Πώς θα μειωθούν τα 315 δισ. ευρώ του ελληνικού χρέους
Το ξεκάθαρο μήνυμα πως ο χρόνος εξόδου της Ελλάδος στις αγορές θα εξαρτηθεί από την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους ύψους 315 δισ. ευρώ ή 180,3% του ΑΕΠ και το χρόνο που αυτή θα δρομολογηθεί στέλνει η εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2017.
Στην εισηγητική έκθεση αναφέρεται πως οι αποφάσεις του Eurogroup της 25ης Μαΐου 2016 επιβεβαίωσαν την ισχυρή βούληση των θεσμών για τη σταδιακή εφαρμογή ενός πακέτου εξειδικευμένων μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους προκειμένου να ενισχυθεί η βιωσιμότητά του, η οποία θα αξιολογείται πλέον με τον δείκτη των μικτών χρηματοδοτικών αναγκών (Gross Financing Needs).
Όπως τονίζεται, με βάση τον δείκτη αυτό, οι ετήσιες μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες πρέπει να παραμένουν κάτω του 15% ως ποσοστό του ΑΕΠ σε μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα (σ.σ. μέχρι το 2038) και κάτω του 20% μακροπρόθεσμα (σ.σ. μετά το 2028).
Σύμφωνα με το κείμενο του Προϋπολογισμού 2017 τα βραχυχρόνια μέτρα ελάφρυνσης του χρέους εστιάζονται κυρίως στην εξομάλυνση των λήξεων των δανείων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) και τη μείωση του επιτοκιακού τους κινδύνου, ενώ προβλέπεται η εφαρμογή επιπλέον πακέτου μέτρων μεσοπρόθεσμα, εφόσον κριθεί απαραίτητο για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους.
Όπως αποσαφηνίζεται, τα επιπλέον μέτρα προβλέπουν την πλήρη κατάργηση από το 2018 του περιθωρίου του δανείου για την επαναγορά χρέους του 2012, τη χρησιμοποίηση από το 2017 των κερδών του 2014 από τα ελληνικά ομόλογα, ANFA και SMP, για τη μείωση των μικτών χρηματοδοτικών αναγκών, τη μερική αποπληρωμή δανείων του EFSF μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης (ESM) και την επιπλέον εξομάλυνση των λήξεων των δανείων του EFSF με επιμήκυνση της μέσης σταθμικής τους διάρκειας, σταθεροποίηση των επιτοκίων τους και αναβολή πληρωμής τόκων.
«Όλα αυτά επιδιώκονται στο πλαίσιο επίτευξης των τεθέντων στόχων βιωσιμότητας και δυνατότητας εξυπηρέτησης, δηλαδή της αναλογίας χρέους προς ΑΕΠ και της αναλογίας των ετήσιων μεικτών χρηματοδοτικών αναγκών προς ΑΕΠ, με προοπτική την επανέναρξη της δραστηριότητας της χώρας στις διεθνείς αγορές, το συντομότερο δυνατόν, συμπεριλαμβανομένης και της εκδοτικής», τονίζεται σχετικά στον Προϋπολογισμό 2017.
Το συνολικό ύψος του δανεισμού του Δημοσίου το 2017 -χρηματοδοτικές ανάγκες του Κρατικού Προϋπολογισμού- τοποθετείται στον Προϋπολογισμό στα 5,7 δισ. ευρώ. Το δε χρέος της γενικής κυβέρνησης για το διάστημα από 31/12/2016 μέχρι 31/12/2017 προβλέπεται ότι θα αυξηθεί κατά 3,8 δισ. ευρώ, κυρίως λόγω της κάλυψης των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού και της χρηματοδότησης ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων
Όπως ξεκαθαρίζεται σχετικά στον Προϋπολογισμό η βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση του Ελληνικού Δημοσίου για το έτος 2017 θα συνεχίσει να υλοποιείται και μέσω εκδόσεων εντόκων γραμματίων και με περαιτέρω επέκταση και εμβάθυνση του προγράμματος πράξεων διαχείρισης ταμειακής ρευστότητας υπό τη μορφή repo agreements, τις οποίες συνάπτει ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ).
Στη βάση αυτή το 2017 θα διατηρηθούν οι βασικοί μεσοπρόθεσμοι στόχοι διαχείρισης του χαρτοφυλακίου δημοσίου χρέους, όπως είναι η διατήρηση του συναλλαγματικού κινδύνου στα σημερινά ελάχιστα επίπεδα για τα δάνεια εκτός ευρώ και η βελτίωση της αναλογίας χρέους σταθερού επιτοκίου στο σύνολο του χαρτοφυλακίου.
«Καθοριστικό ρόλο για την επίτευξη των προαναφερόμενων διαχειριστικών στόχων θα έχουν τα βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα μέτρα για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, που αναμένεται να τύχουν εφαρμογής από τα τέλη του τρέχοντος έτους έως τη λήξη του παρόντος προγράμματος, δηλαδή μέχρι τα μέσα του 2018, όπως αναφέρεται στις αποφάσεις του Eurogroup του Μαΐου 2016. Τα μέτρα αυτά θα έχουν ως κύρια επιδίωξη, εκτός άλλων, την αντιστάθμιση σημαντικού μέρους των κινδύνων αγοράς που ενυπάρχουν στο υφιστάμενο χαρτοφυλάκιο χρέους και την περαιτέρω ομαλοποίηση του προφίλ λήξεων αυτού με στόχο τη σταθεροποίηση-προβλεψιμότητα των μελλοντικών δαπανών εξυπηρέτησης», σημειώνεται στην εισηγητική έκθεση.