ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

«Ανοικτή πληγή» για την ευρωζώνη οι ιταλικές τράπεζες

«Ανοικτή πληγή» για την ευρωζώνη οι ιταλικές τράπεζες

Οι ιταλικές τράπεζες βρίσκονται από τις αρχές του 2016 στο επίκεντρο της προσοχής. Το γεγονός ότι έχουν πολλά «κόκκινα» δάνεια, τα οποία διαρκώς αυξάνονται και αδύναμη κεφαλαιακή διάρθρωση, δηλαδή δεν είναι σε θέση να απορροφούν τις ζημιές τους, τις έχει καταστήσει δυνητικό συστημικό κίνδυνο για το Ευρωσύστημα.

Ο ιταλικός τραπεζικός τομέας δεν θεωρείται άδικα ο αδύναμος κρίκος της ευρωζώνης. Από τα 900 δισ. ευρώ των κόκκινων δανείων στη ζώνη του ευρώ, τα 360 δισ. ευρώ αφορούν στις ιταλικές τράπεζες, όταν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των ελληνικών τραπεζών είναι 120 δισ. ευρώ, ήτοι το 1/3 των ιταλικών.

Η ιταλική κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει το θέμα των κόκκινων δανείων, μετά από σκληρές διαβουλεύσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημιούργησε το Atlante, ένα ιδιωτικό ταμείο διάσωσης που χορηγεί κρατικές εγγυήσεις – συγκεκριμένου ύψους- και αυξάνει την αξία των προς πώληση μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Ωστόσο, η δημιουργία του ειδικού ταμείου μπορεί να έδωσε μια διέξοδο στο ζήτημα της πώλησης των προβληματικών δανείων, αλλά δεν έδωσε λύση στο θέμα της κεφαλαιακής ανεπάρκειας των ιταλικών τραπεζών. Αυτό διότι τα δάνεια που δεν εξυπηρετούνται και η μη επίτευξη κερδοφορίας εκ μέρους των τραπεζών, «τρώνε» διαρκώς τα κεφάλαια των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα το αντιμετωπίζει η Monte dei Paschi di Siena, η αρχαιότερη τράπεζα στον κόσμο, η οποία κλήθηκε από την ΕΚΤ να μειώσει τα «κόκκινα» δάνεια της κατά 40% ή κατά 9 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2018 και να αυξήσει τα κεφάλαιά της. Η εν λόγω τράπεζα έχει ήδη διασωθεί δύο φορές με τη χρήση ομολόγων με κρατική εγγύηση, ενώ τέσσερις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου απέτυχαν να συγκεντρώσουν τα διαθέσιμα κεφάλαια.

italy

Για να στηρίξει την Monte dei Paschi di Siena το προαναφερθέν ιταλικό ταμείο διάσωσης Altante σχεδιάζει να λανσάρει ένα fund μη εξυπηρετούμενων δανείων, το οποίο θα επικεντρωθεί στην αγορά στοιχείων ενεργητικού της Monte dei Paschi σε τιμή κοντά στη λογιστική αξία, ώστε να μην επιβαρύνει πρόσθετα τα βιβλία της τράπεζας.

Το γεγονός ότι οι ιδιώτες επενδυτές είναι απρόθυμοι να δώσουν χρήματα στις ιταλικές τράπεζες φοβούμενοι τους «σκελετούς» στους ισολογισμούς τους και τα πιθανά αδιέξοδα που θα αντιμετωπίσουν οι τράπεζες που θα προχωρήσουν σε αυξήσεις κεφαλαίου, έχουν οδηγήσει σε κατακρήμνιση τις μετοχές τους, αλλά και την αξία των χρεογράφων τους.

Ο βασικός λόγος είναι η κοινοτική οδηγία 2014/15 (γνωστή ως BRRD ή Bank Recovery and Resolution Directive), η οποία έχει τεθεί σε πλήρη ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2016. Η οδηγία αυτή προβλέπει πως όταν μια τράπεζα αποτυγχάνει να συγκεντρώσει κεφάλαια από τις αγορές , οι κεφαλαιακές τις ανάγκες δεν καλύπτονται από το Δημόσιο, δηλαδή από τους φορολογουμένου μέσω διάσωσης (bail out), αλλά από τους πιστωτές και μετόχους του ίδιου του ιδρύματος (bail in).

Πρώτοι που υφίστανται τις συνέπειες είναι οι ομολογιούχοι κάτοχοι ειδικών υβριδικών τίτλων, ακολουθούν οι κάτοχοι ομολόγων χαμηλής εξασφάλισης και ομολόγων υψηλής εξασφάλισης και εάν παραμείνουν κεφαλαιακές ανάγκες οι αποταμιευτές με καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ (ανά τράπεζα και ανά δικαιούχο).

Η Ιταλία έχει έλθει αντιμέτωπη με ένα «γόρδιο δεσμό», καθώς πιθανή ενεργοποίηση της BRRD θα πλήξει χιλιάδες μικροεπενδυτές ομολογιούχους των ιταλικών τραπεζών, τα ομολόγα των οποίων θα «κουρευτούν». Για να καταλάβει κάποιος το μέγεθος του προβλήματος, θα πρέπει να κάνει τη σύγκριση με τους μικρο- ομολογιούχους του Ελληνικού Δημοσίου που υπέστησαν απώλειες άνω του 53% από το PSI. Το πρόβλημα στην Ιταλία είναι ακόμη πιο διαδεδομένο, καθώς τα ομολόγα των τραπεζών ήταν μέχρι πρόσφατα προσφιλής επένδυση των ιταλικών νοικοκυριών. Είναι ενδεικτικό πως 1 στα 3 ομολόγα των ιταλικών τραπεζών είναι στην κατοχή μικρο- επενδυτών.

Για να αποφύγει την ενεργοποίηση των κανονισμών για το «bail in» και το κούρεμα των επενδύσεων – αποταμιεύσεων των Ιταλών πολιτών, ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι σχεδιάζει να διασώσει τις τράπεζες – να τις ανακεφαλαιοποιήσει- χρησιμοποιώντας κρατικά κεφάλαια. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, η ιταλική κυβέρνηση είχε επεξεργαστεί σχέδιο για την άμεση ενίσχυση των ιταλικών τραπεζών με κρατικά κεφάλαια ως και 40 δισ. ευρώ.

Ο Ρέντσι έχει λάβει μηνύματα από τους οίκους αξιολόγησης πως η εφαρμογή μέτρων που θα ενισχύσουν την ποιότητα του ενεργητικού ή τα κεφάλαια των τραπεζών χωρίς να ενεργοποιείται το «bail in» θα μπορούσαν να αποτελέσουν θετική εξέλιξη για τις τράπεζες.

Ωστόσο, προσφάτως η Γερμανία υπενθύμισε στην Ιταλία τα εμπόδια που θέτει το ευρωπαϊκό δίκαιο στη χρήση κρατικών κεφαλαίων και έβαλε «φρένο» στο σχέδιο αυτό, ζητώντας την εφαρμογή των κανονισμών για το «bail in» και την επιβολή «κουρέματος» και στους ομολογιούχους των τραπεζών.

Δεδομένου ότι η συμμετοχή των επενδυτών στη διάσωση των τραπεζών θα είχε σοβαρές επιπτώσεις για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και την εμπιστοσύνη των καταθετών, ειδικά σε μια περίοδο που το Brexit έχει στρέψει όλους τους επενδυτές και τους διαχειριστές κεφαλαίων σε ασφαλείς επενδύσεις, η ιταλική κυβέρνηση εμφανίζεται διατεθειμένη να τα παίξει όλα για όλα, κρατώντας ωστόσο χαμηλούς τόνους έναντι των γερμανικών ενστάσεων.

Μπορεί ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να δήλωσε χθες πως ο Ιταλός ομόλογός του Πιέρ Κάρλο Παντοάν τον διαβεβαίωσε πως η Ιταλία δεν επιθυμεί καμία εξαίρεση από τους ισχύοντες κανόνες, ωστόσο το θέμα της Ιταλίας θα μονοπωλήσει το ECOFIN της προσεχούς Τρίτης, όπου αναμένεται ιταλογερμανική σύγκρουση.

Εάν το ECOFIN δεν βρει μια συμβιβαστική φόρμουλα – πιθανώς με την εμπλοκή του ESM- για την κεφαλαιακή θωράκιση των ιταλικών τραπεζών αυτή θα αναζητηθεί με πιο επιτακτικό τρόπο στις 29 Ιουλίου, όταν και θα ανακοινωθούν τα αποτελέσματα των stress tests της ΕΚΤ για τις πέντε μεγαλύτερες τράπεζες της Ιταλίας.