ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

H «άπιαστη» εκτίμηση του ΔΝΤ για το 2040 - Η «επικίνδυνη» φόρμουλα της κυβέρνησης

Η ανάλυση βιωσιμότητας του ΔΝΤ ναι μεν ξεκαθαρίζει πως το ελληνικό χρέος είναι «εξαιρετικά μη βιώσιμο», ωστόσο την ίδια στιγμή αναφέρει πως το χρέος μπορεί να γίνει βιώσιμο εάν η Ελλάδα καταγράψει διατηρήσιμα πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 3% για όλη την περίοδο 2018 – 2040.

Αυτή η αναφορά του ΔΝΤ έχει προκαλέσει σύγχυση στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, καθώς ερμηνεύεται ως σύμπραξη του Ταμείου με τους Γερμανούς, ώστε να πιεστεί πρόσθετα η Ελλάδα να πάρει μέτρα που θα οδηγήσουν σε μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα για μεγάλη χρονική περίοδο. Η προσέγγιση αυτή -που την ενστερνίζονται αρκετοί και εκτός Ελλάδος - δεν συνάδει με τις δημόσιες δηλώσεις του ΔΝΤ πως δεν εισηγείται περισσότερη λιτότητα για την Ελλάδα.

Οι προθέσεις του ΔΝΤ θα καταδειχτούν στο προσεχές εκτελεστικό συμβούλιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στις 6 Φεβρουαρίου. Εάν σε αυτό η ηγεσία του Ταμείου επιμείνει στη σκληρή θέση για πρωτογενή πλεονάσματα 1,5% του ΑΕΠ και μεγάλη ελάφρυνση του χρέους τότε αυτό θα σημαίνει πως το ΔΝΤ αναζητά την πόρτα της εξόδου από το ελληνικό πρόγραμμα. Εάν αφήσει ανοικτό το ενδεχόμενο παραμονής με την προϋπόθεση λήψης πρόσθετων μέτρων, τότε θα είναι ξεκάθαρο πως το Ταμείο έχει συμπράξει με την Γερμανία.

Το μόνον σίγουρο είναι πως αν και ανήμερα του Eurogroup διέρρευσε η ανάλυση βιωσιμότητα τους ελληνικού χρέους του ΔΝΤ οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης όχι μόνον δεν ενοχλήθηκαν, αλλά κάλεσαν την Ελλάδα να πάρει τα μέτρα τώρα, έτσι ώστε να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του Ταμείου και να επιστρέψει αυτό στο πρόγραμμα.

Να σημειωθεί πως το γεγονός ότι το ΔΝΤ θεωρεί μη βιώσιμο το ελληνικό χρέος, καθιστά απαγορευτικό για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να το χαρακτηρίσει εκείνη βιώσιμο και να εντάξει την Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ (QE), το οποίο να σημειωθεί είναι το βασικό συστατικό στο success story της κυβέρνησης.

Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι από το Μέγαρο Μαξίμου αναζητείται συμβιβαστική φόρμουλα που θα επιτρέψει μείωση αφορολογήτου, μείωση συντάξεων, μέτρα για τις αγορές προϊόντων και στην αγορά εργασίας χωρίς να εκθέτει την κυβέρνηση. Στη βάση αυτή επανέρχεται στο προσκήνιο η εισήγηση της «ρήτρας αυτόματης ακύρωσης» ή του « αντίστροφου κόφτη», που προβλέπει πως η ελληνική κυβέρνηση θα ψηφίσει μεν τα μέτρα, αλλά θα μπορεί να τα ανακαλέσει αν πετύχει το πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.

Για κάποια κυβερνητικά στελέχη, αυτός ο επώδυνος συμβιβασμός -που είναι πιθανόν να της στοιχίσει και σε κοινοβουλευτική δύναμη- θα πρέπει να συνοδεύεται από ένα συγκεκριμένο «αντίδωρο», ήτοι την παραμετροποίηση των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Αν και η Γερμανία εξακολουθεί να το απορρίπτει αυτό, ωστόσο η πίεση του ΔΝΤ θα είναι καθοριστική για να υποχωρήσει.

Μπορεί το Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου να έχει οριστεί ως το καταληκτικό ορόσημο για τις αποφάσεις, ωστόσο δεδομένου ότι οι θεσμοί δεν θα επιτρέψουν άμεσα στην Αθήνα, στο καλό σενάριο που οι δύο πλευρές τα βρουν θα απαιτηθεί πρόσθετος χρόνος για να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση και φαίνεται πως θα εισέλθουμε και μέσα στον Μάρτιο.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης