Καθαρή ενέργεια: Εμπόδια και ευκαιρίες με στόχο την κλιματική ουδετερότητα
Η μετάβαση προς την καθαρή ενέργεια αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050 και σημαντική ευκαιρία για οικονομική ανάπτυξη.
Η ενεργειακή μετάβαση στην Ευρώπη αποσκοπεί στην απεξάρτηση της ηλεκτροπαραγωγής από την καύση άνθρακα, με ταυτόχρονη αύξηση της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας στα κτήρια και τις μεταφορές.
Με φόντο αυτό τον στόχο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επεξεργάζεται επί του παρόντος νέους κανόνες που αποσκοπούν στη μείωση των εκπομπών της ΕΕ κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030 (σε σύγκριση με το 1990), με τη λεγόμενη δέσμη μέτρων προσαρμογής στον στόχο του 55% (Fit for 55).
Ωστόσο αν η ΕΕ θέλει να υλοποιήσει τον στόχο της για μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα ως το 2050, θα πρέπει να διπλασιάσει τη σημερινή χωρητικότητα στα δίκτυα που διασυνδέουν τις χώρες της γηραιάς ηπείρου, μέσα στα επόμενα 10 – 15 χρόνια, σύμφωνα με έκθεση που συνέταξε το βρετανικό think tank Ember, σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Γραφείο Περιβάλλοντος και με τη συμβολή της πρωτοβουλίας για το δίκτυο ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Όπως αναφέρει το Ember, τα τρέχοντα σχέδια επέκτασης των διασυνδέσεων υπολείπονται αυτού του στόχου, αφήνοντας ένα κενό σε σχέση με τις ανάγκες του συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας.
Κλιματική ουδετερότητα και ενεργειακός τομέας
Η ΕΕ έχει δεσμευτεί να μειώσει δραστικά τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην επικράτειά της, ώστε να καταστεί κλιματικά ουδέτερη έως το 2050. Τον Δεκέμβριο του 2020, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενέκρινε τον στόχο της μείωσης των καθαρών εκπομπών της ΕΕ κατά τουλάχιστον 55 % έως το 2030 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990 — ένα αναγκαίο ενδιάμεσο βήμα για την επίτευξη του στόχου του 2050.
Ως μείζων πηγή εκπομπών στην ΕΕ, ο ενεργειακός τομέας θα πρέπει να υποστεί ριζικό μετασχηματισμό για την επίτευξη της απανθρακοποίησης.
Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και η δέσμη Fit for 55 καθορίζουν τους στόχους και τις δράσεις της ΕΕ για την ενεργειακή μετάβαση.
Οι κύριοι στόχοι είναι οι εξής:
- αναμόρφωση ολόκληρου του πλαισίου της ΕΕ για το κλίμα και την ενέργεια με ορίζοντα το 2030, ώστε να επιταχυνθούν περαιτέρω οι προσπάθειες της ΕΕ για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης και την αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας
- διασφάλιση σταθερού ενεργειακού εφοδιασμού σε προσιτές τιμές στην ΕΕ
- περαιτέρω ανάπτυξη μιας ενοποιημένης και διασυνδεδεμένης αγοράς ενέργειας
- μείωση των εκπομπών μεθανίου στον ενεργειακό τομέα
Η ΕΕ επεξεργάζεται διάφορες προτάσεις για την επίτευξη αυτών των στόχων:
- την αναθεώρηση της οδηγίας για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας
- την αναθεώρηση της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση
- την αναθεώρηση της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων
- την αναθεώρηση της τρίτης δέσμης μέτρων για την ενέργεια όσον αφορά το φυσικό αέριο με σκοπό τη ρύθμιση των ανταγωνιστικών απανθρακοποιημένων αγορών φυσικού αερίου
- νέα πρόταση κανονισμού με στόχο τη μείωση των εκπομπών μεθανίου στον ενεργειακό τομέα
Με την οδηγία για την ενεργειακή απόδοση, η ΕΕ θέσπισε μέτρα για τη βελτίωση της εξοικονόμησης ενέργειας μέσω της αποδοτικότερης χρήσης των αποθεμάτων ενέργειας. Η προτεινόμενη αναθεώρηση της οδηγίας περιλαμβάνει στόχο ενεργειακής απόδοσης 36 % για την τελική κατανάλωση ενέργειας και 39% για την κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας, σε σύγκριση με τον τρέχοντα πρωταρχικό στόχο του 32,5 %.
Η οδηγία για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αποσκοπεί στην αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην οικονομία της ΕΕ. Ο τρέχων στόχος της οδηγίας για το 2030 είναι 32 %. Στην αναθεωρημένη πρόταση της Επιτροπής, ο στόχος αυτός αυξάνεται σε τουλάχιστον 40 % για το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην αγορά ενέργειας της ΕΕ έως το 2030.
Καθαρές πηγές ενέργειας
- Υπεράκτια ανανεώσιμη ενέργεια
Η Επιτροπή παρουσίασε τη στρατηγική της για την υπεράκτια ενέργεια τον Νοέμβριο του 2020. Με τη στρατηγική αυτή, η Επιτροπή σχεδιάζει να ενισχύσει τη δυναμικότητα και τη χρήση τεχνολογιών υπεράκτιας ενέργειας, όπως:
- πλωτά υπεράκτια αιολικά πάρκα
- εγκαταστάσεις κυματικής και παλιρροϊκής ωκεάνιας ενέργειας
- πλωτές φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις
- χρήση φυκών για παραγωγή βιοκαυσίμων
Η ανάπτυξη του τομέα αυτού και η σύνδεση του τεράστιου δυναμικού της αιολικής ενέργειας με το ευρωπαϊκό δίκτυο όχι μόνο θα ωφελήσουν το περιβάλλον, μειώνοντας τις εκπομπές από την παραγωγή ενέργειας και συμβάλλοντας στην προστασία της βιοποικιλότητας, αλλά θα δημιουργήσουν επίσης επενδυτικές και αναπτυξιακές ευκαιρίες, μεταξύ άλλων στις παράκτιες περιοχές.
Στα συμπεράσματα που εξέδωσε τον Δεκέμβριο του 2020 για το θέμα αυτό, το Συμβούλιο χαιρέτισε τη στρατηγική της Επιτροπής ως βάση για τις συζητήσεις σχετικά με το πώς μπορεί να ενισχυθεί η δυναμικότητα της ΕΕ όσον αφορά την υπεράκτια και ανανεώσιμη ενέργεια. Σύμφωνα με το Συμβούλιο, για να αναπτυχθεί η ανανεώσιμη ενέργεια χρειάζεται να ενοποιηθεί περαιτέρω η εσωτερική αγορά ενέργειας με:
- καλύτερη διασυνδεσιμότητα μεταξύ των κρατών μελών
- ανάπτυξη υποδομών και δικτύων
- λύσεις αποθήκευσης
Ο στόχος αυτός θα μπορούσε να επιτευχθεί με την υλοποίηση περισσότερων διασυνοριακών έργων, τα οποία απαιτούν υψηλό επίπεδο ασφάλειας για τους επενδυτές. Για τον λόγο αυτό, το Συμβούλιο ζήτησε από την Επιτροπή να παρουσιάσει ένα ευνοϊκό πλαίσιο για διασυνοριακά και άλλα σχετικά εθνικά έργα ανανεώσιμης ενέργειας.
- Υδρογόνο
Το υδρογόνο, όταν παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, δεν εκπέμπει άνθρακα, συμβάλλοντας έτσι στην απανθρακοποίηση της οικονομίας.
Το υδρογόνο θεωρείται ο φορέας ενέργειας του μέλλοντος, καθώς μπορεί να βοηθήσει στην απανθρακοποίηση τομέων με υψηλές εκπομπές, όπως οι ενεργοβόρες βιομηχανίες και οι μεταφορές.
Η Επιτροπή ενέκρινε τη στρατηγική της για το υδρογόνο τον Ιούλιο του 2020 και έθεσε το υδρογόνο ως επενδυτική προτεραιότητα στο πλαίσιο του σχεδίου ανάκαμψης της ΕΕ. Επιπλέον, εγκαινίασε την Ευρωπαϊκή Συμμαχία για το Καθαρό Υδρογόνο, στην οποία συμμετέχουν παράγοντες της βιομηχανίας, φορείς της κοινωνίας των πολιτών και εθνικές και περιφερειακές αρχές, με σκοπό την υποστήριξη των επενδύσεων και την προώθηση της ζήτησης στον ενεργειακό τομέα.
Στα συμπεράσματα που εξέδωσε τον Δεκέμβριο του 2020, το Συμβούλιο αναγνώρισε τον σημαντικό ρόλο που έχει το υδρογόνο, ιδίως το υδρογόνο από ανανεώσιμες πηγές, σε σχέση με:
- την επίτευξη των στόχων της ΕΕ για την απανθρακοποίηση
- την εξασφάλιση της οικονομικής ανάκαμψης στο πλαίσιο της COVID-19
- τη συμβολή στην ανταγωνιστικότητα της ΕΕ στην παγκόσμια σκηνή
Το Συμβούλιο επεσήμανε την ανάγκη να αναβαθμιστεί σημαντικά η ενωσιακή αγορά υδρογόνου και να γίνει μια αγορά ανταγωνιστική και ρευστή, ικανή να προσελκύει επενδύσεις. Οι υπουργοί υπογράμμισαν επίσης τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν η ενοποίηση των ενεργειακών συστημάτων, η τομεακή ενοποίηση και ο εξηλεκτρισμός για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης.
Το Συμβούλιο καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει τις εργασίες για την κατάρτιση και τη θέση σε λειτουργία της στρατηγικής της ΕΕ για το υδρογόνο. Επιπλέον, κάλεσε την Επιτροπή να περιγράψει πώς μπορούν να επιτευχθούν οι στόχοι του χάρτη πορείας για εγκατάσταση ηλεκτρολυτικών κυψελών ανανεώσιμου υδρογόνου στην ΕΕ με ισχύ τουλάχιστον 6 GW έως το 2024 και 40 GW έως το 2030.
Κορύφωση της ζήτησης της «ορυκτής» ενέργειας εντός της δεκαετίας
Για πρώτη φορά, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας ( International Energy Agency, IEA) προβλέπει κορύφωση της ζήτησης για όλες τις ορυκτές πηγές ενέργειας (πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα) τα επόμενα χρόνια της δεκαετίας αυτής
Συγκεκριμένα, βασιζόμενος στις νέες προβλέψεις, ο Φάτιχ Μπιρόλ, εκτελεστικός διευθυντής του θεσμού αυτού του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) δηλώνει:
«Ακόμη και χωρίς καμία νέα κλιματική πολιτική, η ζήτηση για κάθε ένα από τα τρία ορυκτά καύσιμα θα πρέπει να φθάσει σε κορύφωση τα επόμενα χρόνια», γράφει ο Φάτιχ Μπιρόλ σε άρθρο του στους Financial Times, τονίζοντας ότι είναι «η πρώτη φορά που είναι ορατή μια κορύφωση της ζήτησης για κάθε ένα από τα καύσιμα αυτά κατά την διάρκεια αυτής της δεκαετίας», νωρίτερα από αυτό «που προέβλεπαν πολλοί».
Οι προβλέψεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας αναδεικνύουν την επιτυχία της ευνοϊκής νομοθεσίας για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας», σχολιάζουν οι αναλυτές της τράπεζας RBC (Royal Bank of Canada). «Παρά ταύτα, οι πολιτικοί διαθέτουν ακόμη περιθώρια για να επιταχύνουν την ενεργειακή μετάβαση και την σταδιακή εξάλειψη των ορυκτών καυσίμων».