Πώς η συνθήκη του ESM προστατεύει την Ελλάδα από «bullying»
Η πρόσφατη «περιπέτεια» με το πάγωμα των βραχυπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, ως «αντίποινα» στη μονομερή απόφαση της κυβέρνησης για τη χορήγηση της 13ης σύνταξης- η οποία έληξε μετά την αποστολή της περιβόητης επιστολής Τσακαλώτου στο Eurogroup και τον ESM- ανέδειξε εμφατικά την ισχύ της Γερμανίας στον τρόπο λήψης αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.
Ωστόσο, η κριτική που διατυπώθηκε και οι κατηγορίες ότι «η γερμανική ηγεσία έχει κατασκευάσει την Ευρωζώνη τόσο πολύ στα μέτρα της, ώστε είναι η μόνη που έχει την ευχέρεια να κάνει κουρελόχαρτο τους κανόνες», δεν λαμβάνει υπόψη τη συνθήκη του ESM.
Πράγματι εκμεταλλευομένη την ιδρυτική συνθήκη του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, που επιβάλει ότι οι περισσότερες αποφάσεις στο συμβούλιο διευθυντών του ESM λαμβάνονται με «ειδική πλειοψηφία» 80% έως 85% των δικαιωμάτων ψήφου, η Γερμανία μπόρεσε να μπλοκάρει τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, απλά χρησιμοποιώντας το 26,9% των δικαιωμάτων ψήφου που διαθέτει.
Αν και αρχικά η Γερμανία είχε ψηφίσει υπέρ της εφαρμογής των μέτρων για το χρέος, ωστόσο οι εξαγγελίες Τσίπρα την έκαναν να αποσύρει την ψήφο της και έτσι να περιορίσει το ποσοστό ψήφων στο συμβούλιο διευθυντών του ESM από το 100% στο 73,1%! Έτσι, πάγωσε τη διαδικασία χωρίς μάλιστα να έχουν ενημερωθεί τα υπόλοιπα 18 κράτη μέλη της ευρωζώνης για την απόφασή της αυτή.
Μπορεί με την πρώτη εντύπωση η κυριαρχία της Γερμανίας εντός του ESM να μοιάζει αναμφισβήτητη -ούτε οι ΗΠΑ με το ποσοστό του 16,5% που κατέχουν στο ΔΝΤ δεν μπορούν να ασκήσουν παρόμοια βέτο στις αποφάσεις του Ταμείου- ωστόσο αυτό δεν ισχύει απολύτως, καθώς η ιδρυτική συνθήκη του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας προστατεύει τα κράτη μέλη από αυθαιρεσίες.
Η συνθήκη προστατεύει
Πώς; Το άρθρο 37 της συνθήκης του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας που αναφέρεται στην ερμηνεία των κανονισμών του ESM και στην επίλυση διαφορών με τα κράτη, περιγράφει το μηχανισμό άμυνας έναντι αυθαιρεσιών. Συγκεκριμένα ορίζει τα εξής:
«1. Οποιοδήποτε ζήτημα ερμηνείας ή εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας συνθήκης και των εσωτερικών κανονισμών του ESM, που προκύπτει μεταξύ μέλους του ESM και του ESM ή μεταξύ μελών του ESM, υποβάλλεται ενώπιον του συμβουλίου διευθυντών για τη λήψη απόφασης από αυτό.
»2. Το συμβούλιο διευθυντών λαμβάνει απόφαση για οποιαδήποτε διαφορά προκύπτει μεταξύ μέλους του ESM και του ESM ή μεταξύ μελών του ESM σε σχέση με την ερμηνεία και εφαρμογή της παρούσας συνθήκης, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε διαφοράς σχετικά με τη συμβατότητα των αποφάσεων που έχουν ληφθεί από τον ESM με την παρούσα συνθήκη. Οι ψήφοι του μέλους ή των μελών του συμβουλίου διοικητών του οικείου μέλους ή των οικείων μελών του ESM αναστέλλονται όταν το συμβούλιο διευθυντών ψηφίζει για τη συγκεκριμένη απόφαση και το όριο των απαιτούμενων ψήφων για τη λήψη της εν λόγω απόφασης υπολογίζεται αναλόγως εκ νέου.
»3. Εάν ένα μέλος του ESM αμφισβητήσει την κατά την παράγραφο 2 απόφαση, η διαφορά παραπέμπεται στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι δεσμευτική για τους αντιδίκους, οι οποίοι λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να συμμορφωθούν με την απόφαση εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην απόφαση του εν λόγω Δικαστηρίου».
Από τα παραπάνω λοιπόν προκύπτει πως όταν μια χώρα αισθάνεται πως αδικείται από μια απόφαση του ESM ή των μελών του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας ή θεωρεί πως παραβιάζεται η συνθήκη θέτει το ζήτημα προς ψηφοφορία στο συμβούλιο διευθυντών του Μηχανισμού (σ.σ. είναι οι υφυπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης). Στην ψηφοφορία που γίνεται για το ζήτημα αυτό δεν ισχύουν τα ποσοστά των δικαιωμάτων ψήφου των χωρών , δηλαδή το 26,9% της Γερμανίας. Περαιτέρω εάν η απόφαση που ληφθεί από τη διαδικασία αυτή δεν ικανοποιεί το κράτος που έθεσε το ζήτημα, αυτό (ή οποιαδήποτε άλλο κράτος) μπορούν να προσφύγουν στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν θέλησε να ακολουθήσει τη σχετική διαδικασία διότι η μονομερής της- και αιφνιδιαστική- απόφαση για παροχές την έθεσε απέναντι σε όλα τα κράτη μέλη της ευρωζώνης. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει πως οι Γερμανοί ή οι Γάλλοι ή οι Ιταλοί μπορούν να εκμεταλλεύονται τους συσχετισμούς δυνάμεων εντός του ESM κατά το δοκούν και πως δεν υπάρχουν μηχανισμοί αποτροπής του «bullying» (παρενοχλήσεων), ειδικά όταν μια χώρα έχει το δίκαιο με το μέρος της.