ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Η ακτινογραφία των αποφάσεων του Eurogroup

Eurokinissi

Χαμηλότερη των προσδοκιών που είχε καλλιεργήσει η κυβέρνηση αποδείχτηκε η συμφωνία του Eurogroup της 24ης Μαΐου για την Ελλάδα, καθώς για ακόμη μια φορά μετέθεσε το νευραλγικό ζήτημα του χρέους για το μέλλον και συνέδεσε την όποια στήριξη προς τη χώρα μας με την αυστηρή εφαρμογή των συμφωνηθέντων.

Οι λεπτομέρειες της συμφωνίας είναι δύσκολο να αποκωδικοποιηθούν στο σύνολό τους, καθώς ενέχουν πολλές πτυχές που άπτονται ειδικών πολιτικών συμφωνιών και είναι γνωστές μόνον σε όσους μετείχαν στο χθεσινό Eurogroup και σίγουρα στη Γερμανία και το ΔΝΤ.

Η γενική πάντως διάθεση της αποφυγής συγκρούσεων εν όψει του δημοψηφίσματος για το Brexit και των Ισπανικών εκλογών αποτυπώνεται στην απόφαση του Eurogroup.

Χαρτογραφώντας τα όσα έχουν γίνει γνωστά για τη χρηματοδότηση της χώρας μας και την εκταμίευση των δόσεων, για τα νέα προαπαιτούμενα που συνοδεύουν τη συμφωνία, για το ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους και τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα το τελικό άθροισμα είναι μάλλον πιο μικρό από τις προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί.

Μπορεί η εκταμίευση δόσεων να αφαιρεί τον κίνδυνο αθέτησης πληρωμών προς το ΔΝΤ και την ΕΚΤ και να παρέχει πόρους για περίπου το ήμισυ των ληξιπρόθεσμων οφειλών της κυβέρνησης, ωστόσο είναι αποκαρδιωτικό πως η συμφωνία δεν έχει δομηθεί με τρόπο που να απομακρύνει την αβεβαιότητα των επενδυτών για την Ελλάδα, αλλά και να εμπεδώνει την εμπιστοσύνη στο εσωτερικό της χώρας, μειώνοντας την πολιτική όξυνση.

Το γεγονός ότι η συμφωνία επιτρέπει στην ΕΚΤ να επαναφέρει το waiver στα ελληνικά ομόλογα στις 2 Ιουνίου (να τα κάνει επιλέξιμα), παρέχοντας έτσι φθηνότερη χρηματοδότηση στις ελληνικές τράπεζες, ήταν κάτι που είχε προεξοφληθεί από καιρό, ενώ και δεδομένων των εξαιρετικά υφεσιακών μέτρων που έχουν ληφθεί ενδεχομένως να μην φανεί καν στην πραγματική οικονομία.

Δόση - προαπαιτούμενα

Η δόση των 10,3 δισ. ευρώ που ενέκρινε το Eurogroup θα σπάσει στα δύο. Τα 7,5 δισ. ευρώ θα εκταμιευθούν στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου και τα υπόλοιπα 2,8 δισ. ευρώ το Σεπτέμβριο.

Για να εκταμιευθεί η δόση των 7,5 δισ. ευρώ θα πρέπει να υπάρξουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις και να γνωμοδοτήσουν οι θεσμοί πως ο εφαρμοστικός νόμος που ψήφισε η Βουλή στις 22 Μαΐου είναι πλήρης και δεν απαιτούνται τροποποιήσεις. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να επέλθουν τροποποιήσεις σε μια σειρά διατάξεων που αφορούν στο ΕΚΑΣ (το Ταμείο Κοινωνικής Αλληλεγγύης που προανήγγειλε ο πρωθυπουργός), στην πώληση κόκκινων δανείων, ώστε να συμπεριληφθούν και αυτά που φέρουν την εγγύηση του Δημοσίου, αλλά και στις αποκρατικοποιήσεις όπου ζητείται να υπάρξουν ειδικές διασφαλίσεις για το «ακαταδίωκτο» της διοίκησης του νέου υπερ- ταμείου και να προχωρήσουν οι διαδικασίες για Ελληνικό και Εγνατία.

Αλλά και η δεύτερη υπο - δόση των 2,8 δισ. ευρώ του Σεπτεμβρίου δεν θα είναι απλή υπόθεση. Για να δοθεί θα πρέπει να προηγηθεί έκθεση των θεσμών που θα βεβαιώνει την αρτιότητα του μηχανισμού παρακολούθησης της αποπληρωμής των ληξιπροθέσμων οφειλών του Δημοσίου. Εν συνεχεία θα πρέπει να δρομολογηθούν συγκεκριμένα προαπαιτούμενα που συνδέονται με τις διοικητικές αλλαγές στις τράπεζες, το νέο Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων, την νέα Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, αλλά και την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας.

Εάν όλα αυτά προχωρήσουν εγκαίρως θα δοθεί και η δόση. Διαφορετικά θα εισέλθουμε σε μια νέα φάση εσωστρέφειας και πολιτικής αβεβαιότητας, δεδομένου ότι η μη επίτευξη των προαπαιτούμενων θα καθυστερήσει και τις αποφάσεις για το χρέος.

Χρέος μετά το 2018

Το γεγονός ότι το Eurogroup απέφυγε να δεσμευθεί για την ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους πριν από το 2018 και επέμεινε στο στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, υπερισχύοντας των ενστάσεων του ΔΝΤ δείχνει ότι η αποκατάσταση της βιωσιμότητας Ελλάδα δεν είναι η κινητήρια δύναμη των αποφάσεων των Ευρωπαίων, οι οποίοι αρκούνται σε μικροπολιτική διαχείριση του θέματος. Ουσιαστικά η Ελλάδα έλαβε μία δέσμευση στα πρότυπα του 2012 ότι εφόσον εφαρμόσει πλήρως το Μνημόνιο, τότε πιθανόν να εφαρμοστούν κάποια μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, αν αυτό κριθεί μη βιώσιμο.

Η μόνη θετική , αλλά ανέξοδη απόφαση για το χρέος αφορά στη δυνατότητα καλύτερης διαχείρισης για το 2017, μέσω παρεμβάσεων που θα μειώσουν το ύψος των τόκων που θα πρέπει να πληρώσει το Δημόσιο κατά περίπου 220 εκατ. ευρώ το 2017, μέσω της μη καταβολής τόκων που σχετίζονται με το δάνειο 11 δισ. ευρώ που είχε λάβει η Ελλάδα το 2012 από τον EFSF για την επαναγορά χρέους.

Αν και η τρέχουσα περίοδος που ο ESM δανείζεται από τις αγορές με ιδιαίτερα χαμηλά επιτόκια προσφέρεται για σταθεροποίηση του επιτοκιακού ρίσκου της Ελλάδας η Ευρωζώνη αποφάσισε να μεταθέσει τις σχετικές αποφάσεις για πολύ αργότερα και σίγουρα μετά το προσεχές 16μηνο και τις γερμανικές εκλογές του 2017, παρά το ότι πιθανώς εκείνη την εποχή τα επιτόκια θα είναι υψηλοτέρα από σήμερα.

Είναι εξαιρετικά αρνητικό το ότι το ΔΝΤ υποχώρησε από τη θέση της εμπροσθοβαρούς εφαρμογής των μέτρων που επισήμως είχε διατυπώσει και αποδέχθηκε πως πλέον τα όποια μέτρα θα εφαρμοστούν μετά το τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο 2018 και υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα έχει εφαρμόσει καθολικά το πρόγραμμα. Δεδομένου ότι το ΔΝΤ δεν είναι μέρος του προγράμματος και θα καταρτίσει έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους η οποία θα κατατεθεί έως το τέλος του 2016 στο Εκτελεστικό του Συμβούλιο, ώστε να αποφασιστεί το εάν θα μπει ή όχι στο πρόγραμμα, είναι κάτι που λειτουργεί πρόσθετα επιβαρυντικά.

Πρέπει να σημειωθεί πως η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να μετάσχει στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ παρά μόνον όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφασίσει πως το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο. Κάθε καθυστέρηση προς αυτή την πλευρά καθυστερεί και την αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού της χώρας.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης