Αγκάθι για την αξιολόγηση οι αποκρατικοποιήσεις των ενεργειακών επιχειρήσεων
Οι αποκρατικοποιήσεις των ενεργειακών επιχειρήσεων ενδέχεται να τροφοδοτήσουν πιέσεις στις σχέσεις με τους θεσμούς δεδομένου ότι πολλοί εντός της κυβέρνησης δεν θέλουν να εναρμονιστούν με όσα προβλέπει το Μνημόνιο.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, η συλλογιστική της κυβέρνησης είναι ότι οι ενεργειακές αποκρατικοποιήσεις δεν παράγουν προστιθέμενη αξία στην οικονομία ούτε θα αποτελέσουν προϋπόθεση για ενίσχυση της επενδυτικής δραστηριότητας στον κλάδο.
Ανοίγοντας ένα θέμα που μπορεί να εξελιχθεί σε μεγάλη κόντρα με τους δανειστές, ο υπουργός Περιβάλλοντος Πάνος Σκουρλέτης προτείνει να εξαιρεθούν από το ΤΑΙΠΕΔ το 17% της ΔΕΗ, το 65% της ΔΕΠΑ και το 35% των ΕΛΠΕ και να ενταχθούν στο νέο υπερ-Ταμείο, όπου κάποιες θα αξιοποιηθούν μέσω της εισαγωγής ποσοστών τους σε χρηματιστηριακές αγορές και άλλες με τη λογική της «μη πώλησης».
Αντί δηλαδή να πουληθεί το 65% της ΔΕΠΑ σε στρατηγικό επενδυτή, ο υπουργός εισηγείται τμήμα των μετοχών της να εισαχθεί στις χρηματιστηριακές αγορές, ελληνική και ξένες. Δεν είναι τυχαία η πληροφορία ότι έχει γίνει κρούση στον χρηματοπιστωτικό οίκο Nomura να διερευνήσει σε τεχνικό επίπεδο τις δυνατότητες εισαγωγής της εταιρείας σε ξένα χρηματιστήρια.
Ομοίως, αντί να πωληθεί το 35% που έχει στα ΕΛΠΕ το Δημόσιο, προτείνει τα διυλιστήρια να ενισχύσουν τις δραστηριότητές τους, διατηρώντας τις συμμετοχές που έχουν στις κρατικές εταιρείες φυσικού αερίου, τη ΔΕΠΑ (35%) και το αντίστοιχο ποσοστό στον ΔΕΣΦΑ.
Στην ίδια βάση αντί για την πώληση του 17% της ΔΕΗ σε στρατηγικό επενδυτή, η πρόταση Σκουρλέτη μιλά για τη δημιουργία ενός joint venture της Επιχείρησης με ιδιώτη, όπου η πρώτη θα εισφέρει υφιστάμενες μονάδες, αλλά θα έχει μειοψηφική συμμετοχή, δηλαδή ρόλο παθητικού μετόχου.
Ειδική περίπτωση αποτελεί η υπόθεση του ΔΕΣΦΑ, όπου μετά και την τροπολογία με την οποία μειώθηκαν τα ανακτήσιμα έσοδα της εταιρείας από προηγούμενα έτη η πώληση του 66% στους Αζέρους της SOCAR και στην ιταλική Snam δείχνει να οδηγείται σε ναυάγιο. Σε μια τέτοια περίπτωση, η πρόταση του υπουργείου είναι είτε οι Ιταλοί να αποκτήσουν το 31% είτε να επαναληφθεί η διαδικασία από μηδενική βάση, με διατήρηση του ελέγχου από το Δημόσιο, εισαγωγή μετοχών στο χρηματιστήριο και πώληση μικρού ποσοστού σε στρατηγικό επενδυτή.