Με το πενταπλάσιο πλεόνασμα του 2016 ο Τσακαλώτος στο Eurogroup
Αχρείαστα ήταν πολλά από τα πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα ύψους 1,4 δισ. ευρώ που επέβαλαν οι θεσμοί στην Ελλάδα το 2016, θεωρώντας πως οι εκτιμήσεις του υπουργείου Οικονομικών για την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών ήταν μη ρεαλιστικές και πως δεν θα επιτυγχανόταν με αυτές ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 0,50% του ΑΕΠ.
Τελικά το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 όχι μόνον ξεπέρασε τα 875 εκατ. ευρώ που ήταν ο στόχος του προγράμματος, αλλά ήταν πέντε φορές μεγαλύτερο και άγγιξε τα 4,4 δισ. ευρώ, παρά το γεγονός πως η κυβέρνηση δαπάνησε μέσα στο 2016 και 630 εκατ. ευρώ για τη χορήγηση της 13ης σύνταξης.
Η δικαίωση των υπολογισμών του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους - για τους οποίους μάταια προσπαθούσαν να πείσουν τα τεχνικά κλιμάκια ο γενικός γραμματέας Δημοσιονομικής Πολιτικής Φραγκίσκος Κουτεντάκης και ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης- είναι μια «πύρρειος νίκη».
Οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών υποστηρίζουν πως η «υπερφόρτωση» της οικονομίας με δημοσιονομικά μέτρα το 2016 και το 2017 -που πολλά μάλιστα δεν ήταν σωστά υπολογισμένα - δεν αποκλείεται να έχει αρνητική επίπτωση στην ανάπτυξη, δεδομένου ότι οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές είναι μεγαλύτεροι των αναμενομένων (σ.σ. δηλαδή η μοναδιαία μεταβολή των εσόδων ή των πρωτογενών δαπανών της κυβέρνησης είχε μεγαλύτερη επίπτωση στη μεταβολή του ΑΕΠ).
Ως ενδεικτικό παράδειγμα φέρνουν τα πρόσθετα έσοδα από την αύξηση της φορολογικής συμμόρφωσης λόγω της επέκτασης της χρήσης πλαστικού χρήματος, τα οποία ήταν και η «θετική έκπληξη» του περυσινού προϋπολογισμού.
Οι θεσμοί και ειδικά το ΔΝΤ επέμεναν μέχρι και τελευταία στιγμή πως οι εισπράξεις που εκτιμούσε η ελληνική πλευρά δεν θα επιτευχθούν και στη βάση αυτή επέβαλαν την αύξηση του ΦΠΑ από το 23% στο 24%. Τελικά αποδείχτηκε πως είχαν λάθος και ότι οι ελληνικοί υπολογισμοί ήταν οι σωστοί. Ωστόσο, το δημοσιονομικό αποτέλεσμα ήταν «πολλαπλάσιο» δεδομένου ότι και η φορολογική βάση αυξήθηκε και ο φορολογικός συντελεστής. Αυτή η εξέλιξη θα αποτυπωθεί αρνητικά στο ΑΕΠ πατά το γεγονός ότι οι έμμεσοι φόροι έχουν μικρότερη αρνητική δημοσιονομική επίπτωση από τους άμεσους φόρους.
Οι δημοσιονομικές επιδόσεις του 2016 είναι το «όπλο» που κρατά η κυβέρνηση στις επικείμενες κρίσιμες διαπραγματεύσεις με την ευρωζώνη, καθώς στη βάση των επιτυχιών της μπορεί να τεκμηριώσει τη θέση πως θα επιτύχει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ ακόμη και μετά το 2018, χωρίς να απατηθεί η ενεργοποίηση του δημοσιονομικού κόφτη. Δεδομένου ότι για να επιτευχθεί ο στόχος του 2017 για πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% του ΑΕΠ ή 3,1 δισ. ευρώ ελήφθησαν πρόσθετα μέτρα ύψους 4 δισ. ευρώ η υπεραπόδοση θεωρείται μαθηματικά σίγουρη.
Κατά την ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών απαραίτητη συνθήκη για να αποδώσουν τα υφιστάμενα μέτρα είναι να μην υπάρξουν έξωθεν παρεμβάσεις ή γεγονότα που θα εκτροχιάσουν την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας ή οποία καθίσταται διαρκώς πιο εύθραυστη όσο η φορολογία παραμένει υψηλή και καθυστερεί η συμμετοχή της χώρας μας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Και αυτό θα είναι το βασικό επιχείρημα της Ελλάδος στο επικείμενο Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου, όπου ο Ευκλείδης Τσακαλώτος αναμένεται να διατυπώσει εκ νέου την πρόταση να μειωθεί ο στόχος των πρωτογενών πλεονασμάτων από το 2019, από το 3,5% του ΑΕΠ στο 2,5%, με δέσμευση το 1% του ΑΕΠ ή 1,8 δισ. ευρώ να κατευθύνεται για την ελάφρυνση των φόρων και των εισφορών.