ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΔΝΤ: Το Brexit φέρνει επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης

ΔΝΤ: Το Brexit φέρνει επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης

Σε επί τα χείρω αναθεώρηση των εκτιμήσεων του για τις παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές (World Economic Outlook) προχώρησε σήμερα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, κάνοντας μια πρώτη αποτίμηση των επιπτώσεων του Brexit στη διεθνή οικονομία.

Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Μορίς Όμπσφελντ ανακοίνωσε πως η εκτίμηση του Ταμείου για την οικονομική ανάπτυξη το 2016 αναθεωρείται στο 3,1% , έναντι 3,2% που εκτιμούσε τον Απρίλιο, ενώ για το 2017 το ΔΝΤ αναμένει πως ο ρυθμός επέκτασης του παγκόσμιου ΑΕΠ θα ανέλθει στο 3,4% , έναντι 3,5% που ανέμενε προ τριμήνου.

Συγκεκριμένα για τη Βρετανία το ΔΝΤ αναμένει πως εφέτος θα αναπτυχθεί με ρυθμό 1,7%, έναντι 1,9% που ήταν η παρελθούσα πρόβλεψη, ενώ για το 2017 το Ταμείο εκτιμά πως το βρετανικό ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά μόλις 1,3%, ήτοι κατά 0,9% λιγότερο από όσο εκτιμούσε τον Απρίλιο όταν προέβλεπε για το επόμενο έτος ανάπτυξη της Βρετανίας με ρυθμό 2,2%.

Η μεγάλη αυτή αναθεώρηση των βρετανικών μεγεθών επηρέασε και την εκτίμηση του Ταμείου για τους ρυθμούς ανάπτυξης των αναπτυγμένων χωρών που τόσο για εφέτος όσο και το 2017 τοποθετούνται στο 1,8%. Για την Ευρωζώνη το ΔΝΤ εκτιμά πως εφέτος θα αναπτυχθεί κατά 1,6%, βελτιώνοντας την πρόβλεψη του Απριλίου κατά 0,1%, ωστόσο θεωρεί πως το 2017 θα αναπτυχθεί με ρυθμό 1,4%, ήτοι 0,2% χαμηλότερα σε σχέση με την προηγούμενη πρόβλεψη.

Αίσθηση προκαλεί η υποβάθμιση των προβλέψεων για το ΑΕΠ της Γερμανίας το 2017, το οποίο αναθεωρείται από το 1,6%, στο 1,4%. Για τις ΗΠΑ το ΔΝΤ αναμένει πως αφόρετος θα αναπτυχθούν με ρυθμό 2,2% και το 2017 με ρυθμό 2,5%. Για την Ιαπωνία αναμένει ανάπτυξη 0,3% εφέτος και 0,1% το 2017. Για την Κίνα εκτιμά επέκταση του ΑΕΠ κατά 6,6% το 2016 και 6,2% το 2017.Για τη Ρωσία αναμένει ύφεση 1,2% το 2016 (έναντι εκτίμησης για ύφεση 1,8% προηγουμένως) και επιστροφή στην ανάπτυξη με ρυθμό 1% το 2017.

Παρουσιάζοντας τις αναθεωρημένες προβλέψεις του ΔΝΤ ο Μορίς Όμπσφελντ ανάφερε πως το Brexit προσθέτει καθοδικές πιέσεις στην παγκόσμια οικονομία σε μια εποχή όπου ήδη η ανάπτυξη είναι αργή και πως εάν δεν είχε επικρατήσει το Brexit οι παγκόσμιες προβλέψεις θα είχαν αναθεωρηθεί προς το καλύτερο.

«Οι άμεσες επιπτώσεις του Brexit θα είναι μεγαλύτερες στην Ευρώπη και κυρίως στο Ηνωμένο Βασίλειο. Από μακροοικονομικής άποψης το Brexit συνεπάγεται σημαντική αύξηση της οικονομικής, πολιτικής και θεσμικής αβεβαιότητας. Αλλά όσο το συμβάν εξακολουθεί να εκτυλίσσεται, είναι πολύ δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν οι πιθανές επιπτώσεις του. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι οι πραγματικές συνέπειες του Brexit θα φανούν σταδιακά μετά την πάροδο του χρόνου.Οι διαπραγματεύσεις ΕΕ- Βρετανίας δεν έχουν ακόμη ξεκινήσει και το άρθρο 50 της Συνθήκης της ΕΕ δεν έχει ενεργοποιηθεί», υπογράμμισε», ανέφερε.

Στη βάση αυτή υπογράμμισε πως οι χρηματοπιστωτικές αγορές έχουν αποδειχθεί ανθεκτικές τις εβδομάδες μετά το δημοψήφισμα και τιμολόγησαν με μεθοδευμένο τρόπο την είδηση τη εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ. «Αυτό το θετικό αποτέλεσμα οφείλεται κυρίως στην αντίληψη της αγοράς η οποία αποτυπώνει την πραγματικότητα πως οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες είναι ετοιμότητας να παράσχουν ρευστότητα στις αγορές», τόνισε ο Όμπσφελντ.

Πάντως, το ΔΝΤ δεν παρέλειψε να αναφέρει πως το «σοκ» του Brexit συνέπεσε με τα ανεπίλυτα ζητήματα του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, κάτι που επεσήμανε έγινε εμφανές στις ιταλικές και πορτογαλικές τράπεζες. «Μια παρατεταμένη αναταραχή στις χρηματοπιστωτικές αγορές και μια αυξανόμενη παγκόσμια αποστροφή κινδύνου θα μπορούσε να έχει σοβαρές μακροοικονομικές επιπτώσεις, μεταξύ άλλων μέσω της εντατικοποίησης των δυσχερειών στον τραπεζικό κλάδο, ιδιαίτερα στις ευάλωτες οικονομίες», σημείωσαν οι αναλυτές του ΔΝΤ εστιάζοντας στην ανάγκη αντιμετώπισης των «κόκκινων» δανείων σε πανευρωπαϊκή κλίμακα.

Παράλληλοι κίνδυνοι

Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ αναφερόμενος στους κινδύνους που αντιμετωπίζει η παγκόσμια οικονομία πέραν του Brexit, αναφέρθηκε στο προσφυγικό και στις πιέσεις που ασκεί στις χώρες υποδοχής και προέλευσης των μεταναστών και των εκτοπισμένων ατόμων, στους γεωπολιτικούς κίνδυνους που παραμένουν, στις διαμάχες σε ορισμένες χώρες, αλλά και ευρύτερα στη συνέχιση της μακροχρόνιας ανεργίας.

Ερωτηθείς για την Τουρκία και το κατά πόσο η απόπειρα πραξικοπήματος θα επηρεάσει την οικονομία της χώρας ανέφερε πως υπάρχουν διακυμάνσεις στις χρηματαγορές και ότι ίσως απαιτηθεί η χορήγηση ρευστότητας από την κεντρική τράπεζας. Στη βάση αυτή ανέφερε πως θα ήταν κρίμα να διακυβευτούν τα οικονομικά επιτεύγματα που πέτυχε η χώρα όλα τα προηγούμενα χρόνια.

«Οι φορείς χάραξης της πολιτικής δεν πρέπει να δεχθούν τους σημερινούς ρυθμούς ανάπτυξης, ως τη νέα πραγματικότητα», είπε ο Όμπσφελντ και προειδοποίησε πως ένα περιβάλλον βραδείας ανάπτυξης θα επιδεινώσει τις κοινωνικές εντάσεις που συνδέονται με τη μακροχρόνια στασιμότητα των μισθών και τις διαρθρωτικές οικονομικές αλλαγές.

«Οι πιέσεις αυτές συμβάλλουν στη ζήτηση για εσωστρεφείς λύσεις που επιδιώκουν να αντιστρέψουν μακροπρόθεσμες παγκόσμιες τάσεις», ανέφερε χαρακτηριστικά και αντίτεινε πως εναπόκειται στους πολιτικούς ηγέτες να προσφέρουν μια αφήγηση για τις εξελίξεις αυτές σε μακροπρόθεσμη βάση.