ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Τι σημαίνει η νέα εμπορική συμφωνία της ΕΕ με τον Καναδά

Τι σημαίνει η νέα εμπορική συμφωνία της ΕΕ με τον Καναδά
EPA

Ο πρωθυπουργός του Καναδά Τζάστιν Τριντό υπέγραψε χθες τη συμφωνία στις Βρυξέλλες με τους επικεφαλής της ΕΕ, επιτρέποντας την αρχική εφαρμογή της εμπορικής συμφωνίας μέσα στο 2017 με την κατάργηση πολλών δασμών στη διακίνηση προϊόντων μεταξύ των δύο πλευρών. Τώρα η CETA θα πρέπει να εγκριθεί από περίπου 40 εθνικά και περιφερειακά Κοινοβούλια στην Ευρώπη, κάτι που αναμένεται ότι θα καθυστερήσει αρκετά την πλήρη εφαρμογή της.

Η συμφωνία με τον Καναδά θεωρείται πολύ σημαντική επειδή μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για αντίστοιχη εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ. Οι διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία αυτή που είναι γνωστή και ως ΤΤΙΡ αναμένεται να προχωρήσουν μεταξύ Βρυξελλών και Ουάσιγκτον μετά την εκλογή του επόμενου προέδρου στις ΗΠΑ.

Από την εμπορική συμφωνία μεταξύ Καναδά και ΕΕ αλλά και την υπό διαπραγμάτευση συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ δεν λείπουν οι αντιδράσεις. Οι εντονότερες από αυτές εστιάζονται στο λεγόμενο σύστημα προστασίας των επενδύσεων ξένων πολυεθνικών. Οι επικριτές των εμπορικών συμφωνιών επικεντρώνουν το μεγαλύτερο μέρος των διαμαρτυριών τους στο γεγονός ότι οι εμπορικές αυτές συμφωνίες προβλέπουν τη λειτουργία ειδικών επιτροπών διαιτησίας. Οι επιτροπές αυτές θα λαμβάνουν αποφάσεις για διαφωνίες μεταξύ κρατών με πολυεθνικές και οι επικριτές των εμπορικών συμφωνιών πιστεύουν ότι αυτό θα λειτουργήσει υπέρ της προστασίας των συμφερόντων των πολυεθνικών και κατά των καταναλωτών, των κρατών και του περιβάλλοντος.

Η ΕΕ και ο Καναδάς υποστηρίζουν ότι το σύστημα προστασίας των επενδύσεων που έχουν υιοθετήσει εγγυάται την ικανότητα των κυβερνήσεων να ρυθμίζουν εκείνες το κανονιστικό πλαίσιο και την τοποθέτηση ανεξάρτητων δικαστών στις επιτροπές διαιτησίας. Το σύστημα διαιτησίας είναι ένα από τα θέματα που πρέπει να περάσει τώρα από τα εθνικά Κοινοβούλια για να ισχύσει πλήρως η εμπορική συμφωνία και πολλοί δεν αποκλείουν εκπλήξεις στην πορεία. Με την εμπορική συμφωνία θα καταργηθούν οι δασμοί στο 99% των προϊόντων που διακινούνται μεταξύ Καναδά και ΕΕ. Πρόκειται μεταξύ άλλων για αυτοκίνητα και προϊόντα κλωστοϋφαντουργίας.