι μόνες τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το ΔΝΤ έχει δίκιο να επιμένει ότι η βιωσιμότητα του χρέους θα πρέπει να εξασφαλίζεται νωρίς. Όμως στην Ελλάδα, ο ESM θα ελέγχει τα 2/3 του χρέους για τουλάχιστον 30 χρόνια. Ως εκ τούτου, ο μικρότερος χρονικός ορίζοντας του ΔΝΤ δεν είναι κατάλληλος. Επίσης, το ΔΝΤ αγνοεί τη δέσμευση των χωρών της ευρωζώνης.
"Η λύση για την Ελλάδα δεν βρίσκεται στην πρόσθετη ελάφρυνση χρέους, αλλά στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων από την κυβέρνηση, ώστε να αποφευχθούν καθυστερήσεις στην εκταμίευση της επόμενης δόσης του δανείου. Οι επενδυτές αντιλαμβάνονται το πλαίσιο λειτουργίας του ESM και αναγνωρίζουν τις δεσμεύσεις των Ευρωπαίων εταίρων της Ελλάδας.
Η προηγούμενη εμπειρία δείχνει ότι η «ανταλλαγή» δανείων έναντι των μεταρρυθμίσεων δουλεύει. Δεν αποτελεί σύμπτωση ότι η Ιρλανδία και η Ισπανία σήμερα έχουν τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη και πολύ χαμηλά κόστη χρηματοδότησης, μετά την επιτυχημένη ολοκλήρωση των προγραμμάτων με απαιτητικές μεταρρυθμίσεις.
Το 2016 η Ελλάδα υπεραπέδωσε με υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης έναντι των προβλέψεων και πρωτογενές πλεόνασμα. Τυχόν πρόσθετες καθυστερήσεις θέτουν σε κίνδυνο αυτές τις θετικές τάσεις".
Είναι χαρακτηριστικό ότι σήμερα το ελληνικό διετές ομόλογο βρέθηκε σε υψηλό επτά μηνών ξεπερνώντας το 10%, λόγω της παρατεταμένης αβεβαιότητας για την πορεία της αξιολόγησης, αλλά και των εντεινόμενων αναφορών περί Grexit, ενώ και η απόδοση του δεκαετούς κινήθηκε στην περιοχή του 7,8%.
Παράλληλα, το κόστος ασφάλισης των ελληνικών ομολόγων (CDS) έναντι του κινδύνου χρεοκοπίας σημείωσε άνοδο, λόγω της αβεβαιότητας για τον ρόλο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο πρόγραμμα διάσωσης της χώρας. Τα ελληνικά πενταετή CDS βρέθηκαν στις 945 μονάδες βάσης, σύμφωνα με τη Markit.